Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Ξέρει πολύ καλά πως δεν είμαι ικανή να προδώσω την τιμή του. Μα ξέρει και τούτο, πως δεν μπορώ να ζήσω στα ξένα. Ο νέος δεν ήτο ήσυχος. Υπώπτευεν ότι η γυνή ήτο δολία και εφαντάζετο τον εαυτόν του ως θύμα. Αποτόμως την ηρώτησε·Γίνεται να μη σ' αγάπησε κανένας χωριστά απ' τους άλλους;... και θα τον ήθελες και συ... πριν πανδρευθής... ή ύστερα αφού υπανδρεύθης;

Και ωσάν της εφανέρωσα αυτό, ευθύς εις τον ίδιον καιρόν της εδιηγήθηκα, μα χωρίς να κρύψω το παραμικρόν, όλην μου την ιστορία. Τελειώνοντας δε την διήγησίν μου, Βασιλέα μου, είπεν αύτη, ήξευρε ότι αν κατά τύχην και δεν ήθελες είσαι υιός Βασιλέως, δεν ήθελα σε αγαπήσει ολιγώτερον απ' ό,τι σε αγάπησα.

Αλλά πάλιν εις την πίεσιν εκείνην άλλαι σκέψεις αντέτασσον ανυπέρβλητα εμπόδια: «Δεν ντρέπεσαι, της έλεγε μία φωνή αυστηρά, που έχεις κόρη της πανδρειάς; ... Αυτόν, ως εχθές τον ήθελες για γαμπρόν, και τώρα! ... Δεν ντρέπεσαι; Τι θα πη το χωριόΈπιπτε τότε εις πικροτάτην αθυμίαν και στενάζουσα έλεγε: — Θε μου, και πάρε με να γλυτώσω ... να μη φύγη ο νους απού την κεφαλή μου!

Μίαν ημέραν που εσεργιανίζαμεν εις το περιβόλι του σπητιού μας και που αυτές εβλασφημούσε κατά την συνήθειάν του τα κακά μου ήθη, μου είπεν· ω υιέ μου, εγνώρισα έως εδώ ότι οι νουθεσίες μου δεν σ' ωφελούν με κανένα τρόπον, μα θέλεις ελαφρωθή ογλήγορα από έναν, που καθημερινώς σε ενοχλεί διά το καλόν σου· ο θάνατός μου δεν θέλει είναι πολλά μακράν και ωσάν γέροντας που είμαι μέλλω να διαβώ εις τον άλλον κόσμον, και θέλω σου αφήσει μεγάλα πλούτη, και κύτταξε καλά να μη τα μεταχειρισθής εις κακοπραξίες· και αν από κακήν σου γνώμην ήθελες αστόχαστα τα εξοδιάση να μην αφήσης που να προστρέξης εις τούτο το δένδρον, που βλέπεις εις την μέσην τούτου του περιβολιού· κρέμασε εις εκείνο το χονδρότερον κλωνάρι μίαν θηλιάν θανατηφόρον διά να πνιγής, και με αυτό θέλεις ελευθερωθή από όλες τες δυστυχίες που θέλουν σου συμβή.

Και είνε να μην τους ζηλεύση κανείς; Δεν βλέπεις τι ευτυχισμένοι που ζουν! Πως είνε πτωχοί, . . αδιάφορον! Όλοι ροδοκόκκινοι από υγείαν . . . Ανάγκας δεν έχουν. . . . φροντίδας δεν έχουν. . . . Σπίτι γεμάτο ζωήν και χαράν! Όταν είνε να δουλεύσουν δουλεύουν, και όταν είνε να διασκεδάσουν διασκεδάζουν. Όχι . . . — Όχι 'σάν εμάς; ήθελες να ειπής κ' εστάθης. — Βέβαια.

Αλλ' οπόταν έξαφνα εμπήκες εις τον χοντζερέ, εγώ βλέποντάς σε πως ήθελες να με φονεύσης, υπαντήθηκα από το λάβωμα του σπαθιού σου, και έφυγα από τα χέριά σου· μα ο ουρανός μην υποφέροντας πλέον τες ανομίες μου, ιδού που με έδωσεν εις τας χείρας σου.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ήθελες, Έρως, να ίδης εκ των παραθύρων της Μεγάλης Ρώμης τον κύριόν σου βαδίζοντα με εσταυρωμένας χείρας, κλίνοντα τον καμφθέντα αυχένα του και με πρόσωπον κατησχυμένον, το δε προπορευόμενον άρμα του ευτυχούς Καίσαρος να στιγματίζη το αίσχος του ακολουθούντος; ΕΡΩΣ. Δεν ήθελα να το ίδω.

Διότι, αν ήθελες να καταλάβης, Σωκράτη, τι δύναμιν έχει το να τιμωρώνται οι αδικούντες, αυτό ήθελε σε διδάξει, ότι οι άνθρωποι νομίζουν ότι η αρετή δύναται ν' αποκτηθή.

Εκείνος θύμωσε· αρπάζει τη μηλιά απ' το χέρι μου και μου δίνει μια σπρωξιά. Να, έτσι έπεσα και λερώθηκα... Μα τι στραβόκοσμος! τι στραβόκοσμος!.. — Τι ήθελες ν' ανακατωθής του λόγου σου, είπε ο Δημητράκης. — Γιατί, κύριε! τον ρώτησε ο Αριστόδημος με θυμό. Το μυαλό δεν τόχει κανείς μοναχά για τον εαυτό του· τόχει και για τους ξένους.

Τότε ο βασιλεύς, ο οποίος πολλά την αγαπούσε, φοβούμενος τον κίνδυνον που ήτον επήγε διά να την ιδή, και εκεί την εβεβαίωσε πως δεν θέλει της μιλήσει πλέον περί ταύτης της υπανδρείας. Ετούτο δεν φθάνει, απεκρίθη η βασιλοπούλα, απεφάσισα διά να αποθάνω, οπόταν δεν μου ήθελες κάμει εκείνα, που έχω διά να σου ειπώ, με όρκον, που να μη με παρακούσης.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν