Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Κάνει χρεία το λοιπόν, είπεν ο Βεδρεδίν, ότι θα του έτυχαν πολλά εξαίσια συμβάντα. Παρόμοια συβεβηκότα που του έτυχαν αυτουνού, απεκρίθη ο τζοχαντάρης, δεν έτυχαν κανενός, και αν ηθέλετε τα ακούση, θέλετε μείνει εκστατικοί. Τότε ο Βεδρεδίν ερώτησε τον τζοχαντάρην, αν ημπορούσαν να υπάγουν να τον εύρουν. Ναι, τους είπεν αυτός, ημπορείτε με ελευθερίαν, επειδή και μετά χαράς δέχεται τον καθ' ένα.
Επρόσταξεν ευθύς ο βασιλεύς διά να μου χαρίση ο ταμίας του μίαν σακκούλαν με χίλια φλωριά· τα οποία λαμβάνοντάς τα, τα εδιαμοίρασα εις τους μουσικούς. Όλοι της αυλής έμειναν εκστατικοί εις ετούτο το κάμωμα· ετούτος ο νέος, έλεγαν, έχει μίαν καρδίαν γενναίαν, και είνε αμαρτία να είνε κασιδιάρης.
Έπειτα της εδιηγήθη και του Μωκβάλ όλην την ιστορίαν, την οποίαν του εφανέρωσε και αυτός· και πώς του επήρε το δακτυλίδι και τον άφησεν ολίγον μακράν. Διηγούμενος ο βασιλεύς ετούτην την ιστορίαν, η βασίλισσα, ο βεζύρ Αλής και ο Ρουσκάδ έμειναν εκστατικοί διά τέτοια συμβεβηκότα.
Αυτοί έμειναν εκστατικοί εις τα όσα τους εδιηγήθηκα, και αμφότεροι με αγκάλιασαν λέγοντάς μου πως ήμουν ο πλέον ευτυχισμένος άνθρωπος, που θα ήτον εις την γην, επειδή και είδα πριν αποθάνω την διωρισμένην κατοίκησιν των δικαίων, και φίλων του Μωάμεθ, ύστερον από ετούτην την θνητήν ζωήν. Τότε αυτοί αποφασίζοντας, ότι εγώ ήμουν ο Αμπουλβάρης απεδίωξαν τον νέον, και μου επέστρεψαν την Γαντζάδα.
Η γυναίκα του Βανάη επήκουσε και εσήκωσε το επανωμπούλωμα, και μας έκαμε να ιδούμεν όλην την ωραιότητά της, εις τρόπον που όλοι εμείναμε εκστατικοί από την ευμορφάδα της· και ομολογώ ότι ποτέ δεν είχα ιδεί πλέον νόστιμην και ευγενικήν από την Αροούγιαν· εστοχάσθηκα με επιμέλειαν τα κάλλη της, και εις το άκρον του θαυμασμού εφώναξα.
Αίφνης όμως ενεφανίσθη ενώπιόν των ο Αρίων με τα αυτά ενδύματα τα οποία εφόρει ότε έπεσεν εις την θάλασσαν· τότε οι ναύται μείναντες εκστατικοί δεν ηδυνήθησαν να αρνηθώσι το αποδιδόμενον εις αυτούς έγκλημα. Τοιαύτη είναι η διήγησις των Κορινθίων και των Λεσβίων, και σώζεται ακόμη εις το Ταίναρον μικρόν άγαλμα χάλκινον παριστών τον Αρίωνα· άνθρωπον καθήμενον επί δελφίνος.
Εμείς εκυτταζόμασθε ο ένας με τον άλλον, και όλοι είμεθα εκστατικοί εις μίαν τέτοιαν διήγησιν, και εστοχασθήκαμεν όλοι ότι ο κίνδυνος, εις τον οποίον είχεν ευρεθή, τον έκανε να μην ηξεύρη τι ομιλεί. Μα ο καραβοκύρης κρίνοντας ότι αληθώς είχε πείναν, επρόσταξε διά να του φέρουν να φάγη τόσον, όσον ήθελε χορτάσει έξη ανθρώπους πεινασμένους, ομοίως και φορέματα διά να τον σκεπάσουν.
Ο Φλέρης και ο Μιστράς τον κυττάνε εκστατικοί. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Αχ! κύριε Τάσσο μου. Αχ! δε βαστάω πια. Δεν μπορώ να στο κρύψω. Θα με κολάση ο Θεός. Έλα, κύριε Τάσσο μου. Έλα, πρόφτασε. ΦΛΕΡΗΣ — Τι τρέχει; Τι είναι. Μίλα. Χάνω τα μυαλά μου. Αθεόφοβε τι είν' αυτό πού κάνεις; Ξέρεις τι κάνεις; Μίλα! Μίλα! Τι μου κρύβετε; Μιλάτε . . . Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Αχ! κύριε Τάσσο. Σε γυρεύει η δυστυχισμένη.
Εις τούτο το αναμεταξύ εσυνάχθησαν εκεί και οι άλλοι κυνηγοί θαυμάζοντες το τοιούτον συμβάν και μάλιστα έμειναν εκστατικοί όταν τους διηγήθην όλην την ιστορίαν μου, και πώς κατήντησα εκεί· τότε μου είπον, βέβαια το τέχνασμά σου να έβγης απεκεί είνε θαυμάσιον, αλλά είνε αξιοθαυμασιοτέρα η τόλμη σου να γίνης ούτω ριψοκίνδυνος της ζωής σου.
Με οπόταν αυτοί είδον τον Δαλήκ, την Κατηγέ, και την γερόντισσαν σκλάβαν, που είχαν μαζή τους έμειναν εκστατικοί εις την χαράν τους· και μάλιστα ο αρχιστράτηγος του βασιλέως εκείνου του νησιού, ο οποίος ρίχνοντας τους οφθαλμούς του επάνω εις την γριάν σκλάβαν, και στοχάζοντάς την που ήτον αρκετή και άξια της τιμής του θαλάμου του επήγε και έπεσεν εις τα ποδάρια της, και της εφανέρωσε το πάθος, και την κλίσιν που εις αυτήν εγροικούσε· και αποφάσισε διά να την βάλη εις το σαλόνι του, και να την έχη ως αγαπητικήν του, διά το οποίον αυτή έκλινε μετά πάσης χαράς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν