Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Και θα το χαλάση, λέει, παιδί μ' γερω-Μπαρέκο. Ο γέρω-Μπαρέκος ετίναξε την τραγόκαπα, υψώσας τους ώμους του και τείνας τας χείρας ένδον, ως εάν ήθελε να σφάξη αιγίδιον, και έκαμεν άλλην μίαν φοράν τον Σταυρόν του, μεγάλον-μεγάλον τώρα, ως ει ευρίσκετο ενώπιον του παπά-Διονυσίου, του γέροντα, έως εδάφους.

Να, ο Βεζούβιος! — Ανεφώνει εκάστοτε η Μάσιγγα παρ' εμοί, ήτις επισκεφθείσα την χώραν άλλοτε, εφιλοτιμείτο να οδηγή την απειρίαν μου, χαίρουσα προφανώς οσάκις την ηρώτων. Βαθμηδόν προέκυπτεν ενώπιον ημών η μυριοφεγγής Νεάπολις, αμφιθεατρικώς υψουμένη επί της ευρείας προκυμαίας.

Και τώρα του εφάνη ότι ανοίχθη ενώπιόν του ο ουρανός, γεμάτος άστρα και όμως δεν εμπορούσε να ειπή πως είν' ευτυχής, διότι, ησθάνετο ότι εχθρός μεγάλος, ισχυρός, επιβουλεύεται την ψυχικήν του γαλήνην, ότι φυσιογνωμία νέα ενεθρονίσθη εν τη καρδία του, ην επλήρου έως τότε μόνη η της αδελφής λατρευτή μορφή . . .

Και ίστατο σιωπηλή, θεωρούσα ως να είχε κάποιον ενώπιόν της και ηρώτα οδυνηρώς: — Ποιόνε να κλάψω και ποιόνε να μη κλάψω, την Θωμαή, την κόρην μου, ή τον Λαλεμήτρον τον άνδρα της; Ποιόνε να περιμένω, ορφανά μου κλήματα, και ποιόνε να μη περιμένω; Την Θωμαή, την κόρην μου, ή τον Λαλεμήτρον τον άνδρα της; Κ' εκεί που ως λίθινον κατέπινε τον ξηρόν άρτον, αίφνης, ίστατο ακίνητος και ηκροάτο.

Τι επάγγελμα έχει; — Είναι ιατροφιλόσοφος και χρησμολόγος, γνωρίζει δε να αναγινώσκη την μοίραν των ανθρώπων και να προλέγη. Ο Πετρώνιος και ο Βινίκιος εισήλθον εις το άτριον, όπου επερίμενεν ο Χίλων Χιλωνίδης, όστις τους εχαιρέτησεν υποκλινέστατα. Ο άνθρωπος όστις ίστατο όρθιος ενώπιόν των είχε κάτι το ποταπόν συνάμα και γελοίον.

Ενθυμήθη, και διευθυνθείς προς τον μικρόν τάφον του θυγατρίου του εγονυπέτησεν επ' αυτού και ανελύθη εις δάκρυα . . . Έκλαυσεν επί πολύ και τα δάκρυα εκείνα τον ανεκούφισαν . . . ωσάν να τον περιέβαλλον με μίαν γαλήνην, την οποίαν προ πολλού καιρού δεν είχεν αισθανθή. Όταν ηγέρθη, είδεν ενώπιόν του τον γέροντα φύλακα. — Σήμερα το βρήκατε, γιατρέ, να κλαίτε; είπεν ο γέρων.

Εκτός τούτου ημπορούν και να διδάξουν έναν άνθρωπον να υπερασπίζεται τον εαυτόν του ενώπιον των δικαστηρίων, εάν κανείς ήθελε τον αδικήση. Τα λόγια μου φαίνεται αυτά επροκάλεσαν τον οίκτον των δύο αδελφών· εγύρισαν συγχρόνως και εκύτταξεν ο ένας τον άλλον και εγέλασαν· και ο Ευθύδημος είπε: — Δεν καταγινόμεθα πλέον, Σωκράτη, με αυτά, αλλά τα έχομεν έτσι μόνον ως πάρεργα.

Και τώρα, καθώς εστάθη πάλιν ενώπιόν του αμηχανούντος και ενδοιάζοντος Πραίτωρος, ήρχισεν η έκτη, η τελευταία, η ταραχωδεστέρα και πλέον εναγώνιος φάσις της τρομεράς ταύτης εξετάξεως. Τώρα ήτο καιρός διά τον Πιλάτον να πράξη εν καθαρά πεποιθήσει, σώζων εαυτόν διά πάντοτε από της αμαρτίας του αθώου αίματος.

Ήτο η «Μπέλλα» και δεν παρήλθεν ώρα, οπού ο Καραγιάννης εισήλθεν εις το δωμάτιον του ασθενούς. Δεν εγνώριζε περί της ασθενείας του και έμεινε κατάπληκτος! είχεν ενώπιόν του έν πτώμα . . . Το πρόσωπον του θνήσκοντος εφωτίσθη. Ητένισε τον γαμβρόν του και διά του βλέμματος του ένευσε να πλησιάση. Εκείνος επλησίασε και έκυψεν επ' αυτού. Εκ του στόματος του θνήσκοντος εξήλθε ψιθυρισμός . . .

Ο Οιδίπους προτρέπει τον Κρέοντα ν’ ανακοινώση τον χρησμόν ενώπιον του πλήθους των ικετών. Και ο Κρέων τον ανακοινώνει. Προστάζει, λέγει, το μαντείον να φονευθή ή να εξορισθή από τας Θήβας ο φονεύς του ΛαΐουΟιδίπους ερωτά τον Κρέοντα, αν ο Λάιος εφονεύθη εις την χώραν του ή αλλού πουθενά.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν