United States or Lithuania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καλέ αυτά είναι δικά μας! ανέκραξεν η κόρη, προπέμψασα την επιφώνησίν της δι' ηχηρού παραδόξως ηδέος και αρμονικού γέλωτος. Δεν είναι άλλοι επιβάται πλέον. Ο πλοίαρχος το είπεν. Άμα αναβιβάσουν τα κιβώτιά μας, αναχωρούμεν. — Και πόσοι είσθε λοιπόν εσείς; Ηρώτησα εγώ τότε μετ' ανεξηγήτου απορίας. — Τρεις! Είπεν η κόρη αφελώς. Τρεις και οι υπηρέται. — Και πόσους υπηρέτας έχετε λοιπόν;

Έπειτα ήρχισε να τραγουδή: Το μήλον, όπου κρέμεται εις την γλυκομηλίτσα, ψύγεται, γή μαραίνεται, γή τρων το οι διαβάτες. Έτσα 'νε δα κη κοπελιά σαν έρθη του καιρού τση .. Και ετελείωσε με μίαν επιφώνησιν: — Αι, μωρέ νιότη, και πούσαι! Ο Σαϊτονικολής ήτο ενθουσιασμένος και διότι έβλεπεν επιτυγχάνον το σχέδιον περί εξημερώσεως του υιού του.

Αλήθεια, μη σ' εμαχαίρωσε; επέμενεν ο άνθρωπος. Η Αμέρσα, με φυσικήν επιφώνησιν, είπεν· — Ο αδελφός μου, θελά με μαχαιρώση! — Γιατί κάθεσ' αυτού, τι έχεις; Είσαι άρρωστη; — Έχω θέρμη! Η Αμέρσα δεν είχε συλλογισθή ότι το πάτωμα, ή και η ψάθα, θα είχαν ίσως κηλιδωθή με αίμα. Ήδη είχε δύσει ο ήλιος, και ήτο αμφιλύκη εντός της οικίας.

Έξωθεν της θύρας των ηκούετο ωσάν μούγκρισμα·Μπ! μου! βου! μου! μπου! μου! Ο Φάλκος ανετινάχθη. Η Μαχώ εξαφνίσθη εις τον ελαφρόν ύπνον της. — Παναγία μου! τι είναι; Εις την επιφώνησιν της Μαχώς, απήντησε καγχασμός, όστις όμως ουδόλως καθησύχασε την γυναίκα. Πολλά φαντάσματα της νυκτός, καθώς και οι νεράιδες την ημέραν, είχον ακουσθή κατά καιρούς υπό πολλών να γελούν θορυβωδώς.

Τα μειδιάματα των νεανίδων εκείνων επί πολύν χρόνον μετά ταύτα περιεπλανώντο υπό τας όψεις του φιλοσόφου, και η ακοή αυτού αντήχει απαύστως την φαιδράν ταύτην επιφώνησιν: &Ευοί! Ευοί!& Εν τούτοις ο Πλήθων αφυπνίσθη, και επειδή η αυτοσχεδιασθείσα καλύβη όπου εκοιμήθη είχε γείνει άφαντος, ενόμισε καλόν να επαναλάβη την πορείαν του.

Και καθώς εξήλθεν ο Ιησούς, καθώς εστάθη παρ' αυτόν με τον ακάνθινον στέφανον, με την χλαμύδα και τον κάλαμον, με το αίμα και τους μώλωπας και την θανάσιμον αγωνίαν και την ωχρότητα της όψεως και των αΰπνων οφθαλμών, και τότε ακόμη, κατά την ώραν της εσχάτης ταπεινώσεώς Του, καθώς εστάθη εν τω μεγαλείω της αγίας γαλήνης Του επί του δικαστηρίου εκείνου υπεράνω του ωρυομένου πλήθους, επεφάνη επ' Αυτού τόσον θεοπρεπής υπεροχή, ώστε ο Πιλάτος αφήκε την ακουσίαν εκείνην επιφώνησιν, ήτις εδόνησεν έκτοτε εν βαθεία συγκινήσει τόσας χιλιάδας μυριάδων καρδίων.

Και την περιφρονητικήν ταύτην επιφώνησιν κατά των μ ε γ ά λ ω ν κ υ ρ ι ώ ν επρόφερε μετά της αυτής παιδικής ανυποκρισίας και ιταμότητος μεθ' ης εσυνείθιζε πάντοτε να εκφράζηται περί άλλων προσώπων, ότε εξενίζετο παρά τας ακτάς του Βοσπόρου εις τον οίκον της θείας της. Θα είχον παρέλθει τουλάχιστον επτά έτη αφότου την συνήντησα εκεί μικρόν, ερασμιώτατον και φιλοπαίγμον κοράσιον.

Αλλά το νόσημα έφερε και το πνεύμα αυτών εις μίαν κωμικήν κατάστασιν. Όλοι δηλαδή έκαμναν θεατρικάς κινήσεις και μεγαλοφώνως απήγγελλον ιαμβικούς στίχους, μάλιστα δε μέρη από την Ανδρομέδαν του Ευριπίδου και ιδίως την επιφώνησιν του Περσέως: συ δ' ω θεών τύραννε κανθρώπων Έρως, και ήτο η πόλις γεμάτη εκ των ωχρών τούτων και εξησθενημένων υπό του εφθημέρου πυρετού τραγωδών.