Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Ο Μανώλης μεθυσμένος και παραπατών διηυθύνθη προς το σπίτι του. Αλλά καθ' οδόν τον εσταμάτησεν αιφνίδια ανάμνησις. «Πού, πας μωρέ; εμουρμούρισεν απευθυνόμενος προς τον εαυτόν του. Πού πάς, μωρέΕστάθη κ' εσκέπτετο επί τινας στιγμάς, έπειτα εστράφη προς τα οπίσω.

Η θύρα ηνοίχθη αθορύβως ως υπό άυλου ωθουμένη φυσίματος και το φάσμα διηυθύνθη προς την κλίνην, βαδίζον επί της άκρας των γυμνών ποδών του. Το νέφος, το φάσμα, ο βρυκόλαξ, η Ιωάννα τέλος πάντων, εστάθη παρά την κλίνην και, ενθαρρυνομένη υπό της ακινησίας του νεανίσκου, ήρχισε να λείχη διά του άκρου των χειλέων τας παρειάς του απηγορευμένου εκείνου καρπού, ον δεν ετόλμα να δαγκάση.

Ανεχώρησε ταχέως, επειδή η αυτοκρατορική πομπή είχε προχωρήσει ήδη. Ο Απόστολος Παύλος τον ηυλόγησε δι' αοράτου σημείου του Σταυρού και κατόπιν μετά της Λιγείας διηυθύνθη προς την Τρανστιβέρην.

Ρε, Νάσο· για κάμε 'σα κά' τορό-τορό να ιδής τι γένεται· είπεν εις τον νεαρόν βλάχον ο γέρω Αλέξης, ο γεροντότερος όλων και αρχηγός της οικογενείας, όστις δεν ήμελγεν αλλά στηριζόμενος όρθιος επί της αγκλίτσας του επέβλεπε τας εργασίας. Ο Νάσος υπήκουσεν ευθύς και λαβών την αγκλίτσαν του διηυθύνθη προς τον Δημήτρην. — Ούρντε, να! ούρντε!. . . εφώναξε προς τους σκύλους πλησιάζων.

Ο Χίλων ησθάνθη μετ' ολίγον την δρόσον να τον διαπερά· ύστερον ηγέρθη και διηυθύνθη με βήμα βραδύτερον προς την κατοικίαν του, εις την Σουβούρην, όπου τον ανέμενεν η δούλη, η αγορασθείσα διά των χρημάτων του Βινικίου. Εκεί συρθείς μέχρι του κοιτώνος του, ερρίφθη επί της στρωμνής και εκοιμήθη.

Ο Χίλων, αφού διέκρινεν εις την γωνίαν του θαλάμου κλίνην, και επί της κλίνης ταύτης τον Βινίκιον, διηυθύνθη προς τον τριβούνον, χωρίς να παρατηρήση κανένα, πεπεισμένος ότι πλησίον εκείνου ήτο περισσότερον ασφαλής ή πλησίον άλλου. — Ω! αυθέντα, διατί δεν ηκολούθησες τας συμβουλάς μου; ανέκραξε σταυρώσας τας χείρας. — Σιώπα, είπεν ο Βινίκιος, και άκουσον.

Είντα να σου πω κεγώ απού την αγρίεψες με το φέρσιμό σου, είπεν η Καλιώ με φωνήν εις την οποίαν διεκρίνετο ακόμη η δυσαρέσκεια. Μα άφησε δα να ξεμπλέξης πρώτ' απού τσοι Θωμαδιανούς. Εκεί έπρεπε να χωρισθούν και η Καλιώ διηυθύνθη εις τον κήπον της. Ήτο φαιδρά θερινή πρωία, αλλ' η χήρα εβάδιζε βαρύθυμος εις την χαράν εκείνην της φύσεως.

Ήτον έμπορος Συριανός, παρεπιδημών δι' υποθέσεις εις την μικράν νήσον. Άμα εισελθών διηυθύνθη μετά μεγίστης ελευθερίας και θάρρους εις το λογιστήριόν, όπου ίστατο ο κυρ-Μαργαρίτης. — Τι έχουμε, κυρ-Μαργαρίτη; . . . Τ' είν' αυτό; είπεν, ιδών πρόχειρον επί του λογιστηρίου το γραμμάτιον της πτωχής γραίας. Και λαβών τούτο εις χείρας·

Αφού ανεπαύθη ολίγον, ηγέρθη και βεβαιωθείς ότι δεν έχασε το μαρσίπιον, το οποίον είχε λάβει από τον Βινίκιον, διηυθύνθη με βήμα βραδύτερον προς τον ποταμόν. Εσκέπτετο τι απέγεινεν ο Βινίκιος. Είχεν ιδεί τον Λιγειέα να φέρη προς τον ποταμόν το σώμα του Κρότωνος· αλλά τίποτε περισσότερον.

Ωχ, αδερφέ! εφώναξε, για το φίδι κάνεις έτσι; Και λαμβάνων από της γης τον σάκκον, όστις είχε πέσει των χειρών του κατά την ώραν της ταραχής και από τινος γωνίας το μαστίγιόν του, διηυθύνθη προς την θύραν υποψιθυρίζων: — Μην ήσαι κουτή, καϋμένη!. . πήγαινε κ' εγώ θα γυρίσω γρήγορα. Χωρίς δε να προσθέση τι πλέον, ανέβη επί του κάρρου και μαστίσας τον ίππον του απήλθεν.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν