Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
Αλλά όντας καλός Μουσουλμάνος και φοβούμενος τον Θεόν έκαμε πρώτον το προσκύνημά του· έπειτα έρριξε τα δίκτυα και σέρνοντάς τα, αγροικούσε μεγάλον βάρος, νομίζοντας ότι έκαμε καλήν επιτυχίαν· όταν τα έβγαλεν έξω τέλος πάντων, ευρίσκει ένα αγγείον βουλλωμένον· όθεν τρόπον τινά παρηγορήθη, ελπίζοντας ότι θα εύρη μέσα κανένα πολύτιμον πράγμα· τότε στοχαζόμενος καταλεπτώς την βούλλαν εις το στόμα του αγγείου βλέπει εις μολύβιν τυπωμένην την Πενταλφάν του Σολομώντος· και με το μαχαίρι του βγάζοντας την μολυβένιαν βούλλαν διά να ιδή τι έχει μέσα βλέπει ευθύς και βγαίνει ένας καπνός με μεγάλην ταραχήν και δυσωδίαν, εις τόσον που εβιάσθη να απομακρυνθή ολίγον.
Φοβούμενος δε μήπως επαληθεύση ο χρησμός δεν επανήλθεν εις την Κόρινθον, αλλ’ επορεύθη προς τους τόπους, εις τους οποίους καθώς η Ιοκάστη του ανεκοίνωσεν, εφονεύθη ο Λάιος. Και κατά παράδοξον σύμπτωσιν εκεί φιλονικήσας μ’ έναν άνθρωπον όμοιον μ’ εκείνον που του περιέγραψεν η Ιοκάστη ως Λάιον, τον εφόνευσε και κατόπιν όλους του τους ακολούθους.
Την δε πρωίαν εγερθείς διηυθύνθην προς την κατοικίαν του Μαυρογένη συλλογιζόμενος τι θα είπω και πώς θα παρουσιασθώ, φοβούμενος την υποδοχήν, ήτις μ' επερίμενε, και αμφιβάλλων περί της επιτυχίας του διαβήματός μου.
Φοβούμενος όμως μήπως ταραχθή η Ελλάς εάν χάριν αυτού εκπλεύση διά την Ιταλίαν μέγας στόλος, εβεβαίωσεν ότι μόνοι οι Κνίδιοι ήρκουν διά να τον καταβιβάσωσιν εις τον Τάραντα, νομίζων ότι οι Κνίδιοι, όντες φίλοι των Ταραντίνων, ευκόλως ήθελον τους πείσει να τον δεχθώσιν.
Διότι και ο χάριν της ηδονής φοβούμενος τους κόπους, εάν ησυχάζη όταν δεν πρέπη, τάχιστα θέλει στερηθή του αταράχου βίου τον οποίον φοβείται μη χάση, και ο υπερηφανευόμενος διά τας ευτυχίας του πολέμου δεν ενθυμείται ότι απατηλή είναι η έπαρσίς του.
Νά σκεφθής ότι το πράγμα καθ' εαυτό δεν είνε τίποτε και να κρεμάσης και συ εις τον τοίχον σου τας εικόνας του Αγαμέμνονος, του Ηφαίστου, του Μενελάου... Ηγέρθην αποτόμως φοβούμενος μήπως δεν δυνηθώ ν' αντισταθώ εις τον πειρασμόν να πτύσω εις το πρόσωπον του παληανθρώπου εκείνου. Κατ' εκείνην την στιγμήν ήρχιζε το cotillon, το οποίον μ' εφάνη ατελεύτητον.
Ο Δημήτρης δεν ητένιζε κατά πρόσωπον κανένα εξ όσων απήντα εμπρός του, φοβούμενος μη δειλιάση και οπισθοδρομήση άπρακτος. — Πού είνε ο αφέντης; ηρώτησε τον υπηρέτην, μόλις έφθασεν. — Δεν είν' εδώ· πάρε το 'μεροδούλι σου και φύγε απήντησεν ούτος, αποθέτων επί του πάγκου τεσσαράδραχμον κύλινδρον δεκαρών. — Δεν ήρθα, παιδί μου, για το μεροδούλι· είπεν ο Δημήτρης δειλώς· τον αφέντη θέλω.
Ήθελεν είνε αδύνατον να διηγηθή τις, ποίας λογής ήτον εις τούτο το θέαμα ο πόνος του βασιλέως, και με όλον που είχε τάξει την σιωπήν με όρκον της βασίλισσας, ολίγον έλειψε που να μη τον χαλάση, διά να ονειδίση την ωμότητά της· εστάθη όμως στενεμμένος να αναμερίση, φοβούμενος να μη της φανερώση την θλίψιν του· και ούτως επήγε και εξανακλείσθη εις τον χοντζερέ του, και δεν έκαμνεν άλλο, παρά να οδύρεται, και να κλαίη το κακόν τέλος των τρυφερών του παιδιών.
Ο Πυλάδης εφαίνετο τοσούτον του θανάτου εγγύς, ώστε ο υιός του Αγαμέμνονος έπαυσεν αποκρούων τα απειλούντα το στήθος αυτού ξίφη, φοβούμενος μη επιζήση εκείνου, δι' ον μόνον έζη· ότε δε είδε πίπτοντα τον φίλον του, ημιθανής ήδη κακείνος, κατώρθωσε να φθάση έρπων μέχρι του νεκρού, ον περιπτυχθείς ησπάσθη εις το στόμα, ωσεί ήθελε να εμφυσήση εις τα στήθη του την απομείνασαν αυτώ ολίγην πνοήν.
Μετά τούτο στήσαντες τρόπαιον έμειναν εκεί επί δύο ή τρεις ημέρας περιμένοντες τους Ιλλυριούς, οίτινες μισθωθέντες υπό του Περδίκκου επεριμένοντο να φθάσουν· έπειτα ο Περδίκκας ηθέλησε να προχωρήσουν κατά των τοποθεσιών που είχεν ο Αρριβαίος και να μη μένωσιν αργοί· αλλ' ο Βρασίδας, φοβούμενος μη συμβή δυστύχημά τι εις την Μένδην ένεκα αιφνιδίου ερχομού των Αθηναίων και βλέπων συγχρόνως ότι οι Ιλλυριοί δεν ήρχοντο, με κανένα τρόπον δεν ήθελε να προχωρήση, αλλά μάλλον επεθύμει να επιστρέψη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν