Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Και τον καιρόν που ήμουν δοσμένος εις αυτά τα σπουδαστήρια, έρχεται ένας Αμπασατόρος από τον Κουτμπεδίν βασιλέα της Κασγάρ ζητώντας του βασιλέως μου διά να με στείλη εμένα και τον Φατζέλ, άλλον φιλόσοφον, προς αυτόν επειδή επιθυμούσε διά να μας ιδή, με το να ήτον και εκείνος ο βασιλεύς σοφός, και πολλά γραμματισμένος.

Εκείνοι δε, οι οποίοι ήθελον θεωρηθή ότι είναι εις κατάστασιν αθεράπευτον ένεκα των μεγάλων των σφαλμάτων, διότι έχουν πράξει ή πολλάς και μεγάλας ιεροσυλίας, ή πολλούς αδίκους και παρανόμους φόνους, ή άλλας πράξεις του αυτού είδους, η δε αρμόζουσα εις αυτούς μοίρα τους ρίπτει μέσα εις τον Τάρταρον, όπου δεν εξέρχονται πλέον ποτέ· εκείνοι δε, οι οποίοι ήθελε θεωρηθή ότι υπέπεσαν εις σφάλματα, τα οποία ημπορούν μεν να θεραπευθούν, είναι όμως μεγάλα, διότι έπραξαν λόγου χάριν ένεκα θυμού καμμίαν βιαίαν πράξιν εναντίον του πατρός ή της μητρός των και μετανοούντες δι' αυτήν έζησαν την επίλοιπον ζωήν, ή με κανένα άλλον τοιούτον τρόπον έγειναν φονείς, είναι αναγκαίον αυτοί να πέσουν μεν μέσα εις τον Τάρταρον, άμα όμως πέσουν, το κύμα τους εκβάλλει, αφ' ού μένουν εκεί ένα χρόνον, και τους μεν φονείς φέρει εις τον Κωκυτόν, τους δε πατροκτόνους και μητροκτόνους εις τον Πυριφλεγέθοντα.

Εκτός τούτου σε λυπεί η ιδέα ότι το πρόσωπον το οποίον αγαπάς, εξ ανάγκης και όχι από αγάπης δέχεται τον έρωτά σου και ότι η παλλακίς σου αγαπά άλλον• ή μανθάνεις ότι σου ετοιμάζουν στάσιν ή τινές εκ των δορυφόρων σου εθεάθησαν να κρυφομιλούν.

Διά της θυσίας του δε ταύτης οι Σπαρτιάται, διατηρήσαντες τας σοφάς αυτού διατάξεις πεντακόσια ολόκληρα έτη, εξηκολούθησαν ζώντες ευτυχείς και ένδοξοι. Προς ανάμνησιν δε του μεγάλου τούτου πολίτου ανήγειραν ιερόν, εντός του οποίου κατ' έτος εθυσίαζον, τιμώντες τον Λυκούργον ως άλλον ευεργέτην θεόν.

Αυτές οι σκλάβες νομίζοντας ότι κοιμούμαι και δεν καταλαμβάνω την αράπικην γλώσσαν, έλεγον αναμεταξύ των αράπικα σιγανά, ότι η γυναίκα μου η βασίλισσα μού έκαμε μέγα άδικον να μη με αγαπά και να έχει άλλον αγαπητικόν· και κάθε νύκτα με αποκοιμούσεν εις ένα βαθύτατον ύπνον, διότι μου έβαζε το υπνοβότανον εις το αυτί· όταν της εφαίνετο πως εκοιμώμουν, εσηκώνετο από το κρεββάτι και επήγαινεν εις τον αγαπητικόν της, και προς την αυγήν πάλιν εγύριζε· και τότε βγάζοντάς μου το υπνοβότανον μου έβαζεν ένα βότανον μυριστικόν εις την μύτην και με την μυρωδιάν εκείνου με ξυπνούσεν.

Λοιπόν εγώ την εξής μέθοδον ευρίσκω. Όλοι θεωρούν μεταβλητά τα παιγνίδια των νέων, καθώς ελέγαμεν προηγουμένως, και ότι είναι πραγματικώς παιγνίδια και ότι δεν συμβαίνει μεγίστη πρόοδος ή βλάβη από αυτά, και διά τούτο δεν τα εμποδίζουν, αλλά τα παρακολουθούν υποχωρούντες, και δεν σκέπτονται ότι αυτοί, οι οποίοι νεωτερίζουν εις τα παιγνίδια, θα γίνουν κατόπιν διαφορετικοί άνδρες από εκείνους, οι οποίοι είναι τόρα και οι οποίοι ήσαν προηγουμένως παίδες, αφού δε θα γίνουν διαφορετικοί, θα ζητούν άλλον βίον και τοιουτοτρόπως θα επιθυμήσουν άλλας ασχολίας και νόμους και κατόπιν από αυτό, ωσάν να ήλθε εις την πόλιν το μεγαλίτερον κακόν, δεν θα φοβήται κανείς από αυτούς.

Πώς χαλνούν τη δημοτική; Τη χαλνούν, αφού της σηκώνουν τον κανονικό της τύπο, τη λέξη δρόμος, δρόμου , και παρατηρήστε, σας παρακαλώ, πως είναι αρχαία κ' η λέξη, αρχαίος κι ο τύπος. Τώρα όμως, αντίς αφτόνα, τι άλλον τύπο της μαθαίνουν της δημοτικής; Η οδός, της οδού . Νομίζετε ποτέ ο ελληνικός λαός, νομίζετε το ρωμαίικο να μάθη ποτέ να κλίνη η οδός, της οδού, αι οδοί, τας οδούς ; Αφτό ποτέ.

Και ούτω λέγοντας έκραξε τον χρεωφειλέτην, και η Ρεσπίνα του εμέτρησε τα πενήντα φλωριά, και ελευθερώθη ευθύς εκείνος ο νέος. Όλος ο λαός εξεστηκώς εις την γενναιότητα της ξένης έτρεξε πλακώνοντας ένας τον άλλον, διά να ιδούν ποία ήτον αυτή.

Την τρίτην επέρασαν δύο άγριαι χήνες, αι οποίαι προ ολίγου μόνον είχαν έβγει από το αυγόν, και ήσαν ζωηραί και εύθυμοι. — Άκουσε μικρέ! είπεν εις το παπί μία εξ αυτών. Είσαι τόσον άσχημος ώστε μου αρέσεις. Έλα να ταξειδεύσωμεν μαζή. Εδώ κοντά, εις ένα άλλον βάλτον, είναι μερικαί νόστιμοι χηνοπούλαι ανύπανδροι. Έλα και ίσως εύρης την τύχην σου, αν και δεν είσαι εύμορφος.

Ύστερα πάλι έφευγε ο νους της κ' η φαντασία της αλαφροπατούσε δειλά και φοβισμένα, σα γυναίκα κυνηγημένη, στον άλλον, σ' εκείνον, στο φονιά του αντρός της. Τάχα πού είνε κρυμμένος; Τάχα τον πιάσανε; Τάχα...; Αχ! Θεέ μου! — Ασημίνα! φώναξε, με ένα τίναγμα στο βύθος του ο άρρωστος. — Εδώ είμαι, Γιώργη μου, τι θέλεις, παιδί μου; Άνοιξε τα μάτια του τρομαγμένα και κύτταξε γύρω του εκείνος.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν