Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Ιουλίου 2025
Κάνοντας υστερώτερον να σηκώσουν τα ντουλάπια από έμπροσθέν μου, επρόσταξα την γυναίκα του πραγματευτού να ξεσκεπάση το πρόσωπόν της λέγοντάς της· κάμε να ιδούμεν αυτές τες νοστιμάδες τες κινδυνώδεις, που επαρακίνησαν εκείνα τα τρία υποκείμενα διά να σε αγαπήσουν.
Δεν ήταν όσο ήθελε να δείξη κακή· ούτε περπάσα, ούτε περίεργη ήταν στ' αληθινά. Μόνον φαντασία είχε. Και για τούτο της άρεσαν οι συμφωνίες. Κάθε υποχρέωση την θεωρούσε μιαν αλυσίδα στο λαιμό της, μια καδένα, όπως την έλεγε. Κ' ήθελε νάχη απ' αυτές όσο μπορούσε λίγες και μετρημένες απάνου της.
Από τ' άλλα πλοία σιγανότερες και μακρυνότερες φωνές σάλπιγγας φτάνανε κ' αυτές ως κει. — Κάθε σάλπισμα, είπεν ο Ρένας στο σύντροφό του γραφέα, προορίζεται για ορισμένη τάξη ναυτών. Στο καράβι μας χτυπάνε πληρωμή θερμαστών, στο διπλανό τους φωνάζει η σάλπιγγα για αγγαρία.. Η ψυχολογία κάθε σαλπίσματος είναι σύμφωνη με την έννοιά του.
Άμοιρες, άθλιες παρθένες, που στο τραπέζι εκάθιζαν μαζί μου πάντα κι όποια τροφήν έγγιζα εγώ πιάναν κι εκείνες, σ’ αυτές προστάτης να γενής, παρακαλώ σε, κι άφησε στην αγκάλη μου θερμά να σφίξω, μαζί μ’ αυτές τα δεινά μου, δεινά να κλάψω.
Την ήθελε όμως την ισότητα όχι πολιτική, παρά μονάχα κοινωνική· βάση της θεωρίας του είτανε να δίνουν οι πλούσιοι στους φτωχούς ένα μέρος. Από τα φυλλοκάρδια του έβγαιναν αυτές οι ιδέες, κι ως τόσο τις έκαμαν κι αυτές αφορμή να τονέ χαντακώσουν.
Την ψυχή που αφηνότανε να κατακλυσθή απ' αυτές χωρίς να σκέπτεται να της αναλύση, και προσήρμοζε χωρίς να το κατορθώνη πλήρως, το παραμύθι που την έθελγε στης συνθήκες της συνηθισμένης υπάρξεώς της. Αν είχε φθάσει μέχρι των ημερών μας μία πλήρης Γαλλική απόδοσις του θρύλου, ο κ. Μπεντιέ, για να γνωρίση τον θρύλον αυτό στους σύγχρονους αναγνώστες, θα μπορούσε να περιορισθή σε μια πιστή μετάφρασι.
Τελειώνοντας και αυτήν την Ιστορίαν η Χαλιμά, ο βασιλεύς Αϊδήν αφού εγέλασε μεγάλως εις όσα συνέβησαν των δύο αδελφών Εξωτικών, είπε προς την Χαλιμά· Εσύ αγαπημένη μου, με αυτές τες ιστορίες με υποχρεώνεις πάντα περισσότερον διά να σου μακρύνω την ζωήν, και να μου γίνεσαι ποθεινότερη, διατί πολλά μου ενίκησες την γνώμην, και την απόφασίν μου με αυτά τα εύμορφα διηγήματα, που ποτέ εις την ζωήν μου δεν ήκουσα παρόμοια· μάλιστα και τα συμβεβηκότα των δύο Εξωτικών μου έφραναν περισσότερον την καρδίαν ακούοντάς τα.
Αλλά ο Βασιλέας την εκράτησε από τη βελουδένια κάπα της και την ξανάβαλε να καθήση δίπλα του. — Περιμένετε λίγο, Ιζόλδη φίλη, νακούσωμε αυτές της τρέλλες ως το τέλος. Τρελλέ, τι δουλειά ξέρεις να κάνης; — Υπηρέτησα κόμητες και Βασιληάδες. — Αλήθεια, ξέρεις να κυνηγάς με σκυλλιά και με πουλιά;
Αυτά τα παιδιά, με τα πλατειά ζουνάρια και τα μουστάκια τα στρημμένα, του χαλούσανε το στομάχι. Ούτε τα φερσίματά τους, ούτε τα λόγια τους, ούτε τα τραγούδια τους ήθελε να τακούη. Όλο και σαχλαμάρες. Πολιτική, κουβέρνο, συνδυασμοί, κωλυσιεργίες, ένα σωρό αηδίες. Αυτές ήταν οι κουβέντες τους. Κ' ύστερα φραγκοτράγουδα, γκαρίσματα, μπάσα και πρίμα, σωστές πριμαντόνες. Λίγο κρασί και πολλά φούμαρα.
Έπειτα έκοψε τη γλώσσα, το ρύγχος, τα νεφρά, την καρδιά, και τάλλα εντόσθια. Κυνηγοί και οδηγοί των λαγωνικών, σκυμμένοι γύρω του, τον κύτταζαν, γοητευμένοι. «Φίλε, είπεν ο αρχικυνηγός, αυτές η συνήθειες είναι ωραίες. Σε ποιον τόπο της έμαθες; Πέσε μας την πατρίδα σου και τόνομά σου. — Ωραίε άρχοντα, με λένε Τριστάνο κι' αυτές της συνήθειες της έμαθα στην πατρίδα μου, στο Λοοννουά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν