Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Ήλθαμ' εις τ' άντρ' ογλήγορα και μέσ' αυτός δεν ήταν, αλλ' έβοσκεν εις ταις βοσκαίς τα σαρκωμέν' αρνιά του. και ως φθάσαμ' εκυττάζαμεν όσά 'χε μέσα τ' άντρο• τα τυροβόλια γεμιστά, και η μάνδρες στοιβασμέναις αρνιά κ' ερίφια• κ' είχε τα ξεχωριστά κλεισμένα, 220 τα πρώιμ' αλλού, τα δεύτερα αλλού, και αλλού τα τρίτα. και όλα επλημμύριζαν ορό, και κάδοι και σκαφίδες, τ' αγγεία τα καλόφθειαστα, 'π' άρμεγε αυτός το γάλα. τότε με λόγια οι σύντροφοι θερμά μ' επαρακάλουν, απ' τα τυριά να πάρουμε και φεύγοντας με βία 225 αρνιά κ' ερίφια γλήγορα να σύρουμ' απ' ταις μάνδραις 'ς το πλοίο μας, και τα πικρά να σχίσουμε πελάγη. να 'χα δεχθή την γνώμη τους! αλλ' είχε βάλει ο νους μου κείνον να ιδώ και ξενικά να μου χαρίση δώρα• και αχ, να φανή δεν έμελλε τερπνός εις τους συντρόφους! 230
Και στρέψας όπισθεν το φύλλον του χάρτου, είδε την υπογραφήν, ην είχε βάλει ο αγαθός ιερεύς, παρέβαλεν αυτήν με το όνομα το φερόμενον εν τω κειμένω, και την εύρε σύμφωνον. Και ανοίξας το χρηματοφυλάκιον, εμέτρησεν εις την χείρα της θειά- Αχτίτσας, και προ των εκθάμβων οφθαλμών αυτής εννέα στιλπνοτάτας αγγλικάς λίρας.
Η εκκλησιά εδιάβαζε, Κυριακήν πρωί, κ' ημείς οι δύο, ο Νικολός του Αγιώτη κ' εγώ, επήραμεν, εκείνος το ζεμπίλι στον ώμον — είχε βάλει μέσα, εκτός από τα μικρά οψώνια διά το εξοχικόν γεύμα μας, και το σίδηρον της σκαπάνης — εγώ δε εκράτουν επιδέξια, τάχα ως ραβδίον οδοιπορίας, το ξύλον ή το στηλιάρι της τσάπας αυτής, κ' εκινήσαμεν εις μελετημένην εκδρομήν.
Είπε και τότες τούπιασε το χέρι το δεξύ του εκεί στο χτένι, μην τυχόν και βάλει ο νους του φόβους. Κι' εκείνοι οι διο στο πρόσπιτο, ο βασιλιάς κι' ο κράχτης, πλαγιάζουν, κι' είχε συλλογές ο νους τους και φροντίδες. Μα ο Αχιλέας πλάγιασε στης στερεής καλύβας 675 το βάθος, κι' η ροδόθωρη κοντά του η Βρισοπούλα.
— Για πού νάχη βάλει ρότα τούτο το πλεούμενο; είπε ο βαρκάρης στο μούτσο του, γυρίζοντας κατά το μπροστινό κουπί, που έλαμνε νυσταγμένα και ανόρεχτα το παιδί, και σιάρισε το δικό του, για να γυρίση τη βάρκα κατά το κουφάρι, που έπλεε τώρα τρεις-τέσσαρες οργυιές ζερβιά τους. — Ποιο πλεούμενο; είπε το παιδί, που δεν έβλεπε τίποτε μπροστά του. Και κράτησε το κουπί για να κυττάξη καλύτερα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν