United States or Saint Kitts and Nevis ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μη γένοιτο, απεκρίθη ο βεζύρης· επειδή και είμαι βέβαιος, πως και αυτός θα είνε ωσάν τον διδαχτήν· και αν έχης τον τρόπον να βεβαιωθής από τον ίδιον βασιλέα θέλεις ιδεί πως και αυτός δεν είνε χωρίς καμμίαν θλίψιν, που να τον συγχίζη.

Γένοιτό μοι αρωγός και προστάτης ο μεγάθυμος ήρως, ο εν μέσω των καταιγίδων του χειμώνος ευαρεστηθείς να συμβιώση μετ' εμού, ο επί μήνας ολοκλήρους επισκιάσας τον ύπνον μου, ο παρακολουθήσας τα διαβήματά μου εν ξηρά και θαλάσση, ο μετά στοργής ακροασάμενος των μυστικών μου θλίψεων επί του ερήμου σκοπέλου ένθα προσωρμίσθην. Γένοιτό μοι αρωγός και προστάτης! Μ α δ ο υ ρ ή.

Τότε έτσι αφτός τους έσωσε απ' το χαμό, ξεχνώντας τα περασμένα. Όμως αφτοί δεν τούδωκαν πια δώρα, τόσα που τούπαν κι' όμορφα· τους έσωσε όμως κι' έτσι. Μα τώρα εσύμη γένοιτο! — μη βάλεις μες στο νου σου, 600 παιδί μου, τέτια απόφαση· τι τάχα θα φελέσει, όταν τα πλοία καίγουνται αν βγεις ναν τα βοηθήσεις; Μον σύρε, κι' όλοι σα θεό θα σε τιμούν κατόπι603

Μη γένοιτο αυτό, βασίλισσά μου, της απεκρίθηκα, εγώ δεν ζητώ ούτε δώρα, ούτε άλλο κανένα πράγμα διά τα όσα έκαμα διά λόγου σου και διά να σου φυλάξω την ζωήν, και εις κανένα δεν μετανοώ· μα σου ομολογώ, πώς είμαι πολλά περίλυπος που με μεταχειρίσθης διά όργανον της επιβολής σου, και διά μέσου μου ετελείωσες την εκδίκησίν σου.

Εις ένα και το αυτό ταξείδι, η Κλάριβελ εύρηκε άνδρα εις το Τούνεζι, ο Φερδινάνδος, ο αδελφός της, μία σύντροφο εκεί, που ο ίδιος ήταν χαμένος, ο Πρόσπερος τη δουκαρχία του σ' ένα έρημο νησί, και καθένας από μας ηύρε τον εαυτό του ενώ είχε βγη από τον εαυτό του. Δόστε μου τα χέρια σας· ο καϋμός και η θλίψη να σφίξουν πάντα την καρδιά, που δεν θέλει τη χαρά σας. ΓΟΝΖ. Γένοιτο.! Αμήν!

Η ατάραχος εκείνη λέξις μετέβαλλε το όλον ρεύμα της σκέψεως και του αισθήματος του θερμοκαρδίου μαθητού! Δεν έχω μέρος μετά Σου; μη γένοιτο Κύριε! «Κύριε μη τους πόδας μόνον αλλά και τας χείρας και την κεφαλήν». Αλλ' όχι, και πάλιν οφείλει να δεχθή ότι ο Χριστός θέλει, όχι κατά τον ίδιον τρόπον του, αλλά κατά τον τρόπον του Χριστού. Η νίψις όλου του σώματος δεν εχρειάζετο.

Όταν ήκουσεν ο βεζύρης ταύτα τα λόγια, ετρόμαξεν η καρδία του, και της λέγει· μη γένοιτο ποτέ τούτο, να φανώ εγώ παιδοκτόνος· ο βασιλεύς εξωρκίσθη εις την ψυχήν του, να αποφασίζη εις θάνατον κάθε αυγήν εκείνην που εκοιμήθη μαζί του την νύκτα· πώς έχω να ακούσω εγώ τέτοιαν απόφασιν και προσταγήν από τον βασιλέα; ή πρέπει να θανατωθώ εγώ, ή να υπακούσω εις την απόφασιν του βασιλέως διά να θανατώσω την θυγατέρα μου· τι πρέπει να κάμω; τα πατρικά μου χέρια να αιματώσω εις το αίμα της αγαπητής μου θυγατρός; μη γένοιτο ποτέ εις τον αιώνα.

Εις τούτην την ομιλίαν ο βαφιάς εκύτταξε τον κριτήν εις το πρόσωπον με θαυμασμόν, και του είπε· αν έχης επιθυμίαν, αφέντη, να με εμπαίξης είσαι νοικοκύρης, και ημπορείς να γελάσης όσον σου αρέσει με την θυγατέρα μου. Όχι, μη γένοιτο, απεκρίθη ο Κατής, εγώ δεν γελώ με κανένα, μα αγαπώ την θυγατέρα σου, και διά τούτο σου την γυρεύω. Ο τεχνίτης ακούοντας έτσι, εδόθηκεν εις ένα μεγάλον γέλωτα.

Και αν, ό μοι γένοιτο, είνε αποθαμμένοι, να το εξαργυρώσης η αγιωσύνη σου, να δώσης εις κανένα αδελφόν μου, εάν είνε αυτού, ή εις κανέν ανίψι μου, και εις άλλα πτωχά. Και να κρατήσης και η αγιωσύνη σου εάν οι γονείς μου είνε αποθαμμένοι, έν μέρος του ποσού αυτού διά τα σαρανταλείτουργα . . .» Πολλά έλεγεν η επιστολή αύτη και έν σπουδαίον παρέλιπε.

Γιατί αν μας έρθουν βολικά, ο θεός η αιτία, μ’ αν πάλιν, ο μη γένοιτο, κακό μας λάχη ένας ο Ετεοκλής πολλά στην πόλη απ’ όλους μυριόστομα θα ’χη ν’ ακούη μοιρολόγια και θρήνους, π’ άμποτε ο διαφεντευτής ο Δίας την Καδμεία ’παυτά στ’ αλήθεια ας διαφεντεύη.