Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Εσυλλογίζετο η Φωτεινή· αλλ' εκείνο εσταμάτησεν εμπρός της σαν να ήθελε κάτι να της ειπή μ' εκείνο το παράξενο βέλασμά του. Η Φωτεινή έσκυψε και ήκουσε καθαρά. — Εγώ είμαι· όλο αυτό το μαλλί το εφύλαττα επάνω μου για σένα· πάρε το· είνε ιδικόν σου! Τι καλά, που έχω ψαλίδι επάνω μου, εσυλλογίσθη η Φωτεινή και ήρχισε να το κουρεύη.

Κάτω στο χώμα πλαγιασμένα τα ζωντανά, βώδια και πρόβατα και άλογα μαζί, αισθάνονταν κάποια ιερή φρίκη να χαμοπετά επάνω τους, σύγκρυο ναρκωτικό να τα περιγλείφη κ' έμεναν άγρυπνα. Μα ούτε βέλασμα, ούτε χλιμίντρισμα, ούτε βούγεμα ηχολογούσεν εκεί. Η φάκνα μόνον έτριζε κάποτε, αλλά κ' εκείνη έμενεν ακατάλυτη, ξερομασημένη στο απρόθυμο στόμα τους.

Αλλά και εις την φωνήν δεν είχε, καλέ, κάτι τι από το βέλασμα του τράγου; Έπειτα ήτο κακοζωσμένος, ασυστύλωτος και δεν ήξευρε να περιπατήση στο ίσωμα, αλλά συνεκρούοντο τα σφυρά του και οι πόδες του παρέσυρον και κατεκύλιον τους λίθους της οδού, και εγίνετο χαλασμός κόσμου. Τι πατούχας!

Και αφού την φρικτή Χάρυβδι, την Σκύλλα, και ταις πέτραις, 260 φυγάμ', ευθύς εφθάσαμε 'ς τ' άγιο νησί του Ηλίου, οπού είν' η πλατυμέτωπαις ωραίαις αγελάδαις, και σαρκωμένα πρόβατα πολλά, κ' είναι δικά του. και ως ήμουν μεσοπέλαγα, μες το καράβι ακόμα, των αγελάδων άκουσα το μούγκρισμα μακρόθεν, 265 και των αρνιών το βέλασμα, 'πουτα μανδριά γυρίζαν. και ό,τι είχε ειπεί θυμήθηκα ο μάντης Τειρεσίας, και η Κίρκη, 'που τόσο πολύ μώχε συστήσ', η Αιαία, να φύγω το νησί του Ηλιού, 'που τους θνητούς ευφραίνει. και τότ' εγώ περίλυπος προς τους συντρόφους είπα• 270 «'ς ό,τι θα ειπώ προσέξετε, πολύπαθοί μου φίλοι• να μάθετε τι πρόλεγεν ο μάντης Τειρεσίας, και η Κίρκη, 'που τόσο πολύ μώχε συστήσ', η Αιαία, να φύγω το νησί του Ηλιού, που τους θνητούς ευφραίνει. μέγα κακόν, ως έλεγεν, αυτού μας περιμένει. 275 αλλά παρέξω απ' το νησί στρέψετε το καράβι».

Κυττάζει κατάματα την κόρη της, τη σφίγγει στην αγκαλιά της, φιλεί την και ξορκίζει με ολότρεμη φωνή : — Σα θα γροικάς το βέλασμα και το κουδουνολάσι, μη μας ξεχάσης, θύγω μου. — Όχι, μάννα μ'!... όχι, μάννα μ'!... — Έλα, σώνει σου, γριά· αφ' την τώρα να πααίνουμε! ... φώναξε άξαφνα ο γαμπρός. Και τηράζοντας αντίκρυ έδειξε στη γυναίκα του ψηλά το διάσελο.

Οι αδελφές σηκώθηκαν τρέμοντας και η ντόνα Έστερ μίλησε χαμηλόφωνα με μια φωνή που έμοιαζε το βέλασμα μικρού κατσικιού. «Τζατσιντίνο!....... Τζατσιντίνο!........ Ανιψιέ μου….. Δεν είναι όραμα αυτό; Εσύ είσαι;…..» Κατέβηκε από το ποδήλατο μπροστά τους και κοίταζε τριγύρω σαστισμένος.

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν