United States or Morocco ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσο που αργά και σιγαλά σβήνει στερνά κι εκείνη, κι απλώνει ένα μισόφωτο θαμπά, χαλκά λευκό, μισόφωτο που σούρουπο σιγά σιγά έχει γίνει, που και η κατσίκα χάνεται χαλκή μες στο χαλκό. Κι όπως στη ράχη βόσκοντας μακραίνει το κοπάδι, κάπου ένα μόνο απόβαθα κουδούνι τώρα ηχεί σαν κλάμα, σαν παράπονο που σκέπασε το βράδυ στ' αλαργινά ό τι αλαργινό ζητούσε μια ψυχή.

— Τ' είπες, μωρέ; το ρώτησε ο Αριστόδημος ελπίζοντας να ακούση διαφορετική απάντηση. — Ο Δημητράκης μ' έστειλε να σου ειπώ: η κυρά Πανώρια πέθανε... η μάννα σου, λέει, πέθανε. — Πότε; — Ψες βράδυ... κοντά στο σούρουπο.. . — Αλήθεια; — Να, μα το σταυρό! Έσκυψε, έκαμε δυο βήματα μέσα, άρπαξε με τα χέρια το κεφάλι και ρίχτηκε στο κρεββάτι βογγώντας. Το χωριατόπουλο άνοιξε τόσα τα μάτια του.

Ο Μιχαληός ο Μακαράς κούνησε το κεφάλι του. — Τρομάρα να τούρθη! Είνε και κουνιάδος μου. Δεν τον έπαιρνε καλύτερα ο Θεός να ησυχάση! είπε σιγαλά μέσα στα δόντια του. Κάτω στο μώλο, μέσα στο σούρουποείχε πάρει πια να βραδυάσηφάνηκε ο Αγγελής, με το μακρύ του καπότο, τον κούκο κατεβασμένον ως τα μάτια, δρασκελίζοντας παράξενα το ίσωμα, σαν να πηδούσε λιθάρια.

Δυο πιστολιές ακούστηκαν στο σούρουπο, και καταμεσής στη σκάλα του λιμανιού, πλημμυρισμένη από κόσμοότι ήταν φτασμένο το βαπόριένας άνθρωπος έφερε βιαστικά την απαλάμη στο στήθος, κλονίστηκε στα πόδια του κ' έγειρε απάνω σε δυο ξένα χέρια, που απλώθηκαν να τον βαστήξουν. Ο φονιάς τού την είχε ανάψει από κοντά, στήθος με στήθος, πριν προφτάση καλά-καλά να τον καταλάβη.

Αλλά περί αυτού νομίζω μίλησα αρκετά εκτενώς. Και τώρα έλα πάμε έξω στην ταράτσα, όπου «το κάτασπρο σα γάλα παγώνι γέρνει από μαρασμό σα φάντασμα», ενώ το βραδινό αστέρι «βάφει μ' ασήμι το σούρουπο». Με το λυκόφως η Φύση γίνεται θαυμάσια υποβλητική και δεν της λείπει ερατεινότης, μολονότι ίσως ο κυριώτερος σκοπός της είναι ν' αντιγράφη τους ποιητάς. Έλα και μιλήσαμε αρκετά.