Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Κι' ενώ μπροστά του ασπίδες κρατούσανε οι συντρόφοι του, μήπως τυχόν πλακώσουν πριν οι γενναίοι Δαναοί πριν δούνε χτυπημένο 115 τον ξακουστό τ' Ατρέα γιο, τον καστανό Μενέλα, έβγαλε αφτός το σκέπασμα της θήκης, και σαΐτα πήρε καινούργια φτερωτή, πηγή των μάβρων πόνων· και τη σαΐτα απάνου εφτύς στερέωσε στην κόρδα, κι' έκανε τάμα του θεού, τ' αχτιδοστάλτη Απόλλου, πλήθος αρνιά πρωτόλουβα να σφάξει στο βωμό του, 120 πίσω σαν πάει στον τόπο του, στη βλογημένη Ζέλια.

Θέλων να την καθησυχάση ανήγγειλεν ο αγαθός διευθυντής ότι θα προβή την επιούσαν εις ανακρίσεις προς ανακάλυψιν και τιμωρίαν του ενόχου. Αι ανακρίσεις ενηργήθησαν, αλλ' αδύνατον υπήρξε να ευρεθή ο τοποθετήσας υπό το σκέπασμα τον κοπανηθέντα πίλον. Τούτο δικαιούμεθα να θεωρήσωμεν ως μέγα δι' αυτόν ευτύχημα, διότι τρεις ημέρας έπειτα ανεσύρετο νεκρά εκ του φρέατος η δυστυχής Σεμίρα. Βλέπ. Εγκυκλοπ.

Τας άκρας της άνω σινδόνος εστόλιζε κόκκινος μαίανδρος και άλλος πλατύτερος τα παραπετάσματα· τα εφαπλώματα ήσαν μεταξωτά και το εκ πτερού σκέπασμα των ποδών άνωθεν κεντητόν με υπόραμμα εκ χρυσίζοντος ατλαζίου. Εις δε τον τοίχον εθάμβωνε την δράσιν χρυσάργυρος Παναγία μ' ερυθράν κάτωθεν κανδήλαν· ουδ' έλειπαν τα βάγια, τα φυλακτά, οι σταυροί και η κογχύλη του Παναγίου Τάφου.

ΑΓΟΡ. Αυτά να τα λες αλλού, ότι είσαι παιδεραστής και περιορίζεσαι μόνον εις την ψυχήν των παιδιών, ενώ δύνασαι να πας και πάρα πέρα, αφού κοιμάσθε υπό το αυτό σκέπασμα. ΣΩΚΡ. Σου ορκίζομαι εις τον σκύλον και εις τον πλάτανον ότι αυτή είνε η αλήθεια . ΑΓΟΡ. Τι θεοί είνε αυτοί εις τους οποίους ορκίζεσαι;

Διότι η έννοια, ο λόγος είναι η μορφή του πράγματος, και είναι αναγκαίον ούτος να υπάρχη εν ύλη τινί ωρισμένη, εάν μέλλη να υπάρχη το πράγμα. Ούτω λ.χ. η μεν έννοια της οικίας είναι τοιαύτη: οικία είναι σκέπασμα, όπερ εμποδίζει την εκ των ανέμων και βροχών και καυσώνων βλάβην ημών.

Είπε, κι' αφτός τους παραγιούς προστάζει και τις σκλάβες στο λιακωτό να βάλουνε κλινάρι, και να στρώσουν όμορφα κόκκινα χαλιά, ν' απλώσουν αντρομίδες, 645 κι' απάνου σκέπασμα σγουρές να βάλουνε φλοκάτες. Κι' έβγαιναν απ' τη σάλα αφτές στα χέρια φως κρατώντας, κι' αμέσωςκάνοντας γοργάτους στρώνουν διο κλινάρια.

Έτσι καθόμαστε κει μέσα όσο που έπαψε η αναπνοή,..ξαναήρθε...έγινε πιο κρατητή, δυνάμωσε...κ' έπαψε. Τότε ησυχάσανε όλα. Βασίλεψε η σιγή του θανάτου. Σκυμένοι και κλαίοντας ακολουθήσαμε το φτερούγισμα της ψυχής, που έφευγε. Του κρατούσαμε κ' οι δύο τα χέρια και μεμιάς ταφήσαμε να πέσουν παγωμένα απάνω στο σκέπασμα. Έπειτα βγήκε η γυναίκα μου από την κάμαρα και πήγε να ησυχάση.

Θέλω η βρυσούλα, η ρεμματιά, παλιές γλυκιές μου αγάπες, Να μου προσφέρνουν γιατρικό τ' αθάνατα νερά τους, Θέλω του λόγγου τα πουλιά με τον κελαϊδισμό τους Να με κοιμίζουν το βραδύ, να με ζυπνούν το τάχυ, Και θέλω νάχω στρώμα μου νάχω και σκέπασμά μου Το καλοκαίρι τα κλαδιά και τον χειμώ τα χιόνια.

Λέγει ότι, αν ανοίξης εκείνο το μεγάλον κιβώτιον, θα εύρης μέσα τον διάβολον κουβαριασμένον· αλλά να κρατής καλά το σκέπασμα του κιβωτίου, διά να μη ξεφύγη ο διάβολος. — Έλα να με βοηθήσης, είπεν ο γεωργός. Και υπήγε προς το κιβώτιον, όπου η γυναίκα του είχε κρυμμένον τον καλόγηρον, ο οποίος εκάθητο εκεί μέσα σφιγμένος και κατατρομασμένος· ο γεωργός ήνοιξεν ολίγον το σκέπασμα και είδε.

Γιατί νομίζουν οι πολλοί, πως κάθε τι δεν πρέπει, Με δίχως κάνα σκέπασμα καθένας να το βλέπει. Εγώ πολύ παλιότερο και γεροστότερόν σου, 95 Με τα στολίδια, που φορώ, φαντάζω νιότερό σου. Και ντιούμαι πάντα λογιαστά, και πάντα συχναλλάζω, Και πάσα ημέρα αλλιότικο, καινούρια νιάτα βγάζω.

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν