United States or United Kingdom ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόλις είχαν φθάσει ως την μέση του γεφυριού, εξηκολούθησεν η γραία, και ο Κιαμήλης, το παιδί μου, είδε μέσ' από ταις ιτιαίς μια φλόγα, κι' άκουσε μια τουφεκιά! Και πριν προφθάση να τα νοιώση, παιδί μου, έπεσεν ο σύντροφός του πληγωμένος! Κ' εξιππάσθηκε το άλογο του Κιαμήλη, κ' έγειρε σε μια μεριά κ' έσπασε το κάγκελο του γεφυριού κ' έπεσε στον ποταμό μαζί με το παιδί μου!

Ήσαν τρεις νέοι κρατούντες τουφέκια, ο Κώτσος ο Κ., ο Αντώνης ο Β. και ο Αλέκος ο Π., δημοδιδάσκαλος «αριστοβάθμιος» της νέας εποχής.

Χωρίστηκε ο Κιοσέ πασάς.. Χτυπάει την Αλαμάνα... Άστραψ' η πρώτη τουφεκιά... Χαράτο καρυοφύλλι!... Να μην πεθάνω εδώ με σας, αν δεν ην' του Καλύβα.

Έν μόνον παράθυρον προς την οδόν Φιλελλήνων, κομψότατον γραφείον προ αυτού, με σωρούς βιβλίων, μία μικρά τράπεζα με ολόκληρον βράχον τελευταίων εκδόσεων και τελευταίων βιβλίων, θαυμασιωτάτη υαλόφρακτος μακρά βιβλιοθήκη, κατέχουσα ολόκληρον την πλευράν του τοίχου, εικόνες και κομψοτεχνήματα πολυάριθμα, δυο τεράστια κέρατα, εξ ων εξαρτώνται τουφέκια, καρυοφύλλια, σπάθαι, πάλες, γιαταγάνια, κουμπούρες, ελληνικότατα όλα, τάπης επί του πατώματος, κομψόν διβάνιον, κομψόταται έδραι, μεγάλη πεπυρακτωμένη θερμάστρα εις το βάθος πληρούσα το δωμάτιον γλυκυτάτου θάλπους».

Πες τους ότι, αν αφήσουν να μας πάρη το ποτάμι, Ευθύς πάλιν ο στρατός μας είνε έτοιμος να κάμη Ένα ήσυχο σεργιάνι έως εις την Θεσσαλία . . . Πες τους, ότι δεν εχάθη των ελλήνων η ανδρεία, Ότι έχομεν τουφέκια, Κρουπ κανόνια αρκετά, Υποβρύχια, τορπίλλας, και λαμπρά θωρακωτά.

Αχός βαρύς ακούεται, πολλά τουφέκια πέφτουν Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροκόπι; Ουδέ σε γάμω ρίχνουνται, ουδέ σε χαροκόπι. Η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφαις και μ' αγγόνια.

Αλλ' η επελθούσα κακοκαιρία, ήτις από της βροχής ετράπη εις χιονοθύελλαν, εματαίωνε το σχέδιον. Τα όπλα των, τουφέκια παλαιά με πυρολίθους, κατέστησαν άχρηστα εκ της βροχής. Όσοι δε, κατορθώσαντες να διαβώσι τους πλημμυρούντας χειμάρρους, έφθασαν εις τα περί το Αρκάδιον υψώματα, εθεώντο άπρακτοι, με την οδύνην της αδυναμίας, την σπαρακτικήν τραγωδίαν ήτις ετελείτο κάτω εις το οροπέδιον.

Και στη μέση λεβέντη, με πρόσχαρη όψη, και μ' ολόξυπνα μάτια. Αυτός είναι που την πέταξε την πρώτη τη μπόμπα μέσα στη δασκαλήσια τη φάλαγγα. Ξαφνικό τους ήρθε σαν ξέσπασε. Κανένας τους δε βγήκε να τον ανταμώση και να του ρίξη, ας είναι και μια τουφεκιά. Παιδιά βάζανε και τούρριχταν πέτρες. Μα το «Ταξίδι» του ολονένα ταξιδεύει ανάμεσά τους, και τους σπέρνει φωτιά και καπνό.

Ο δε μαχητής του Βελεστίνου εξηκολούθησε: — Μα μπορεί ένας άνδρας με αίμα, ένας δερβίσης να μην είνε με το Κορδόνι; Το λες και γεμίζει το στόμα σου. Το φωνάζεις και βροντά σαν τουφεκιά, σαν χαλκούνι! Και διά να μου αποδείξη τους λόγους του, εφώναξε με όλην την δύναμιν των πνευμόνων του: — Κορδονάραρος!

Θάψτε με δίχως κλάυματα και δίχως μοιρολόγια, Τουφέκια να μου ρίχνετε, τραγούδια να μου λέτε. Μαζί μου, μέσ' 'ς το μνήμα μου, και το καυκί μου βάλτε, Το πλουμιστό μου το καυκί, τον ώμορφο αραγό μου, Το πενταπήχινο ραβδί, την ακριβή φλογέρα, Και τ' ασημένια τ' άρματα. Λεν πωςτον Κάτω Κόσμο Οι νιοι βαστάνε τ' άρματα κ' η λυγερές τους στόλους.