Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Κατά την αλήθεια που λες να βρης και σωτηρία. Ντα δεν το θωρώ, μωρή, πως εσύ τώφερες στο θάνατο το παιδί μου; Εσύ μούρριξες στο σπίτι μου φωτιά και το μεγάλο κακό που μούκαμες ο Θεός να σου το δώση. Σαυτόν τον κόσμο το βρήκες· να το βρης και στον άλλον κόσμο. Ο Θεός να σου δώση όλο το μεγάλο κακό κιάδικο που μούκαμες. Τα μάτια της άρρωστης ήσαν γεμάτα δάκρυα.

Και κει που μιλούσαμε, άρχισε να μου έρχεται ο πόνος, έτσι σαν από το μάκρος. Ήξερα πως θα έφτανε τέλος, πως θα έφτανε με ανακούφιση. Μα δεν μπορούσε ακόμα να νικήση τη γαλήνη, που με κυρίεψε και που τη φύλαξα ακόμα κι όταν βγήκε ο γιατρός από την κάμαρα της άρρωστης και μου είπε όλα εκείνα, που τα γνώριζα πια. Πριν όμως έρθη ο γιατρός, δυνατές κραυγές με κάμανε νανεβώ στην κρεβατοκάμαρα.

Πραγματικώς η μητέρα μου είχεν αρχίσει πάλιν νανησυχή. Και τα περάσματά μου από το δρόμο της άρρωστης έμαθε και τη ψυχική μου μεταβολή έβλεπε. Κάθε φορά που φίλοι μου με καλούσαν στο κυνήγι έδειχνα ανορεξιά ή απόφευγα. Κιόχι μόνο μελαγχολικός φαινόμουν, αλλά κιαδυνάτιζα κέχανα το χρώμα μου. Μια μέρα μου λέει: — Γιώργη παιδί μου, δε μαφουκράσαι και θα με σκάσης.

Θυμήθηκα τα λόγια του Βαγγελιού, πως ήτο αμαρτία να παρακούω της μητέρας μου. Αλλά και για το χατίρι της άρρωστης, ενώ άρχισα με απόφαση ανταρσίας, κρατήθηκα. Και της μάνας μου όμως ο γλυκός τρόπος μαφώπλισε ολότελα. — Μια φορά πήα και την είδα, είπα, κιαυτή μεμπόδισε να τση σιμώσω, για να μην πάρω, λέει, την αρρώστια τση.

Όι, παιδί μου, δε θα πω πράμμα, μούπε η μητέρα μου με φωνή μερωμένη. Μόνο έλα να πάμε στο σπίτι. Την ακολούθησα, κ' ενώ φεύγαμε μου φάνηκε πως ήκουσα της άρρωστης το βήχα, σαν αναφυλλητό και βήχα μαζή. Και ποτέ ο θανάσιμος εκείνος βήχας δε μούδωκε τόσο σπαρακτικό αντίκτυπο στη ψυχή. Ήμουν σε μεγάλη νευρική ταραχή κένας κεφαλόπονος, που με κρατούσε από νωρίς, δυνάμωσε.

Κιαπ' αυτά τα εξωτερικά φαινόμενα τόσος ήτον ο ενθουσιασμός του Δεσποινιού, ώστε πίστευε πως η κόρη της άρχιζε να παχαίνη, να βήχη λιγώτερο και σόλα η ζωή της ν' αναγεννάται. Αλλά και της άρρωστης η ψυχική δύναμη έφτασε να γίνη σωματική. Μια μέρα βγήκε κιαπό το σπίτι και πήγε στην Άγια Πελαγιά, ένα κλησιδάκι, πούτον στο πάνω μέρος του χωριού· κιόχι πολύ από το σπίτι των.

Δε φταιν αυτοί, μα εγώ πούσφαλα κεθάρρεψα πως είν' αθρώποι και πως αξίζουν να τσοι ψυχοπονέση άθρωπος. Έπειτα, σαν να ήτον όνειδος η αρρώστεια, μας έδωκε τη φρικτότερη εικόνα για την κατάσταση της άρρωστης. Δεν είχε πεια πνοή, παρά για να βήχη. Και τόσο την έπνιγε καμμιά φορά ο βήχας, που μελάνιαζε και φοβόσουν πως θα τελείωνε.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν