United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτός ως τόσον έκρυβε το συμβάν που του έτυχε και έχασε τα χάπια· και υποφέροντας με υπομονήν το κακόν του αφίνονταν από ολίγον κατ' ολίγον να φθείρεται· βλέποντάς τον τέλος πάντων εις μίαν κατάστασιν που έκανε σπλάγχνος, του επρόσφερα το μαντζούνι μου, μα αυτός δεν το εδέχθη· και αγάπησε καλύτερον να αφεθή να αποθάνη παρά να δείξη πως έχει χρείαν από την βοήθειάν μου.

Εγώ τέλος πάντων μη υποφέροντας αυτά τα λόγια ώρμησα θυμωμένος εμπρός της, λέγοντας· ω τάφε, διατί δεν καταπίνεις τούτο το άλαλον και βρωμερόν ζώον που κείτεται εδώ, ή, διά να ειπώ καλύτερα, ω ουρανέ, διατί με ένα αστροπελέκι δεν κατακαίεις εδώ μέσα και αγαπητικόν και αγαπητικήν;

Αυτή με κανέναν τρόπον δεν ήθελε να τον υπακούση και ήτον έτοιμη να υποφέρη κάθε λογής παίδευσιν, παρά να κλίνη εις την όρεξίν του· όθεν ο Καπετάνιος μην υποφέροντας την εναντίωσίν της, ηθέλησε τέλος πάντων με δυναστείαν να την καταπείση.

Εγύρεψε πάλιν διά να του φέρουν και άλλα διά να φάγη ακόμη· ένας από τους ναύτας μη υποφέροντάς την αδιακρισίαν εκείνου του ασχήμου ανθρώπου, θυμωθείς επήρε ένα ξύλον διά να τον κτυπήση. Μα ο άγριος απεικάζοντάς τον επρόλαβε, και πιάνοντάς τον από τες πλάτες τον έκαμε κομμάτια με τους όνυχάς του.

Αλλ' οπόταν έξαφνα εμπήκες εις τον χοντζερέ, εγώ βλέποντάς σε πως ήθελες να με φονεύσης, υπαντήθηκα από το λάβωμα του σπαθιού σου, και έφυγα από τα χέριά σου· μα ο ουρανός μην υποφέροντας πλέον τες ανομίες μου, ιδού που με έδωσεν εις τας χείρας σου.

Ο υπουργός με αγαπά προ πολλού και συχνά με παρεκίνησε να καταγίνω σε κάτι και τυχαίνει ώρα όπου έχω πράγματι μια τέτοια διάθεση. Έπειτα, όταν το ξανασυλλογίζωμαι και θυμούμαι τον μύθο του αλόγου που μην υποφέροντας την ελευθερία του άφησε να του βάλουν σέλλα και γκέμια και το ψόφησαν στην καβάλλαδεν ξέρω τι να κάνω.

Αυτός, μην υποφέροντας τις γκρίνιες της, της έδωσε μια μέρα, για να τη γιατρέψη από κάποιο μικρό συνάχι, ένα γιατρικό τόσο αποτελεσματικό, που πέθανε σε δυο ώρες με φριχτούς σπασμούς. Οι γονείς της κυρίας καταγγείλανε το γιατρό για φόνο κ' εκείνος τόσκασε κρυφά, μα βάλανε μένα στη φυλακή. Η αθωότητά μου δε θα μ' έσωζε, αν δεν ήμουνα λιγάκι όμορφη.

Ο Καλίφης μην υποφέροντας πλέον την διήγησιν του βεζύρη του, από την ζήλιαν του άναψεν από θυμόν, και εφώναξε τους φύλακάς του, και τους είπεν. Επάρετε τούτον τον τολμηρόν και αυθάδη βεζύρην, και φυλακώσετε τον έως άλλην μου προσταγήν.