United States or Burundi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Από τον Κρέοντα μανθάνει ότι ο Λάιος εξελθών προς «θεωρίαν» δεν εγύρισε πλέον, ότι οι ακόλουθοί του εσκοτώθησαν εκτός ενός μοναχά, ο οποίος εσώθη. Επί πλέον μενθάνει ότι οι δολοφονήσαντες τον Λάιον ήσαν λησταί και ότι ένεκα της Σφιγγός, η οποία τότε ήτον η μάστιξ των Θηβών, δεν έγειναν έρευναι, όπως ανακαλυφθούν οι δράσται.

Και τώρα ονείδιζε αν ημπορέσης εμένα και τον Κρέοντα, όσο κι αν θέλης° χειρότερη κανένας σου θνητός δεν θα ’χει τύχην από όσους τρέφονται στην γην ετούτη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλά μπορεί τέτοια ν’ ακούη κανένας λόγια και να υπομένη; Πήγαινε σου λέγω γέρο στων θεών την κατάρα ! Πήγαινε πίσω σπίτι σου. Φύγε απ’ εμπρός μου. ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Ποτέ δεν θενα ’ρχόμουνα, αν δεν μ’ εκάλεις.

Ικετεύει τους γέροντας να τον κρύψουν ή να τον φονεύσουν. Ο Χορός βλέπων τον Κρέοντα ερχόμενον λέγει ότι αυτός δικαιούται ν’ αποφασίση. Ο Οιδίπους παρακαλεί τον Κρέοντα να λάβη φροντίδα περί των θυγατέρων του και μαζί του εισέρχεται εις τ’ ανάκτορα.

Και καθώς συλλογίζομαι πως πλέον καιρός του από το δελφικό ταξίδι να γυρίση θλίβομαι° αλλ’ ως γυρίση λέω, πως θενά κάμω ό, τι ο θεός μού πη με τους χρησμούς του. ΙΕΡΕΥΣ Μα σε κατάλληλον καιρόν το εσυλλογίσθης, και οι νέοι λεν πως να ’ρχεται τον Κρέοντα βλέπουν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Άναξ Απόλλων, αν καλή τύχη μας φέρη χαρούμενος στην όψιν, λέγω, θα ’ναι. ΙΕΡΕΥΣ Ας τον ρωτήσωμε° κοντά είναι ώστε να ’κούη.

Ο Οιδίπους προτρέπει τον Κρέοντα ν’ ανακοινώση τον χρησμόν ενώπιον του πλήθους των ικετών. Και ο Κρέων τον ανακοινώνει. Προστάζει, λέγει, το μαντείον να φονευθή ή να εξορισθή από τας Θήβας ο φονεύς του ΛαΐουΟιδίπους ερωτά τον Κρέοντα, αν ο Λάιος εφονεύθη εις την χώραν του ή αλλού πουθενά.

Ο Οιδίπους συγκινημένος τους λέγει ότι η θλίψις του και η στενοχωρία του είναι μεγάλη, ότι ακόμη απέστειλε τον υιόν του Μενοικέως Κρέοντα, τον γαμβρόν του, εις το μαντείον των Δελφών δια να ερωτήση: «τι κάμνοντας ή λέγοντας την πόλιν σώζει». Εν τω μεταξύ καταφθάνει από τους Δελφούς ο Κρέων, ο οποίος ερωτώμενος από τον ιερέα του Διός ποίον χρησμόν κομίζει, απαντά ότι καλόν, καθώς αυτός τουλάχιστον νομίζει.

Δεν είμαι ως από βαρύπνον να ξυπνώ ύπνον. Ξέρετε πως τα δάκρυά μου ποτάμια τρέχουν και σε πολλούς με πλάνησε δρόμους η έννια. Κι ό,τι σωτήριο φάνηκε στους στοχασμούς μου εις πράξιν ευθύς το ’βαλα. Του Μενοικέως τον υιόν Κρέοντα έστειλα, τον συγγενή μου, εις το μαντείον των Δελφών για να ρωτήση, τι κάμνοντας ή λέγοντας την πόλιν σώζω.