Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Αλλά, κύριε, είπα κραυγάσας εις το αυτί του, μου ομιλήσατε ολίγον προ του γεύματος περί του κινδύνου, όστις προέκυπτεν από το παλαιόν σας σύστημα, το πράον. Ποίος είναι ούτος λοιπόν; — Μάλιστα, απήντησεν, υπήρχον ενίοτε αληθείς κίνδυνοι.

Δύο έτη εξηκολούθησε διδάσκουσα η Ιωάννα· όλην δ’ αυτής την υπόληψιν εχρεώστει εις την ευγλωττίαν της, διότι ουδείς εν Ρώμη υπώπτευεν οποίοι θησαυροί εκρύπτοντο υπό το ράσον της. Πάντων εκεί τα πρόσωπα ήσαν εξυρισμένα, των δε καλογήρων μόνον η μύτη προέκυπτεν εκ του κουκουλίου.

Εκ πλαγίου και μακρόθεν είχεν όψιν λιγυράς χάριτος, εγγύθεν και κατά μέτωπον, προέκυπτεν όλη μεστή και αμφιλαφής, βαθύχλωρος, επιβάλλουσα ως νύμφη.

Εκάθητο πλησίον του, και το ήμισυ του σώματός της το ιχθυοειδές ήτο κεκρυμμένον εντός του ύδατος, διότι το έδαφος του άντρου απετέλει η θάλασσα. Το δ' έτερον ήμισυ, το περικαλλές και θεσπέσιον, προέκυπτεν υπεράνω του κύματος εις τας εκπεπληγμένας όψεις του εραστού. Ο Αννίβας δεν είξευρε τι να πιστεύση. Η πρώτη σκέψις του υπήρξε: Με αγαπά!

Κάθε άστρον, το οποίον προέκυπτεν από την ράχην, εξελάμβανον ως την λαμπάδα του ιερέως και ανεκραύγαζον και ανεπήδων οι νεώτεροι μετά χαράς: — Για το· εφάνηκε! — Αμ' πού ακόμη!. . — Θ' ασπρίση το μάτι σου για να το ιδής;. . Κ' επειράζοντο μεταξύ των και διηγούντο ευάρεστα ανέκδοτα και οι γεροντότεροι παραμύθια διά να περάση ο καιρός. — Για το, για το! εκειό ένε! εφώναξε τις αίφνης περιχαρής.

Να, ο Βεζούβιος! — Ανεφώνει εκάστοτε η Μάσιγγα παρ' εμοί, ήτις επισκεφθείσα την χώραν άλλοτε, εφιλοτιμείτο να οδηγή την απειρίαν μου, χαίρουσα προφανώς οσάκις την ηρώτων. Βαθμηδόν προέκυπτεν ενώπιον ημών η μυριοφεγγής Νεάπολις, αμφιθεατρικώς υψουμένη επί της ευρείας προκυμαίας.

Έτσι θέλουν αυτοί! έλεγεν ο κ. δήμαρχος προς την Μιλάχρω εκείνας τας ημέρας. Όσον δι' άδειαν επισκοπικήν, ολίγον εφρόντιζεν. Ηδύνατο αυτός να στεφανώση και ξεστεφανώση πολλούς τέτοιους σε μια βραδυά, φθάνει μόνον να προέκυπτεν αγαθόν εις το χωρίον.

Είχον παρέλθει τρία περίπου έτη από της νυκτός εκείνης, ότε εισηρχόμην εις το χωρίον μας, πρώτην φοράν αφ' ότου το εγκατέλιπον παις έτι ων. Πολλά μεταξύ επισυμβάντα νεώτερα δυστυχήματα είχον επισκιάσει τρόπον τινά το παλαιόν εκείνο. Αλλ' όσω μάλλον επλησίαζον εις τον οίκον μας, τόσω μάλλον προέκυπτεν εκ του βάθους των χρόνων η θλιβερά αυτού ιστορία, τόσω μάλλον ανενεούτο.

Τω όντι η Μάρω εκ της βίας είχε λησμονήσει εις τον πύργον το κεντητόν σεγούνι της και ήτο μόνον με την μακράν υποκαμίσαν της, μεταξωτήν και χρυσοκέντητον εις τα άκρα και περί τον τράχηλον, οπόθεν προέκυπτεν ως αφρός γάλακτος από καρδάρας, ο χαριτωμένος κόλπος της. — Μα συ, πώς κάνεις εσύ; είπεν ο Γιάννος εν απορία. — Εγώ; δεν κρυόνω· δεν βλέπεις; φωτιές πετάνε τα χέρια μου.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν