United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η δε Φαραζάνα επαιδεύθη και αυτή με πολλήν σκληρότητα· επειδή και ο Μπρακμάνος επρόσταξε και την έκλεισαν εις ένα πύργον σκοτεινόν διά πάντα, ομοίως και τον Τουργούτ αράπην, με το να εξεσκέπασε πως η προδοσία του εστάθη με το να μην εδέχθη η κυρά του να του ευχαριστήση την κακήν θέλησιν, και διά τούτο έλαβε και αυτός την ανταμοιβήν των έργων του.

Η Μπάλκω τότε εξεσκέπασε το πρόσωπόν της και είπεν· εγώ ακούοντάς από πολλούς την φήμην του ονόματός σου, και πως είσαι ένας ευγενικός άνθρωπος και ένδοξος, επεθύμησα να έλθω να δειπνήσω με του λόγου σου. Ο Αμπτούλ με όλον που ήτον διαφορετικός με τες γυναίκες, αυτή όμως του άναψε πολλά την φλόγα του έρωτος, και άρχισε να δείχνη πολλήν κλίσιν προς αυτήν.

Ο δήμαρχος με την απροσδόκητον αυτήν ιδέαν του θαρρείς και τον εξεσκέπασε τον κυρ-Μανωλάκην, όστις έστιλβεν από κεφαλής μέχρι ποδών εξ ευχαριστήσεως. Από κάτω από το τραχύ εκείνο καποτάκι ήτο και αυτός γεμάτος φιλαρχίαν και φιλοδοξίαν. Ήθελε μόνον ανεξόδως ν' αποκτήση την αρχήν.

Η γυναίκα του πραγματευτού εβγήκεν ευθύς και επήγε και αγόρασε τρία ντουλάπια, που ημπορούσε το καθένα να χωρέση από ένα άνθρωπον μέσα, και έκαμε να τα φέρουν εις το σπήτι της· έπειτα ενδύθη τα πλέον ευγενικά της φορέματα, και εστολίσθη με τα διαμαντικά που είχε και ούτω καλλωπισμένη εφέρθη εις την οικίαν του Χόντζα διά να τον βάλη εις τα δίκτυά της κατά πως επιθυμούσε, τον οποίον ευρίσκοντάς τον μοναχόν, εξεσκέπασε το πρόσωπόν της χωρίς να καρτερέση να της το ειπή αυτός· την οποίαν όταν την είδεν έμεινε πλέον λαβωμένος από την πρώτην φοράν· και αυτή με τούτον τον τρόπον του ωμίλησεν· εφέντη Χόντζα, είμαι εδώ να σε παρακαλέσω διά να μου δώσης τα χίλια φλωριά που χρεωστείς του ανδρός μου, επειδή και ευρισκόμαστε εις μεγάλην ανάγκην, και αν διά το χατήρι μου το κάμης αυτό σου τάσσω ότι θα ανταποκριθώ εις την θέλησίν σου.

ΓΛΟΣΤ. Αυτός μου εξεσκέπασε τους πονηρούς σκοπούς του, κ' ενώ του αντιστέκετο, 'πληγώθηκε όπως βλέπεις. ΚΟΡΝ. Τον κυνηγούν τον Έδγαρ; ΓΛΟΣΤ. Ναι. ΚΟΡΝ. Αν τον συλλάβουν, τότε δεν έχει φόβοντο εξής άλλο κακόν να κάμη! Να τον παιδεύσης ημπορείς ό,τι παιδείαν θέλεις. — Ως προς εσέν' απέδειξες την σήμερον, Εδμόνδε, και αρετήν κ' υποταγήν. Σε θέλω ιδικόν μου.

Και εις την στράταν που επήγαινα, άλλο δεν υπώπτευα, παρά ότι ο βασιλεύς θα εξεσκέπασε την φιλίαν που απερνούσαμεν με την Τζελίκαν, μα μου εφαίνονταν παράξενον πώς να το είχε μάθει. Ως τόσον ο αρχηγός με έφερεν έμπροσθεν εις τον βασιλέα, ο οποίος ήτον με τον βεζύρην του μόνον και με τον Φακύρην που ενόμιζα ότι ήτον μισευμένος. Βλέποντας δε τούτον τον άνομον φίλον, εγνώρισα ευθύς την προδοσίαν του.

Η βασιλοπούλα Τουρανδότη, βλέποντας ότι ο Καλάφ διαλύει με ευκολίαν τα αινίγματά της, εθυμώθη και απεφάσισε να μην αφήση κανένα μέσον που να τον κάμη να χαθή. «Ποίον είνε εκείνο το δένδρον, του είπε, του οποίου όλα τα φύλλα είνε από την μίαν μεριάν μαύρα και από την άλλην άσπρακαι λέγοντας αυτά εξεσκέπασε το πρόσωπόν της, διά να τον κάμη με την ωραιοτάτην της μορφήν να συγχυσθή και να μην αποκριθή εις το προκείμενον, και με αυτόν τον τρόπον να τον κάμη να χαθή.

Βλέποντάς τον αυτοί τόσον φερμένον διά το καλόν τους και την βοήθειάν τους, τον επαρακάλεσαν διά να σταθή με αυτούς εις το γεύμα να τους κάμη συντροφιά, ο οποίος υπακούοντάς τους έμεινε, και διά να τον κάμουν περισσότερον να γνωρίση το σέβας που εις αυτόν έλαβαν, η Δηλαρά εξεσκέπασε το πρόσωπόν της, εις τρόπον που ο αρχηγός μένοντας εκστατικός διά την ωραιότητα της Δηλαράς, εφώναξεν· α αγαπημένε μου Χουλά, δεν θαυμάζω καθόλου διά την σταθερότητα που έδειξες εις τον Κατή, με δίκαιον μεγάλον το έκαμες· και τελειώνοντας αυτά τα λόγια εκάθισαν εις την τράπεζαν, και έφαγαν με πολλήν ευφροσύνην· αφού δε απόφαγαν και ήθελαν διά να σηκωθούν, ήλθαν αιφνιδίως εις την ενθύμησιν του Κουλούφ τα συμβάντα που τους ηκολούθησαν, και την κατάστασιν και κίνδυνον της ζωής του εις τον οποίον ευρίσκονταν, στοχαζόμενος πως αδύνατον ήταν να ημπορέσουν να φύγουν, καθώς ήλπιζαν, με το να είχαν από κάθε μέρος φύλακας, όθεν άρχισε να κλαίη.