Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Δι' άλλου τρόπου λοιπόν δεν έβλεπεν ότι ηδύνατο να κυριεύση την Βαβυλώνα ειμή πρώτον να πληγώση εαυτόν και έπειτα να αυτομολήση εις τους Βαβυλωνίους. Ούτω δε αψηφήσας τους πόνους επλήγωσεν εαυτόν με πληγάς ανιάτους· καθότι κόψας την ρίνα και τα ώτα και περικείρας ακανονίστως την κόμην και μαστιγώσας εαυτόν παρουσιάσθη ενώπιον του Δαρείου.
Αφού η Φραγκογιαννού μάτην παρεκάλεσεν όσα πλοία έβλεπεν ετοιμαζόμενα να πλεύσωσι προς τον Μαλιακόν κόλπον ή προς την Ιστιαίαν, να παραλάβωσι τουλάχιστον την Πορταΐταιναν, ως γεροντοτέραν και ασθενεστέραν — αυτή διά τον εαυτόν της είχε το σχέδιόν της — όταν είδεν ότι οι διάφοροι κυβερνήται απήτουν όχι μόνον τον ναύλον, αλλά να έχη και τρόφιμα η επιβάτις, και αν την άφηναν εις την Στυλίδα ή τους Ωρεούς, ας κάμη καλά να εύρη πλοίον διά την πατρίδα της — εξεμυστηρεύθη το σχέδιόν της εις την Πορταΐταιναν.
Έβλεπεν, έβλεπεν, ανοιχτά εις το πέλαγος, μακράν έξω, πολλά πανιά, λευκά ιστία, σαν του γλάρου τα φτερά. Βρατσέρες, γολέττες, μικρά καΐκια, τα έβλεπε ν' αρμενίζουν, να οργώνουν τα κύματα, ωσάν βοϊδάκια ζευγαρωτά.
Εις την θύραν έβλεπεν αγνώστους ανθρώπους, οίτινες εφαίνοντο πολυαριθμότεροι ένεκεν του σκότους, ενώπιον αυτού δε είχε τον πατέρα του, όστις τον ηπείλει.
Και θα έπαυαν διά παντός. Εις πάσαν περίπτωσιν τα χαλινάρια τα εκράτει αυτός και δεν τάφινε να του τα πάρη. Και άμα έβλεπεν ότι το παράκανε, θα του τα μάζευε τα χαλινάρια. Αλλά και η ελευθερία την οποίαν του άφινεν ήτον αναγκαία διά να παύσουν αι αφορμαί των δυσαρεσκειών του με τον Στρατήν, αι οποίαι, παροξυνόμεναι βαθμηδόν, ηδύναντο να φθάσουν εις ανεπανόρθωτα πράγματα.
Ο oίvος είχε λύσει τελείως τον γλωσσοδέτην του Μανώλη, όστις ηδύνατο να είπη, ως ο Σάτυρος της αρχαίας κωμωδίας: Πόθεν ποτ' άλυπον τόδε εύρον οίκος αισχύνης! Είχε μάλιστα τόσον αποθρασυνθή, ώστε τα επίμονα βλέμματά του περιήγον εις αμηχανίαν την Πηγήν. Το βέβαιον είνε ότι η αθωότης αυτής δεν έβλεπεν εις τον Μανώλην τίποτε εκ των ελαττωμάτων τα οποία η κακεντρέχεια των άλλων είχε παρατηρήσει.
— Περιτταί αι φωναί και τα κύρια ονόματα! διέκοψε σοβαρώς ο Ζευς. — Έπειτα, εξηκολούθησεν ο Έρως, έτι μάλλον εξαπτόμενος, αφού έβλεπεν ότι η έξαψις του δεν τον εζημίονε, έπειτα η κυρία μήτηρ μου, ήτις τόσον πολύ φροντίζει περί της θείας αξιοπρεπείας και της ουρανίας ηθικής, έπρεπεν αυτή πρώτη να δίδη το καλόν παράδειγμα, και να μη τρέφη την γλωσσαλγίαν των επί γης γυναικών διά των σκανδάλων . . .
Του εφαίνετο ως να έβλεπεν ευχάριστον όνειρον και αυτή τον εξύπνησε διά να του αναγγείλη κάτι λυπηρόν και απαίσιον. Την νύκτα εκείνην εκοιμήθη ύπνον ανήσυχον· η δε πλησίον κοιμωμένη μητέρα του τον ήκουσε να λέγη καθ' ύπνον: — Δε θέλω να μου λες κακά λόγια για την Πηγή, σούπα.
Ο Βινίκιος εισήλθεν εις τέταρτον υπόγειον, μικρότερον των προηγουμένων, και ύψωσε το φανάριόν του. Αίφνης ερρίγησε. Του εφάνη ότι έβλεπεν υπό τας σιδηράς ράβδους φεγγίτου, την γιγαντιαίαν μορφήν του Ούρσου. Έσβεσεν αμέσως την λυχνίαν του και επλησίασε: — Συ είσαι, Ούρσε; Ο γίγας ύψωσε την κεφαλήν. — Τις ει; — Δεν με αναγνωρίζεις; — Έσβυσες το φως, πώς θέλεις να σε αναγνωρίσω;
Αλλ ο Βινίκιος εγνώριζεν ότι, όταν έφθανεν εις την κορυφήν, όπισθεν της οποίας εκρύπτετο το Άλβανον, θα έβλεπεν όχι μόνον την Μποβίλλαν και το Ούστρινον, όπου τον ανέμενον ίπποι, αλλά και την Ρώμην· εκείθεν του Αλβάνου ήρχιζεν εκατέρωθεν της Αππιανής οδού η επίπεδος Καμπανία. — Από εκεί επάνω θα διακρίνω τας φλόγας, διενοείτο, και εκ νέου εκέντριζε τον ίππον του. — Η πυρκαϊά! διενοήθη ο Βινίκιος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν