Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Σεπτεμβρίου 2025


Τρομάζετε, κι ο τρόμος σας ξεχύνεται με ψιλό τσιριχτό που του κάκου αγωνίζουνται μεγάλες τεχνίτρες να τονε μιμηθούνε, και τα γέλοια σας αντιλαλούν στον αέρα σαν κελαϊδήματα. Θυμώνετε, κ' η ωργισμένη φωνή σας ανεβοκατεβαίνει σαν το φύσημα του ανέμου. Λυπάστε, και το μυρολόγι σας πέτρες ραγίζει. Λέξη δε βγαίνει από το χαριτωμένο σας στόμα που να μην ιστορή την καρδιά σας.

Τας ημέρας του Πάσχα, και δύο εβδομάδας ακόμη οψιμότερα, ήτο φόβος και τρόμος να τολμήση τις να περάση από την γειτονιάν, εις την οποίαν εβασίλευεν διά του τρόμου ο Μούτρος. Οι πιστολισμοί έπιπτον αδιάλειπτοι. Μίαν Κυριακήν, ο Μούρος μεθυσμένος είχε κάμει παραπολλάς αταξίας εις τον δρόμον.

Ο Καίσαρ, έχων δεξιόθεν τον Τιγγελίνον και αριστερόθεν τον Χίλωνα, του οποίου ο τρόμος τον έτερπεν, ωδήγει τους ίππους του βραδέως, θεωρών τα καιόμενα σώματα και ακούων τας αναφωνήσεις του λαού. Οι υπερμεγέθεις βραχίονές του, τεταμένοι επί των νεφρών, εφαίνοντο ότι έκαμνον το σημείον της ευλογίας προς τον λαόν του.

Η έκστασις και ο βαθύς τρόμος επάλαιον ήδη εν τω πνεύματί μου· η όρασίς μου εσκοτίσθη και το λογικόν με εγκατέλιπε, μόλις δε μετ' επίμονον αγώνα κατώρθωσα ν' ανακτήσω το θάρρος και να παράσχω συνδρομήν, την οποίαν εκ νέου ήδη μοι επέβαλλε το καθήκον.

Κατέβηκε ως τη Θράκη κι αυτός, κι από κείθε στέλνει μέρος του στρατού κατά την Ελλάδα, άλλο στη Θρακική Χερσόνησο μέσα, και το τρίτο μέρος, ως εφτά χιλιάδες, το παίρνει ο ίδιος και κατεβαίνει ίσια στην Πόλη. Και τόσο απροφύλαχτα είταν τα περίχωρα της Πρωτεύουσας, που πέρασε και του Αναστάσιου τα τειχίσματα. Φόβος και τρόμος τους έπιασε τους Πολίτες.

Άμα δε εγνώσθησαν εις τας Αθήνας τα συμβάντα της Ευβοίας, τρόμος μεγαλύτερος από κάθε προγενέστερον κατέλαβε τους Αθηναίους, διότι ούτε η εν τη Σικελία συμφορά, όσον μεγάλη και αν εφάνη εις αυτούς τότε, ούτε ουδεμία άλλη δυστυχία εφόβησεν αυτούς τόσον.

Τότες στ' αμάξι ανέβηκε, και τ' αμαξά στα πλοία τούπε να πάει· τι να σταθεί αδύνατο απ' τους πόνους. 400 Τότε ο Δυσσέας έμεινε μονάχος και κοντά του ψυχή δεν είχε, τι όλους τους είχε κόψει τρόμος.

Και ανεζήτει εν μέσω των αεικίνητων σκωλήκων η μήτηρ, που ήτο τρόμος να βλέπης τους απείρους μαύρους οφθαλμούς με τα στακτερά σωληνοειδή σώματα, ανεζήτει υπό τα φύλλα κρυπτόμενα τα ακαμάτικα , τα οποία δεν κάμνουν κουκκούλια, δεν προκόπτουν , τα ανεύρισκε, διακρίνουσα ταύτα μετ' επιτηδειότητος, και τα έρριπτεν εκ του παραθύρου εις την οδόν, επιλέγουσα σιγά-σιγά: — Άιντε, ακαμάτες, που είσθε σεις για κουκκούλια!

Πώς δηλαδή; Τρόμος είναι και τα δύο αυτά πάθη, και οι τρόμοι υπάρχουν από κάποιαν συνήθειαν της ψυχής.

Και στέκει η Ίριδα σιμά στο γέρο, και τον κράζει σιγά λαλώντας, κι' έπιασε το γέρο ως μέσα ο τρόμος 170 «Γιε του Δαρδάνου, έλα καρδιά, μη βάνει ο νους σου φόβο. Δεν ήρθα εγώ γιατί δεινά θωρώ που σου πλακώνουν, Μον ήρθα με καλούς σκοπούς. Του Κρόνου ο γιος με στέλνει, που κι' απ' αλάργα σε πονάει και σε φροντίζει πάντα.

Λέξη Της Ημέρας

ορέων·

Άλλοι Ψάχνουν