Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Λέμβος υπόσαθρος, αλιάς πολλάκις εμβαλωθείσα, ονάριον θαλασσινόν με θραυσμένην την σπονδυλικήν στήλην, προσήγγισε με τα κουπάκια εις την αποβάθραν της νήσου. Όπισθέν της, δέσμιος μέγας ιχθύς, ορφώς καστανόχρους ανετάρασσε τα ύδατα διά των ισχυρών πτερυγίων του και της πλατείας ουράς.

Ο κυρ-Μιχάλης πάλιν κατέναντί του με το πλατύ και μακρόν πρόσωπόν του, ασκεπής, ανασκουμπωμένος, ως μάγειρος οπού ήτο, με την ποδιάν του ακόμη, ήκουεν αφηρημένος, ακίνητος, δέσμιος, θαρρείς, μαγνητισμένος, θαρρείς, ακολουθών άπνους Έκτωρ το αιθέριον άρμα του Καπετάνιου. Αι λαμπάδες και των δύο έκειντο εκεί, κάτασπροι, επί της επιταφίου εκείνης πλακός, ενώ τα ποτήρια συνεχώς επληρούντο.

Ποσάκις, βλέπων εκείθεν τας λευκάς πτέρυγας των απεχόντων πλοίων, εζήλευε τους ναύτας, οι οποίοι, εύρωστοι και ρωμαλέοι, επάλαιον κατά των στοιχείων, περιφερόμενοι από τόπου εις τόπον και ποθούντες την παραλίαν της πατρίδος, όπου όντα προσφιλή τους επερίμενον, ενώ αυτός, δέσμιος επί του βράχου του, έρημος και ελεεινός, επερίμενε τον θάνατον!

Ικανούς χρόνους ηκολούθησεν ευτυχώς το έργον τούτο, αλλά τελευταίον η τύχη του πολέμου τον έκαμε να πέση ζων εις τας χείρας ενός σώματος Αλβανών, διωρισμένου παρά του Αλή πασά προς καταδίωξιν των κλεπτών, κατά δε την επικρατούσαν συνήθειαν εστάλη δέσμιος εις Ιωάννινα.

Την στιγμήν εκείνην ο πρώτος λαλήσας, όστις ήτο αυτός εκείνος, όστις μετά του γέρω-Σολμάν, του λαλούντος την ελληνοβάρβαρον, είχεν ερωτήσει το πρωί τον αιπόλον περί της οδού της αγούσης εις το φρούριον, έστρεψε το βλέμμα προς τον σωρόν, ον απετέλει ο δέσμιος βοσκός κείμενος παρά τινα σχοίνον. — Τι είν' αυτό; είπε. Και κύψας εξήτασε το πρόσωπον του αιπόλου.

Εγνώριζον ότι ο Ιωχανάν εκρατείτο εκεί δέσμιος. Άνδρες φέροντες πυρσούς ανημμένους ανερριχώντο επί της ατραπού. Η χαράδρα ήτο γεμάτη από ένα μελανόν όγκον και οι άνδρες εβρυχώντο εκ διαλειμμάτων. Ιωχανάν, Ιωχανάν. — Κάμνει άνω κάτω τον κόσμον, είπεν ο Ιωνάθαν. — Αν εξακολουθήση αυτή η κατάστασις δεν θα έχομεν πλέον χρήματα, εβόουν οι Φαρισαίοι. Κατακραυγαί ηκούοντο. — Υπερασπίσου μας!

Περί δε του πατρός σου τι να είπω, αφού και τώρα ακόμη ευρίσκεται δέσμιος εις τον Τάρταρον; Λέγουν δε ότι και ερωτεύεσθε και πληγώνεσθε και ενίοτε γίνεσθε δούλοι εις τους ανθρώπους• ως παράδειγμα δε αναφέρω τον αδελφόν σου που έγινε δούλος εις τον Λαομέδοντα, και τον Απόλλωνα που εχρημάτισε δούλος του Αδμήτου.

Είχε δε ο τύραννος Μαιάνδριος αδελφόν ολίγον παράφορον, όστις εκαλείτο Χαρίλαος· ο αδελφός ούτος ήτο δέσμιος εις την ειρκτήν διά σφάλμα τι. Ακούσας κατ' εκείνην την στιγμήν τα γινόμενα και κύψας διά της οπής της ειρκτής, είδε τους Πέρσας ησύχως καθημένους και εφώναξε ζητών να ομιλήση με τον Μαιάνδριον. Ακούσας τούτο ο Μαιάνδριος, διέταξε να τον λύσωσι και να τον φέρωσιν ενώπιόν του.

Μετ' απερισκέπτου θρασύτητος, και κρύπτων τας καλλιτέρας αφορμάς αίτινες τον είχον φέρει εκείσε, ο Πέτρος αν και είχε νουθετηθή ήδη, αλλά μάτην, προέβη εν τη αυλή προς την ανθρακιάν την καίουσαν εν τω κέντρω, και εκάθισεν εις το μέσον των υπηρετών των Ιερέων, ενώπιόν των οποίων ο Κύριός του την στιγμήν εκείνην δέσμιος είχε προσαχθή υπό κατηγορίαν θανάτου.

Το πλοίον εφέρετο επί των κυμάτων εική, όπου το ώθουν οι άνεμοι, ψυχή άλλη δεν υπήρχεν επ' αυτού, και ο Βελμίννης δέσμιος επί του ιστού δεν είχε τουλάχιστον την παρηγορίαν του να αποθάνη ελεύθερος και αγωνιζόμενος τον υπέρ της ζωής αγώνα. Ο δεσμώτης ελύσσα, εφρύαττεν, έδακνε τας αλύσεις, αλλά δεν είχεν υπεράνθρωπον δύναμιν όπως διαρρήξη αυτάς.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν