Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


ΑΜΛΕΤΟΣ Φαίνεται! Δέσποινά μου, τι λέγεις; είναι· εγώ το φαίνεται δεν ξεύρω.

Ας πα να σκυλιάσουν όλοι, έγρυξεν ο μπάρμπα-Στεφανής.. — Εγώ λέω θα τους ρίξουμε κάτω, επανέλαβε, κατά βήμα παρακολουθών αυτόν βαδίζοντα ο Μανώλης. Αίφνης στραφείς προς αυτόν ο μπαρμπα-Στεφανής·

«Αυτή δεν θ' αργήση, έλεγα μέσα μου· τώρα θα κολυμπήση, θα ντυθή και θα φύγη . . . Θα τραβήξη αυτή το μονοπάτι της, κ' εγώ τον κρημνό μου! . . . » Κ' ενθυμήθην τότε τον Σισώην, και τον πνευματικόν του μοναστηρίου, τον παπά-Γρηγόριον, οίτινες πολλάκις με είχον συμβουλεύσει να φεύγω, πάντοτε τον γυναικείον πειρασμόν!

Μήπως και αυτή δεν σε αγαπά, ω αυθέντη; είπεν ο Βεδρεδίν. Όχι, όχι απεκρίθη ο Ορμώζ· δι' αυτό δεν παραπονούμαι· αν εγώ την λατρεύω, είμαι με όλον τούτο ανταποκριμένος. Μα πώς το λοιπόν, ξαναείπεν ο Βεδρεδίν, ημπορεί αυτή να σε κάνη δυστυχή; Τώρα, τώρα θέλετε τα ιδεί, απεκρίθη ο βασιλέας του Αστραχάν· αναμείνατε και οι τρεις εις την πόρταν, και θεωρήσατε με προσοχήν εκείνο που θέλει συμβή.

Ο σύντροφός σου εφονεύθη και συ επληγώθης. Ημείς δεν πταίομεν, αλλά θα μας πατάξουν οι νόμοι με την αυστηρότητά των. — Μη φοβείσθε διωγμούς, απήντησεν ο Βινίκιος. Εγώ θα σας προστατεύσω. Ο Κρίσπος δεν ήθελε να του είπη ότι εδυσπίστει προς αυτόν. — Αυθέντα, εξηκολούθησεν ο Κρίσπος, η δεξιά σου χειρ είναι υγιής. Ιδού πινακίδες και κάλαμος!

Τέλος πάντων ύστερον από πέντε ή έξ εβδομάδας, μαθαίνοντας ότι ήτον έτοιμο ένα καράβι διά να μισεύση από εκεί διά την πατρίδα μου, ετοιμάσθηκα και εγώ να μισεύσω με αυτό. &Συμβεβηκός πρώτον του Αμπουλβάρη.&

Ειπέ να μου φεισθούν, να μη με κόψουν . . . διά να μη κάμω ακουσίως κακόν. Δεν είμ' εγώ νύμφη αθάνατος· θα ζήσω όσον αυτό το δένδρον . . . Εξύπνησα έντρομος, κ' έφυγον . . . Ήτο ήδη μεσημβρία, και ο ήλιος εμεσουράνει. Έκαιεν υψηλά, υπεράνω της κορυφής της δρυός, ήτις ήτο σκιά αδιαπέραστος . . . Από τον αντικρυνόν λόφον ήκουσα φωνήν να με καλή εξ ονόματος.

Άτοπον είναι, ιερεύς εγώ, να νικώμαι από τοιαύτα ανθρώπινα πάθη ολιγοπιστίας. Έκαμε και τρίτην φοράν τον σταυρόν του. — Ήμαρτον, Κύριέ μου! είπεν. Και ήνοιξε την πορτίτσαν του ερημοκκλησίου. — Ν' ανάψω και τα κανδηλάκια του που ξημερόνει Κυριακή. Πρώτα πρώτα τον συνήρπασεν ηδέως το φως των κανδηλίων, τα οποία όλα ήσαν νεωστί αναμμένα. Φως ήμερον και γλυκύ.

Και δε μου λες πως ξεμωράθηκες και συ στα γεράματά σου; Κερ. Στα γεράματά μου εγώ είδα δυο μεγάλα θάματα. Ένα, να τρελλαίνεται ο κυρ Κωσταντής και να φαρμακώνη τη μάννα του, κι άλλο, να καλογερεύη ο Στεφανής. Γαρουφ. Ο Στεφανής! Κερ.

Κ' εγώ, ένας αχρείος, λασποζυμωμένος, χάσκω τριγύρ' ως ο μωρός ονειροκόπος, αναίσθητοςτο δίκαιόν μου, και ουδέ λέξιν να βγάλω είμαι ικανός δι' έναν βασιλέα, οπού 'ς ό,τι και αν είχε καιτην ποθητήν του ζωήν επράχθη επικατάρατη ληστεία.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν