Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Μα αλήθεια ήτον πως τουρχόταν έτσι να κουνηθή, να τρέξη, και δεν τονέ βαστούσε πια στα καπούλια του Κωλοσούρτη να κάνη χάζι τα σκέρτσα του Έμπαινε στο σπίτι σαν ανεμοστρόβιλος !. . βροντούσε τις πόρτες και τις καρέκλες . . γελούσε με το καθετί και με την άρρωστη ακόμα τη Βεργινία. Σα λεμόνι μου είσαι πάλι σήμερα Βεργινίτσα μου ! θα σε στίψω να σε κάνω λεμονάδα Και σε λίγο πάλι έλεγε: Μπα δεν έχεις τίποτις ! Απ’ την ημέρα που μπήκε η Λιόλια στο σπίτι είσαι πολύ καλύτερα.

Και εις την Πόλιν, οπού είνε Τουρκιά, νύκταόρθρου βαθέοςσημαίνουν αι εκκλησίαι! είπον με πικρόν παράπονον, το οποίον εκτύπησεν εις τον ψυχρόν τοίχον του δωματίου μου ως σάπιο λεμόνι. Και ήμην όλην την ημέραν εκείνην κατηφής και λυπημένος. Μ' εφάνη πώς δεν έκαμα Χριστούγεννα εκείνο το έτος. Ότε περί την εσπέραν έρχεται ο αχώριστος φίλος μου, ο Αλεξανδρής και μου λέγει. — Τον καταφέραμε!

Καλά, γέρω Μαρούπα, για το χατήρι σου, μα σα γίνεται γάμος, θέλω ν' ακούσω τραούδι. Ο Μαρούπας είπε στης γυναίκες να τραγουδήσουνε, εκάθισε κοντά τους τον ανήσυχο Στέφανο και σε λίγο, στη σιωπή της νυχτιάς αντήχησε ένα οξύ και μακρότατο μονόφωνο. «Ένα τραούδι θενά πω απάνω στο λεμόνι. «Να ζήσ' η νύφη κι' ο γαμπρός κ' η συντροφιά μας όλη. «Ένα τραούδι θενά πω απάνω στο κεράσι.

Και το μονόξυλο έφευγε, έφευγε, όσο που μας πέταξε πέρα σε κάτι μάζες από φύκια... Την σκαπουλήσαμε για καλά, που λες, κυρ μηχανικέ!.... Κι ο ψαράς γέλασε δυνατά. Οι μπεκάτσες είχαν ψηθή κ' η γριά με κάποια ταραχή τις απίθωσε σε μια γαβάθα. Έβγαλε τα σηκότια τους και τα δούλεψε με λεμόνι και έκαμε έτσι μια σάλτσα περίφημη, την απίθωσε κι αυτή στο πλάι, κι αρχίσαμε να τρώμε.

Και σε λίγο ξανάρθε μέσα και ρώτησε τη Βεργινία να κάμη λίγα ψάρια και στη σχάρα με το λεμόνι; και πάλι τάπ-τάπ-τάπ έκαναν τα βήματά της. . . κ’ έκανε άνεμο με την κοντή φουστίτσα της, σα γοργοδιάβαινε με τα κλειδιά κουδουνιστά στην τσέπη της ποδιάς της που η πρώτη της δουλειά ήτονε να τη βγάλη από το μπογαλάκι πούχε φέρει μαζί της και να τη φορέση. . . . . Ένας αέρας αλλοιώτικος, σαν κάποιο φως μπήκε στο σπίτι που ως τώρα ήτον αφώτιστο, πνιγμένο απ’ την περίχυτη κούραση και το βαστηγμένον πόθο της άρρωστης γυναίκας.

Με την πλαϊνή, τη χήρα του δικαστικού κλητήρα, στο ίδιο σπίτι πια, εξ ανάγκης: πότε για κάνα λεμόνι, πότε για το γουδί ή την πλύστρα της σκάφης και προ πάντων για το σίδερο, που είχ' ένα όμορφο παποράκι η Βεργινία, κι εκείνες οι κόρες της χήρας είχαν αιωνίως κάτι «λεπτόν» να πατήσουν.

Λέξη Της Ημέρας

χοντροπελέκητο

Άλλοι Ψάχνουν