United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κη σιωπή της όμως έλεγε τη σκέψη της, κιαπόφευγε συνάμα να πη πράμματα δυσάρεστα, που δεν ήθελε να τα πη. Ταπόγεμα ήρθε μια θεια μου κιάκουσα τη μητέρα μου να της λέγη: — Ήρθε κη Βαγγελιά τον Δεσποινιού κήρχιξε το Γιωργή τα φιλιά. Ήθελα νάσουνε να δης πως ήκανε . Σα νάθελε να ρουφήξη το αίμα του κοπελιού!

Κιόταν έφευγε, τον ακολούθησε και τούπε: — Δε μου λες, δάσκαλε, κιαμιά γυναίκα δε φαίνεται στα χαρτιά σου κοντά στο παιδί μου; — Δεν ήθελα, μπρε, να σου το πω· μα μια και με ρωτάς, θα σου πω την πάσαν αλήθεια. Κοντά στη μοίρα του παιδιού σου είδα να στέκη μια γυναίκα, μακρά κιαδύναμη. Ο μοιράρης, ως χωριανός, βέβαια κάτι θάξερε για το μάλωμα της μάνας μου και της κόρης του Δεσποινιού.

Ήρθε μάλιστα στιγμή που κάποια οργή άναψε στον εγωισμό μου, γιατ' η αρρώστεια κη μεταβολή της γίνονταν εμπόδιο στα ονειροπολήματα της νέας μου αγάπης, με κείνα που ήρθα στο χωριό. Αν κείχα κάμει απόφαση να παρακούσω τη μάνα μου και την άλλη μέρα τραβούσα προς το σπίτι της θειας του Δεσποινιού, πήγαινα ανόρεξα. Στο δρόμο βλέπω το Βαγγελιό και κατέβαινε με το καλάθι στον άγκωνα.

Κεγώ πάντα έδιδα την ίδια απάντηση: «Το Βαγγελιό». Κεπειδή ήσαν κιάλλες μαυτό το όνομα στο χωριό, προσδιώριζα: «Το Βαγγελιό της θειας του Δεσποινιού». Εις το σπίτι μούλεγαν την απειλή: «Καλά, να το πω του Βαγγελιού, να μη σ' αγαπά μπλειοΚαι παρευθύς επαύανε και κλάματα και αταξίες. Μια μέρα, πούπαιζα με άλλα παιδιά, έπεσα κέκαμα μεγάλη πληγή στο μέτωπο. Αίματα έτρεχαν κέβαλα φωνές μεγάλες.

Κάτι άρχισε να λέη, αλλά την έπιασα δυνατά από το χέρι και της είπα έντονα: — Σώπα! μην 'πής κακό, γιατί μα το θεό θανεβώ σε κειονέ το χαράκι και θα πέσω κάτω. Κοντά στο σπίτι του Δεσποινιού ήτον ένας ψηλός βράχος με κισσό, που στο σκοτάδι φάνταζε σαν πελώριος αράπης. Κέδειχνα ότι ήμουν έτοιμος να πάω να γκρεμιστώ από κει πάνω.

Διότι το Βαγγελιό δεν ήρθε να μαποχαιρετήση τώρα που το πεθυμούσα περισσότερο. Αλλ' όταν μάκρυνα λίγο από το χωριό, φάνηκε το σπίτι της θειας του Δεσποινιού στο πάνω μέρος του χωριού, ένα κάτασπρο δίπατο σπίτι με γάστρες στα ψηλά του παράθυρα και μια μεγάλη πορτοκαλιά στην αυλή. Μου φάνηκε πως σένα παράθυρο πρόβαλλε το Βαγγελιό.

Τον κάλεσαν να δη την κόρη του Δεσποινιού, κιαφού την εξέτασε, είπε στους δικούς της ότι η αρρώστεια της ήτον απελπιστική κιότι λίγον καιρό είχε να ζήση. Αυτά είχε μάθει η αδερφή μου· αλλ' η μητέρα μου, που τάχα τώρα λυπότανε για την άμοιρη κοπελιά· μούπε πειο ορισμένα πράμματα. Το Βαγγελιό είχε χτικιό, αρρώστεια που δε γλυτόνει άθρωπος.