Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Χίλων Χιλωνίδη, επανέλαβεν ο Ούρσος, ο αυθέντης σου Βινίκιος σε ζητεί, και θέλει να σε οδηγήσω πλησίον του. Ο Βινίκιος εξύπνησεν από πόνον δριμύτατον. Τρεις άνθρωποι έσκυπτον επάνω του. Ανεγνώρισε τους δύο εξ αυτών, τον Ούρσον και τον γέροντα, τον οποίον είχεν ανατρέψει, όταν μετέφερε την Λίγειαν. Ευρίσκετο εις τας χείρας τρίτου, όστις του έτριβε τον αριστερόν βραχίονα.

Φέρ' το εδώ' Φέρ το εδώ! ανέκραξεν εκείνος, μόλις ακούσας το όνομα της αγαπητής του, και σχεδόν επνίγετο, ενώ κατέπινε τεμάχιον κρέατος. Αλλ' η Ελένη είχεν ήδη σχίσει το χάρτινον περικάλυμμα και εκράτει εις χείρας της γυμνήν και ολόσωμον . . . την Μ α τθ ί λ δ η ν! αυτήν εκείνην, ήτις είχε την πρωίαν αναληφθή από του κοιτώνος της. — Μπα! ανεφώνησε κατάπληκτος η νεάνις. Η Ματθίλδη!

Άνθρωποι ήρχοντο να ασπασθούν τας χείρας και το κράσπεδον του ιματίου του Αποστόλου· μητέρες έτεινον προς αυτόν τα τέκνα των· άλλοι εγονάτιζον εις τον σκοτεινόν δρόμον και, υψούντες προς αυτόν τους φανούς των, επεκαλούντο την ευλογίαν του· άλλοι τον ηκολούθουν ψάλλοντες.

Ο νεαρός γαμβρός ηγάπα, φαίνεται, την επίδειξιν, και ήθελε να καλέση πλείστους και δικούς και ξένους εις τους γάμους του. Εν τοσούτω η απαίτησις των χιλίων δραχμών δεν είχε διευθετηθή. Ο Θανάσης είπε να δώση ο Στάθης τας χιλίας δραχμάς εκ των χρημάτων όσα είχεν εις τας χείρας του, ως έχων την διαχείρισιν των εξόδων. Ο Στάθης εμόρφασεν, έγρυξε, και είπε: «ΚαλάΑλλά δεν έδωκε τα χρήματα.

ΜΑΚΒΕΘ Επήρα την απόφασιν, κι' όλαι μου αι δυνάμεις εις τούτο μόνον θα στραφούν το φοβερόν το έργον. Πηγαίνωμεν! Ας ήμεθα φαιδροίτον κόσμον όλον, ας κρύψη ο δόλος του 'ματιού του στήθους μας τον δόλον! Πρόδομος εν τω μεγάρω του Μάκβεθ. Εισέρχεται ο ΦΛΗΝΣ φέρων εις χείρας δαυλόν, ακολουθούμενος δε υπό του ΒΑΓΚΟΥ. ΒΑΓΚΟΣ Τι ώρα είναι της νυκτός; ΦΛΗΝΣ Δεν ήκουσα την ώραν, αλλ' η σελήνη έδυσε.

Ο ηγούμενος, υψώσας τας χείρας, ηυλόγησεν ιεροπρεπώς τους ευσεβείς γονείς πρώτον, και είτα τας σεμνάς θυγατέρας των, ευχηθείς ταχέως ο Ύψιστος ν' ανταμείψη αυτάς κ' εν τω κόσμω τούτω ως Δίκαιος και Πανάγαθος πατήρ. Μετ' ολίγον όλον το χωρίον ωμίλει περί του συμβάντος και της οικογενείας του καπετάν-Θοδωρή.

Το βέβαιον είναι ότι Κυριακήν τινα είδον τον Μπάρμπα-δήμαρχον, μάννα και κόρη, να κρατή εις τας χείρας του έν παλαιόν φλωρίον. Πλην δεν υπώπτευσαν τίποτε.

Ήσαν εκεί δύο ραββίνοι της Τρανστιβέρης, ενδεδυμένοι μακράς επιδεικτικάς εσθήτας και φέροντες μίτραν επί της κεφαλής, είς νέος γραφεύς, όστις εχρησίμευεν ως γραμματεύς των και ο Χίλων. Μόλις είδον τον Καίσαρα, οι ιερείς ωχρίασαν εκ συγκινήσεως και, υψώσαντες τας χείρας μέχρι των ώμων, εκάλυψαν τα μέτωπα με τας παλάμας.

Εις ολίγων ωρών απόστασιν έκειτο το περίφημον φρούριον και ανάκτορον Δεσταγέρδ , πλησίον δε τούτου ελέγετο ότι ευρίσκετο ο Χοσρόης. Αλλ' αυτός έφευγε καθ' όσον προσήγγιζεν ο βασιλεύς. Έφυγε δε και από το Δεσταγέρδ εις το παλάτιον Βεβδάρχ. Λαμπρά ήσαν τα λάφυρα, όσα τότε έπεσαν εις χείρας των νικητών.

Τότε έστελλε τον μαργαρίτην εις το Παλατίνον ή εις μίαν των αναριθμήτων επαύλεων του Καίσαρος, ή την παρεχώρει εις ένα των εταίρων. Το τοιούτον δυνατόν να συνέβη εις την Λίγειαν. Εάν ούτως είχε το πράγμα, η Λίγεια ήτο χαμένη διά παντός. Ηδύνατό τις να την αποσπάση από άλλας χείρας, αλλ' όχι από τας χείρας εκείνας. Τώρα ενόει μέχρι ποίου βαθμού ήτο προσφιλής.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν