United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι όμως και καιρό είχαμε, και χρήματα δε μας λείψανε, για ν' αγωνιστούμε, να καταφέρουμε την ένωσή μας. Θα πει πως δεν είμαστε αρκετά άνθρωποι, αρκετά ανεξάρτητοι, για να σηκώσουμε κεφάλι κατεπάνω στον Τούρκο. Κ' έχουμε χρέος να γίνουμε άνθρωποι, γιατί γύρω μας είναι κίνδυνοι, που χρειάζονται άνθρωποι, δυνατοί, αληθινοί Έλληνες, για να τους νικήσουν.

Εκεί είδα σε τι απαίσιο σκοτάδι πλέει ο λαός μας, δουλεύοντας σαν είλωτας όχι μόνο στον τούρκο, αλλά και στο δικό του τον καλόγερο, το καθαρό αυτό απομεινάρι του απαίσιου φεουδαλικού Βυζάντιου.

Κι όσο σ' αυτόν τον ψεύτικο τον κόσμο μας θα ζήσης, Τον Τούρκο, τον αντίχριστο, ποτέ μην αγαπήσης! — Κι απ' τότε ως που μεγάλωσα κάθε χειμώνα βράδυ, Ενώ απ' όξω η αστραπαίς έσχιζαν το σκοτάδι Κ' έβρεχε κ' έρριχνε 'ψηλάτα κορφοβούνια χιόνι Και δεν ακούγονταν ψυχή ούτε η φωνή του γκιώνη, Μ' έπαιρνε η μάνα ς' τη φωτιά κι' άρχιζε να μου λέη Ά, όχι τα συνήθηα Που λεν γρηούλαιςτα μικρά παιδάκια παραμύθια· Μώλεγε λόγια, που κι' αυτή διηγώντάς τα να κλαίη.

Πορευθείς ούτος προς τον αρματωλόν έτυχεν αδελφικής δεξιώσεως ώστε σκληρώς ελεγχόμενος υπό του συνειδότος εδήλωσε τον σκοπόν της αποστολής του, ελπίζων ότι οικειοθελώς έμελλε να παραδοθή ο γενναίος εκείνος· Αλλ' ο Μηλιόνης αφ' ου απήντησε, Όσο είναι ο Χρήστος ζωντανός Τούρκο δεν προσκυνάει έδραξε το πυροβόλον και εξελθών εμονομάχησε προς τον Σουλεϊμάνην.

Πρέπει να παραπάτησε πηδώντας από μεγάλο βράχο. Λίγο παρακείθε βλέπω κι άλλον Τούρκο που έτρεχε καταπάνω μου με στα μάτια του άγρια χαρά. Τρομερός στοχασμός με περνάει σαν αστραπή. Βρέθηκ' αμέσως ολόρθιος, πηδηχτός, πεταχτός, ζαρκάδι μοναχό. Κατέβαινα, το βουνό κατρακυλιστά. Μια φορά δεν κοίταζα πίσωθέ μου. Είμουνα σε λίγες στιγμές στο χωριό. Άλλη μια στιγμή, και χώθηκα στην αυλή μας.

» Ελάτε όλοιτο Σταυρό » Εδώ να ορκισθούμε, » Ότιόλη μας τη ζωή » Τον Τούρκο θα κτυπάμε, » Και θα τον καταδιώχνουμε, » Καιτα βουνά ας πάμε. » Εκείτα πεύκα, 'ς ταις οξιαίς » Τη 'λευθεριά θα 'βρούμε

Ειδεμή, γιατί πέθανε η Μελέκη στον τρίτο το μήνα της; Γιατί τρελλάθηκε ο Αγάς, και τονε δέσανε χεροπόδαρα, και τον έδερναν αλύπητα να τονε γιατρέψουν, κι αυτός θεραπειά πια δεν είδε; Γιατί τα μισόχασε κι ο Μπραΐμης, και πούλησε πύργους, και ξέκαμε χτήματα, και πήγε κ' έχτισε την πετροφωλιά εκείνη απάνω στην Τάμπια, και ζούσε ολομόναχος, και μήτε Τούρκο να δη δεν ήθελε μήτε Χριστιανό, ώσπου απέθανε χρόνια κατόπι, και χάρη νάχη τη διαθήκη του, που έλεγε να φέρουνε με τη σερμαγιά του νερό στο χωριό, και τώρα βλογούν τη ψυχή του Παπάδες κ' Ιμάμηδες.

Στο αναμεταξύ αυτό σταμάτησε και ο Ελληνικός πολιτισμός εκεί που τον άφησαν οι άνθρωποι του 1453, ενώ ο ευρωπαϊκός πολιτισμός ίσα ίσα από κείνον τον καιρό άρχισε κ' έπαιρνε ολοένα δρόμο και κυρίευε τον κόσμο. Και έτσι στα 1770 και στα 1821 που ξύπνησαν και σηκώθηκαν πρώτοι από τους Ανατολικούς λαούς οι Έλληνες και χτύπησαν τον Τούρκο, δεν είχαν πια στην Ανατολή την ηθική επιβολή που είχαν άλλοτε.

Μερικοί είναι δυνατώτεροι από τους άλλους. Ο «Ερχομός» του Γύφτου είναι πολύ μουσικός και τρέχει σαν ποτάμι. Άπειρα πράγματα λέει ο στίχος ο όμορφος: Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρη. Δείχνει όλη την εξάντληση της Πόλης. Δεν είχε πια τη δύναμη να θέλει τίποτα. Ο «Δουλευτής» είναι πολύ δυνατό.

Πονούσε σαν τη μάννα για το παιδί της, όταν έβλεπε πληγή στην πατρίδα του. Τούρκο έβλεπε και φουρκίζουνταν, αυτός που γεννήθηκε στα βάθια της τουρκομίλητης Ρωμιοσύνης. Α δεν είτανε φαμελίτης στην Πόλη, δίχως άλλο θα τον είχε τότες, η Κρήτη, που την πλημμύριζε η φωτιά και το αίμα.