Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Πώς δεν εκράτησε τότε την χείρα μου αμφιβολία τις; Την έβλεπα αγωνιώσαν, κινδυνεύουσαν να συναποθάνη με το αγέννητον έτι τέκνον της, και την απεκοίμισα διά του αιθέρος. Την απεκοίμισα πεποιθώς ότι θ' αφυπνισθή και θα ίδη ευτυχής και σώα το βρέφος, χάριν του οποίου εκινδύνευεν η ύπαρξίς της. Δεν αφυπνίσθη εκείνη.

Η ωραία ιστορία της χρυσής τρίχας δεν ήτανε παρά ένα ψέμμα... Και λοιπόν θα την παρέδινε σε άλλον... Αλλά ο Βασιληάς έβαλε το δεξί χέρι της Ιζόλδης στο δεξί χέρι του Τριστάνου. Και ο Τριστάνος το εκράτησε ως σημείο ότι εξ ονόματος του Βασιληά της Κορνουάλλης την έπαιρνε στην κατοχή του.

Ο δε Ηρώδης ο Αντίπας, ο ευτελέστατος ούτος των τυράννων και ασθενέστατος, θυμωθείς διότι ο Ιωάννης τον ήλεγχε διά τον αθέμιτον γάμον του μετά της Ηρωδιάδος, εκράτησε τον Ιωάννην και τον έρριψεν εις την φυλακήν. Ο Ιώσηπος λέγει, ότι η φυλακή αύτη ήτο εις το φρούριον Μακώρ, παρά την εσχατιάν την γείτονα της έρημου, προς βορράν της Νεκράς Θαλάσσης και εγγύς των μεθορίων της Αραβίας.

Κάνοντας αυτήν την απόφασιν, εκράτησε τον βεζύρην του μόνον, και τους άλλους τους απέλυσεν. Εκάθησαν λοιπόν αντάμα επάνω εις τα χόρτα, και είχαν την κουβέντα της ελάφου έως το βράδυ.

Εις την θύραν της οικίας του επερίμενεν η παππαδιά, σκιάζουσα διά της χειρός τους οφθαλμούς της. Μειδίαμα ευφρόσυνον επέλαμψεν εις το πρόσωπον του ιερέως. Εκράτησε το ζώον προ της θύρας και ηθέλησε ν' αποτείνη τον λόγον προς την σύζυγόν του, αλλά δεν ανήρχοντο αι λέξεις εις τα χείλη του. Ούτε εκείνη επρόφερε λέξιν, ενώ τον ητένιζε τρυφερώς προσπαθούσα να μειδιάση.

Στην Πόλη αποφάσισε να τον βγάλη και γι' αυτό εναυτολόγησε εμένα. Ο Ανέστης όμως ήξευρε πως είχε φαμελιά επάνω του και ηθέλησε να τον σώση. Είπε στον καπετάνιο πως ηύρε δουλειά έξω και θ' άφινε το καράβι. Τον επαρακάλεσε στη θέσι του να κρατήση τον Κεφαλλωνίτη. Εκείνος εκατάλαβε τη θυσία, αγαπούσε και το παιδί γιατ' ήταν σωστός δουλευτής· εμετανόησε. Εκράτησε τους δυο, εκράτησε κ' εμένα.

το τέρμα της εκράτησε την νύκτα, να μακρύνη, και την χρυσόθρονην Ηώ 'ς τ' Ωκεανού το χείλος, και τα γοργά πουλάρια της, Φαέθοντα και Λάμπον, 245 'που των θνητών φέρουν το φως, δεν άφησε να ζέψη.

ΘΕΡΑΠΩΝ Εκείνη μόνο εχάθηκε; Όλοι είμαστε χαμένοι. ΗΡΑΚΛΗΣ Είδα εγώ τα μάτια σας γεμάτα δάκρυα, είδα πως τα μαλλιά σας είχατε κομμένα. Μα εκείνος με έπεισε πως πέθανε κάποιος απ' έξω ξένος. Διά της βίας με εκράτησε στο σπίτι το θλιμμένο, και άρχισα να πίνω εγώ, ενώ αυτός πενθούσε.

Τότε είδεν ο χωλός στρατιώτης ότι ευρίσκετο πάλιν εις την ιδίαν τράπεζαν· αντικρύ του είδε τον πύργον και την ωραίαν χορεύτριαν, η οποία ακόμη έστεκεν εις το έν ποδάρι της, και εσήκωνε το άλλο εις τον αέρα. Ο στρατιώτης εσυγκινήθη. Του ήλθαν τα δάκρυα εις τα μάτια, αλλά τα εκράτησε και δεν έκλαυσε, διότι εσυλλογίσθη ότι δεν ταιριάζει. Εκύτταξε την νέαν, τον είδε και εκείνη, αλλά δεν είπαν λέξιν.

Είς των συντρόφων του Θεοδώρου εξέβαλεν εκ του κόλπου του ίσκαν και πυρίτην λίθον και ανήψε δάδα, εκράτησε δε αυτήν εις απόστασίν τινα από της μορφής του άρχοντος. Ούτος απεσφράγισε τότε την επιστολήν και ανέγνω.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν