United States or Azerbaijan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αίφνης επί του ανωφερούς εδάφους, εις ουχί μεγάλην απόστασιν, φαίνεται νέφος κονιορτού, το οποίον προσημαίνει συνοδίαν προσεγγίζουσαν· και έν νεαρόν μειράκιον εκ Μαγδάλων ή Βηθσαϊδά, αδιαφορούν προς τους υπεροπτικούς ελέγχους των Φαρισαίων, δεικνύει προς τα εκεί και τρέχει εν εξάψει κραυγάζον: «Μάλκα Μεσσιχά! Και τώρα η συνοδία πλησιάζει.

Αι χρωματισταί περικνημίδες αι οποίαι περιέβαλλον τας κνήμας της διαπερώσαι υπεράνω των ώμων της, ως ουράνια τόξα συνώδευον το πρόσωπόν της εις πηχιαίαν από του εδάφους απόστασιν. Τα χείλη της ήσαν ζωγραφισμένα, αι οφρείς καταμέλαναι, οι οφθαλμοί της σχεδόν τρομεροί, αι δε σταγόνες του ιδρώτος επί του Μετώπου της ωμοίαζον προς ατμόν επί λευκού μαρμάρου. Η Σαλώμη δεν ωμίλει. Μόνον εβλέποντο.

Οι πλοίαρχοι και των δύο παρά τα πηδάλια, με τα δίοπτρα εις χείρας εκραύγαζον την στιγμήν εκείνην ως με θαλασσίαν σάλπιγγα, την οστρακώδη κοχύλαν: — Μόλα-μπουρίνα! τίρα-μόλα! Κ' εβόϊζε το άγριον πέλαγος αντηχούν εις απόστασιν: — Μόλα μπουρίνα! Τίρα-Μόλα!

Προς ανατολάς εις απόστασιν ολίγων μιλίων, ωρθούτο η πράσινη και στρογγυλή κορυφή του Θαβώρ, πλήρης δρυών. Προς δυσμάς, ο Χριστός προσήλονε τους οφθαλμούς του διά μέσου του διαφανούς αέρος επί της πορφυράς αλύσεως του Καρμήλου, εις τα δάση του οποίου ο Ηλίας είχεν εύρει κατοικίαν.

Οι Αθηναίοι, με ογδοήκοντα δύο πλοία, τα οποία είχαν εις την Σάμον, εστάθμευον κατά τύχην εις την Γλαύκην της Μυκάλης, απέναντι της Σάμου, και εις ολίγην απ' αυτής απόστασιν.

Εάν έβλεπέ τι, έβλεπε τας ασπρομαύρους καλικατζούνας, μεγαλοθαλάσσια όρνεα, τα οποία επί των ανεχόντων μέσω του κύματος σκοπέλων, εις απόστασιν οργυιών τινων από της ξηράς, πολλοί εξέλαβον μακρόθεν ως γυναίκας ανασφιγγωμένας και ασπρομαυροβολούσας, αίτινες ησχολούντο να βγάλουν πεταλίδας, κύπτουσαι επί των βράχων. Αλλ' ήτο αδιάφορος και προς το θέαμα τούτο, ως και προς όλα τα λοιπά.

Και μόνον η βάρδια αγρυπνεί, ο φρουρός, βλέπων πάντοτε εμπρός, εις απόστασιν, και ο τιμονιέρης βλέπων προς τον ουρανόν και προς τ' άρμενα της αγρυπνούσης σκούνας, ήτις προχωρεί αδιακόπως γλυκά συνομιλούσα με το κύμα. — Βλέπεις εκείνο τ' άστρο, το γεμάτο; Εκεί να πηγαίνη το μπαστούνι σου. Και να παίζη ο κόντρας, το πλέον υψηλόν ιστίον. Ακούς, Γιαννάκη μου; Α! παιδί μου!

Τας επί του ποταμού γεφύρας είχαν καταστρέψη οι Πέρσαι, αλλ' ο αυτοκράτωρ ανεκάλυψεν ένα πόρον και διεβίβασε τον στρατόν. Οι Πέρσαι ευρίσκοντο ακόμη πλησίον του Ευφράτου και ετράπησαν μετά μεγάλης σπουδής προς την Μικράν Ασίαν. Μόλις εστάθησαν εις τας όχθας του ποταμού της Κιλικίας, εις απόστασιν 20 ημερών δρόμου από τας όχθας του Ευφράτου.

Και πότε με έπιαναν γέλοια και πότε ούρλιαζα, αναλόγως της ιδέας η οποία με κατείχε. Και κατήρχετο κανονικώς και ατέγκτως. Αιωρείτο εις απόστασιν μόλις τριών δακτύλων από του στήθους μου. Έκαμα βιαίας, μανιώδεις αποπείρας να ελευθερώσω τον αριστερόν βραχίονά μου. Ήτο ελεύθερος από τον αγκώνα μόνον μέχρις της χειρός.

Συγχρόνως ηκούετο γαύγισμα σκύλου και καπνός εφαίνετο εις απόστασιν, εξ ου εμαντεύαμεν κάποιαν αγροτικήν κατοικίαν. Εταχύναμιν λοιπόν το βήμα και μετ' ολίγον βλέπομεν ένα γέροντα και ένα νέον, οι οποίοι με πολλήν επιμέλειαν ειργάζοντο εις μίαν πρασιάν και διωχέτευαν εις αυτήν νερόν από την πηγήν.