United States or Iran ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσα είπαμε στου Ιουλιανού το κεφάλαιο για την τιτλοφορημένη εκείνη μερμηγκιά που μπαινόβγαινε στο παλάτι, δεν είναι τίποτις ομπρός στους μύριους αυλικούς αξιωματικούς που θα τους δώσουμε μια γενική περιγραφή όπου κι αν είναι.

Ο κλήρος όμως της Αφρικής, που άλλο δεν έβλεπε παρά τη δική του ασφάλεια, έπειτα κ' η βαθιόρριζη εκείνη λαχτάρα του Ιουστινιανού να κυριέψη τη Δύση, τον άναψαν πάλε και ξαναπήρε την πρώτη απόφαση. Αρχίζουν οι τοιμασίες, και για να μην αφήση τίποτις μισό, μόλις στα 533 ξεκίνησε ο στόλος.

Ό τι έκαμα, το ήξερα και τόκαμαΝα βασανίζεσαι εσύ και να σ' αφήσω παραπονεμένο; Δε μου είτανε δυνατό. Το ήθελα και τόκανα. Δεν μπορεί κανείς να μου πη τίποτις. Είναι δική μου δουλειά. Ό τι έχω, πάρτο, στο δίνω. Όχι, δε λυπούμαι. Ίσως παίζεις εσύ μαζί μου. Μ' έχεις τώρα σαν παιχνιδάκι σου, Καρλή. Είναι δικό σου το παιχνιδάκι. Δικιά σου είμαι όλη. Κουράστηκα και πια δεν μπορώ. Θα πέσω κατά γης.

Σαν το πουλί τριγύρω στο φείδι στρεφογυρίζει ο νους μου. Αχ, και να είταν ο Χάρος αυτό το φείδι! Είνε ο πόνος, ανάθεμά τον, ο πόνος! Ο κόσμος όλος πεθαίνει, κι αυτός βασιλεύει. Να τους σκοτώσω, θα πης! Να τους σκοτώσω, να βουβαθούν αυτές οι χαρές. Ψεύτρα, παρηγοριά! Που σκοτώνει του αλλονού τη χαρά, ζωντανεύει τον πόνο του. Απελπισιά, απελπισιά, και τίποτις άλλο. Αυτή θα είνε η αγάπη μου εμένα.

Τρεις όλες εβδομάδες ηρχόμουν πρωί και βράδυ εις το χρηματιστήριο να να ιδώ τι τρέχει. Η καρδιά μου κτυπούσε σαν κουδούνι και προτού να σηκώσω τα μάτια εις τον πίνακα έκαμνα το σταυρό μου και έταζα κερί εις όλους τους αγίους, να με αξιώσουν να ιδώ σημειωμένη καλλίτερη τιμή. Τίποτις όμως δεν ωφελούσεν.

Το φυσικώτερο μας φαίνεται πως τον οχτρεύουνταν τον Κρίσπο ο Κωσταντίνος από λόγους πολιτικούς. Δεν το σήκωνε να βλέπη το γιο του αγαπημένο και τιμημένο στη Ρώμη, και το δικό του τόνομα να σέρνεται καταφρονεμένο στους δρόμους. Ξέρουμε τώρα από τα περασμένα του πως τίποτις δεν το είχε ο Κωσταντίνος να ξεπαστρεύη όσους τούφερναν εμπόδια στους πολιτικούς του σκοπούς.

Και γιατί τάχα τίποτις; Γιατί, βλέπετε, αφτοί όλοι που φτειάνουνε γλώσσα με τα βιβλία, κάθουνται στο καμεράκι τους κ' έχουν ολόγυρα στους τοίχους, μέσα στη βιβλιοθήκη τους, γραμματικές, λεξικά λογιώ λογιώνε. Και θαρρούνε πως φτάνει. Έχουνε λάθος μεγάλο. Δε βγήκαν αφτοί όξω στο δρόμο, να δούνε και το φως. Είναι σωστοί καλαμαράδες. Πραχτικά κεφάλια δεν είναι.

Στους δρόμους, σταργαστήρια, παντού διδαχές ακούς και τίποτις άλλο.

Ας αφήσουμε τους φίλους μας να λένε για μας όσα θέλουν. Τι σας φαίνεται; Όταν έχει κανείς πολλές αμαρτίες — ο λόγος μου είναι για μένασαν πιο φρόνιμο μ' έρχεται να μην τις φωνάζη πολύ δυνατά. Με τέτοιο τρόπο κάποτες στέκουνται κ' οι άλλοι και δε λεν τίποτις. Να πω βάρβαρο το έθνος, θα με πουν και μένα βάρβαρο. Δεν καταδέχουμαι τέτοιο πράμα.

Μα για να πάμε από το τίποτις, από τανύπαρχτο, ίσια με το μίσος, ίσια με την αγάπη, για να πάμε μάλιστα κάποτες από το μίσος στην αγάπη κι από την αγάπη στο μίσος, υπάρχουνε χίλιες και χίλιες αγάπες, μίσητα χίλια και χίλια, που όνομα δεν έχουν ως τώρα.