Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Ο χρόνος να μη σε 'βγάλη, ο μήνας να μη σ' εύρη, πέντε να είν' αι ώραις σου. Να σαβανώσης τον άντρα σου ανήμερα τη λαμπρή και να θάψης ταις &κλήραις σου&. Κακή τρομάρα και συμφορά να σας έλθη! Από πνίξιμο να μη γλυτώσης, από σεισμό και καταποντισμό να μη σωθής. Να πέση το έρμο σου να σε πλακώση, τα σκυλιά να σε τραβούν, τα φείδια να σε φάγουν, και του χρόνου να μη σώσης, αμήν, Παναγία μου.
Δεν τον απήγαγον μετά των άλλων. — Τι σκέπτεσαι να κάμης; — Να την σώσω ή να αποθάνω μετ' αυτής. Και εγώ είμαι χριστιανός. Ο Βινίκιος εφαίνετο ότι ωμίλει με αταραξίαν, αλλ' εις την φωνήν του έπαλλεν οδύνη τόσον σπαρακτική, ώστε η καρδία του Πετρωνίου εθλίβη. — Σε εννοώ, είπεν· αλλά πώς θα την σώσης;
Κι' άνκε χωνεύση τον θυμόν την ίδιαν ημέραν, Κρατεί πλην πάθος 'ς την καρδιά, κατόπι να το κάμη. Κ' εσύ στοχάσου το λοιπόν, ανίσωςκε με σώσης.
Ω, ας μπορούσαμεν εμείς, κάτω από τον μαύρον Άδη κι' από τα νερά του Κωκυτού να πάρωμε εσένα και πίσω να σε φέρωμε! Γιατί εσύ μονάχα είχες την γενναιότητα απ' όλες της γυναίκες με την δική σου τη ζωή τον άντρα σου να σώσης. Είθε να πέση ελαφρό επάνω σου το χώμα. Και άν ποτε ο άντρας σου άλλην γυναίκα πάρη ούτε κανένας από 'μας ούτε και τα παιδιά σου θα έχουν μάτια να τον 'δουν.
Κ' έπειτα εγώ το πένθος σου δεν θάχω ένα χρόνο, αλλά για όλη τη ζωή και ως που να πεθάνω θα νοιώθω περιφρόνησι για κείνην που μ' εγέννα και θα μισώ το γέρο μου πατέρα. Και οι δυο τους με λόγια μ' αγαπούσανε, αλλ' όχι και με έργα. Συ μοναχή δεν 'δείλιασες να δώσης τη ζωή σου, για να μου σώσης τη ζωή.
Σα χτυπήματα με σπρώχναν εμπρός οι στοχασμοί και στη χλωμή λάμψη της λάμπας είδα το πρωινό φως να πέφτη από την κουρτίνα απάνω στο χαρτί μου. «Χρήματα, χρήματα! Σου χρειάζουνται χρήματα, αν πεθάνη το παιδί σου και θέλης να σώσης τη γυναίκα σου.»
Θέλω τα ολάγρια βέλη σου, Φοίβε μου Λύκιε, με τα χρυσά δοξάρια σου ρίχνοντας να μας σώσης, τον Χρυσομίτραν Διόνυσον ακόμη επικαλούμαι που είναι προστάτης των Θηβαίων, τον Βάκχον, τον κρασοπρόσωπον σύντροφον των Μαινάδων να εγγίση μ’ ένα ολόκαυστον πεύκο τον Άρη που οι θεοί καθόλου δεν τιμούνε.
Το γυιό σου συ δεν έσωσες που 'πρεπε να τον σώσης, ούτε στη μάννα που μιλεί• μόλο που μάντις είσαι, τίποτε δεν μαντεύεις συ• τάφο να του σηκώση, Αν ίσως και της πέθανε, αν ίσως ζη ακόμη ας βγη και πάλι μια φορά στης μάννας του την όψι.
Αυτό είνε το έσχατον μέσον, Αλλ' εν τω μεταξύ συ θα σώσης αμφοτέρους. Είσαι φίλος του Καίσαρος. Εκείνος μου την έδωκεν. Ύπαγε και σώσον με! Νωρίς να απαντήση ο Πετρώνιος εκάλεσεν ένα δούλον και τον έστειλε να φέρη δύο αμαυρούς μανδύας και δύο ρομφαίας. — Πηγαίνομεν τώρα, είπεν έπειτα ο Πετρώνιος, θα σου τα είπω όλα καθ' οδόν. Μετά μίαν στιγμήν ευρίσκοντο εις την οδόν.
ΑΧΙΛΛΕΥΣ Περί της θυγατρός σου. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω του απαισίου σου λόγου ! ΑΧΙΛΛΕΥΣ Φωνάζουν ότι πρέπει, να σφαγή. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και δεν υπάρχει κανείς ο αντιλέγων; ΑΧΙΛΛΕΥΣ Κ' εγώ ο ίδιος διέτρεξα κίνδυνον. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ποίον κίνδυνον, φίλε ; ΑΧΙΛΛΕΥΣ Να λιθοβοληθώ. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Διότι θέλεις να σώσης την κόρην μου; ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ναι. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και ποίος θα ετόλμα να σ' εγγίση καν;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν