Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Προχώρει λοιπόν! του έλεγεν ο Βινίκιος. Τι κάμνεις εκεί; — Κλαίω την Ρώμην, αυθέντα, απεκρίθη ο Χίλων. Μίαν πόλιν τόσον θεσπεσίαν. — Πού ήσο, όταν ήρχισεν η πυρκαϊά; — Επήγαινα εις του φίλου μου Ευρικίου, δέσποτα, ο οποίος είχε κατάστημα εις τα περίχωρα του Μεγάλου Κίρκου, και ησχολούμην ακριβώς μελετών την διδασκαλίαν του Χριστού, όταν ήρχισαν να φωνάζουν αίφνης πυρ, πυρ!

Μάρκος Βινίκιος Πετρωνίω χαίρειν»,& «Ουδαμού Λίγεια έως τώρα. Η νέα αύτη είναι ανεύρετος. Ηθέλησα να εξακριβώσω αν ο Χίλων με ηπάτα, και την νύκτα, καθ' ην ήλθε να ζητήση τα χρήματα διά τον Ευρίκιον, ετυλίχθην χλαμύδα στρατιωτικήν και τον ηκολούθησα, εν αγνοία, αυτού και του νέου θεράποντος, τον οποίον του είχα δώση.

Ο γέρων εστράφη, και ιδών έμπροσθέν του ένα άγνωστον, ανέκραξε: — Τι; Ποίος είσαι; — Απόστολος Παύλος, ο Ταρσεύς. — Είμαι κατηραμένος . . . Τι θέλεις; Ο Απόστολος απεκρίθη: — Θέλω να σε σώσω. Ο Χίλων εστηρίχθη επί δένδρου. — Δι' εμέ δεν υπάρχει πλέον σωτηρία! είπε με ασθενή φωνήν. — Δεν ηξεύρεις λοιπόν ότι ο Θεός εσυγχώρησε τον μετανοήσαντα ληστήν; ηρώτησεν ο Παύλος.

Ναι· και δέχομαι να γίνω δούλος σου, αν δεν του σπάσω τα πλευρά αυτού του βουβάλου, ο οποίος την φυλάττει. Ο Χίλων τον απέτρεψε να πράξη τούτο. Τον Κρότωνα τον είχον φέρει μόνον διά να τους υπερασπίση, εν περιπτώσει καθ' ην θα ανεγνωρίζοντο, και όχι διά να αρπάση την κόρην.

Ο Χίλων, όστις ηκολούθει τον Βινίκιον και τον Κρότωνα από πεντήκοντα βημάτων, εστάθη ευθύς· εστηρίχθη εις ένα τοίχον, και τους εκάλεσε να επανέλθωσι προς αυτόν. Ωπισθοχώρησαν, διότι επρόκειτο να συσκεφθώσιν. — Ύπαγε να ίδης, διέταξεν ο Βινίκιος, αν αυτή η οικία δεν έχει δευτέραν έξοδον προς άλλην οδόν.

Τότε ο Παύλος εβοήθησε τον Χίλωνα να ανέλθη παρά την λεκάνην της κρήνης, και εβύθισε τρις την κεφαλήν του γέροντος εις το ύδωρ λέγων: «Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού Χίλων, εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος! Αμήν!» Ο Χίλων ήγειρε την κεφαλήν και εξέτεινε τας χείρας. Η σελήνη εφώτιζε με το γλυκύ της φως την λευκήν κόμην του και το ακίνητον λευκόν πρόσωπόν του.

Ο Χίλων, ο οποίος παρεπονείτο ότι είχε τραυματισθή εις τους πόδας, έτρεξε τόσον ταχέως, ως εάν είχε λάβει πτέρυγας Ερμού και μετ' ολίγον επέστρεψεν. — Όχι, είπεν, η θύρα αυτή είνε η μόνη.

Και είσαι βέβαιος, αυθέντα, ότι εχάραξεν ένα . . . ιχθύν; Ω! — Ναι! είπεν ο Βινίκιος, καταστάς περίεργος. Μαντεύεις τι σημαίνει τούτο; — Ναι μαντεύω! ανέκραξεν ο Χίλων. Και ποιήσας υπόκλισιν, προσέθηκεν: — Είθε η Τύχη να σας πληροί πάντοτε με τα δώρα της, αυθένται εκλαμπρότατοι. — Ειπέ να σου δώσουν ένα μανδύαν! είπεν ο Πετρώνιος.

ΙΧΘΥΣ! είπε μετ' εκπλήξεως ο Πετρώνιος. — Ιδού διατί ο ιχθύς έγεινε το σύμβολον των χριστιανών, απήντησεν υπερηφάνως ο Χίλων. Εσιώπησαν. Εις τον συλλογισμόν του Έλληνος ενυπήρχε τι το αναντίρρητον· οι δύο φίλοι δεν ηδύναντο να κρύψωσι την έκπληξίν των.

Αλλ' εάν αύριον, εν μέσω του αμφιθεάτρου δηλώσης ότι ήσο μεθυσμένος και παρελογίζεσο και ότι οι χριστιανοί είναι πράγματι οι αυτουργοί της πυρκαϊάς, η τιμωρία σου θα περιορισθή μόνον εις μαστίγωσιν και εξορίαν. — Δεν δύναμαι, άρχον, εψιθύρισε πράως ο Χίλων.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν