Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Φίλε Τριστάνε, μόλις ιδώ το δαχτυλίδι με την πράσινη πέτρα, ούτε πύργος ούτε τείχος, ούτε φρούριο κανένα θα μεμποδίση να κάνω το θέλημα του φίλου μου. — Ιζόλδη, ο Θεός να σε προστατεύη. Τα δυο τους άλογα βάδιζαν κοντά-κοντά. Την τράβηξε κοντά του και την έσφιξε στην αγκαλιά του. «Φίλε, είπεν η Ιζόλδη, άκουσε την τελευταία μου παράκλησι. Σε λίγο θ' αφήσης αυτόν τον τόπο.

Πήγαινε να του πης πρώτα, κ' ύστερα γυρίζεις και τρώτε. — Η ευχή σας. Καληνύχτα, παπαδιά. Κ' εξήλθε. — Τι λέει, θα πω, είπεν η θειά το Μαλαμώ, μετά την αναχώρησιν του Πανάγου, θα πας στο Κάστρο, παπά; — Να ιδούμε τι θα μας πη κι' ο μπάρμπα-Στεφανής ο Μπέρκος. — Ηγώ, ένας-ιμ, είπεν η θειά το Μαλαμώ, α θε πας, έρχουμη. — Κ' εγώ, είπεν η παπαδιά. — Δεν είνε για ναρθής εσύ, παπαδιά, είπεν ο ιερεύς.

Και θα ωφελήσης ούτω το έθνος, διδάσκαλε, είπεν ο Σχολάριος. Ο Γεμιστός τον εθεώρησε με βλέμμα πλήρες δυσπιστίας. — Αλήθειαν λέγω, είπεν ο Σχολάριος. Μη έχης προκατάληψιν, ω Πλήθων. — Και όμως.., είπεν ο Γεμιστός μετά δισταγμού. — Αν έγραψα κατά σου, ω Πλήθων, δεν έπραξα τούτο εκ μίσους. Ουδεμίαν έχθραν έχω κατά σου. — Πιστεύω, είπεν ο Πλήθων. — Εις πάντα τα ζητήματα συμφωνούμεν.

Δεν είν' έτσι; — Συμφωνώ, είπεν ο Αγάθων. Ο Σωκράτης εξηκολούθησε τότε: — Λοιπόν αυτό, το να θέλη κανείς να του διατηρηθούν και εις τον έπειτα χρόνον όσα έχει εις τον παρόντα, δεν αποτελεί έρωτα εκείνου το οποίον δεν είνε ακόμη εις την διάθεσίν του ουδέ το κατέχει; — Βεβαιότατα.

Μετά τινα διακοπήν ο Γεροστάθης μας είπενΑλλά απανταχού και πάντοτε υπήρξαν και υπάρχουν άνθρωποι κακώς ανατεθραμμένοι, οίτινες μη θέλοντες ή μη δυνάμενοι να πράξωσιν έργα καλά, φθονούν, διαβάλλουν, εμπαίζουν, κακολογούν τας αγαθοεργίας των άλλων.

Γνωρίζων δε το φίλαρχον των Σουλιωτών, επρότεινεν εις αυτούς να οδηγήσωσι το έν σώμα, το δε έτερον είπεν ότι έμελλε να το οδηγήση αυτοπροσώπως ο ίδιος· ανέλαβε δε εις τον εαυτόν του να κινηθή εις την εκ δεξιών εκστρατείαν, ήτις έμελλε να ήναι η δυσκολοτέρα· αλλ' οι Σουλιώται κινούμενοι από φιλοτιμίαν και άμιλλαν εζήτησαν να διορισθώσιν αυτοί εις το κινδυνωδέστερον μέρος, και ο Καραϊσκάκης συγκατετέθη.

Ποίον είνε το λοιπόν μου είπεν αυτή, το εμπόδιον αυτό που ανίκητον σου φαίνεται; Η θρησκεία μου, της απεκρίθηκα· εγώ δεν τολμώ να παρέβω τον νόμον που με εμποδίζει, να στεφανωθώ μίαν γυναίκα, που δεν κάνει τους νόμους του Μωάμεθ.

Μα είντα φταις εσύ, κακορρίζικο παιδί; Ο κύρης σου ο προκομμένος τα φταίει. — Ναι, ο κύρης μου, ο κύρης μου, Καλιώ ... είπεν ο Μανώλης, έτοιμος να κλαύση ή να εκστομίση ασεβείς λόγους κατά του πατρός του. Διά ν' αποφύγη δε και το μεν και το δε, εκινήθη να φύγη, αλλ' η χήρα τον εκράτησε και επέμεινε να μάθη τα αίτια της θλίψεώς του.

Από την ημέρα που με 'δε με το μαλακό, του 'δώκαν οι δαιμόνοι! είπεν η Μαργή, σπογγίζουσα τα δάκρυα με το άκρον της ποδιάς της. Παλλομένη δε σύσσωμος από αγανάκτησιν επρόφερε φοβερά απειλήν: — Ας μου ξαναμιλήση, κιά δε πιάσω πέτρα να του σπάσω την κεφαλή του, να μη με πούνε Μαρία παρά Φατουμέ! Καλό.

Μου έλεγες ότι δεν κάμνεις στίχους, είπεν ο Βινίκιος, και βλέπω εδώ πλείστους στίχους εναλλασομένους με πεζόν λόγον. — Όταν το αναγνώσης, σου συνιστώ να επιστήσης την προσοχήν σου εις το συμπόσιον του Τριμαλκίωνος. Όσον διά τους στίχους τους αηδίασα, αφ' ότου ο Νέρων ήρχισε να διαπράττη ποιήματα.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν