Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Ο Βινίκιος συνωφρυώθη, είτα δε εξηκολούθησε: Κανείς δεν μας είδεν, όταν εισήλθομεν εις την οικίαν αυτήν, εκτός ενός Έλληνος, όστις είχεν έλθει μαζί μας εις το Οστριανόν. Φέρετέ τον εδώ και θα τον διατάξω να σιωπήση διότι είναι μισθωτός μου. Θα γράψω εις τους οικείους μου ότι απέρχομαι εις Βενεβέντον.
— &Ανάθεμα& στην ψυχήν του δούλου σου; Τι λες, δάσκαλε; Ο ψάλτης του ένευσε μόνον να σιωπήση. Και με κυκλοτερές βλέμμα προς τους άλλους, τους εσύστησε να μη δώσουν προσοχήν, διά να μη γίνη χασμωδία. Ο Φραγκούλας μετ' ολίγον και πάλιν επανέλαβε· — Τι τους ψαίλνετε;... Τι τους κάνετε νάνι-νάνι;... Όλοι στ' ανάθεμα θα πάμε!... Ο διδάσκαλος και πάλιν του ένευσεν αυστηρώς. Και ο Κώτσος απεμακρύνθη.
— «Δεν υπάρχει Θεός άλλος από τον αιώνιον». Τον εχλεύαζε διά τους κήπους του, διά τα αγάλματα, και τα εξ ελεφαντοστού έπιπλά του ως τον ασεβή Αχαάβ. Ο Αντίπας έκοψε την λεπτήν άλυσσον της σγραγίδος του η οποία εκρέματο επί του στήθους του, και την επέταξεν εντός του λάκκου, διατάσσων αυτόν να σιωπήση. Αλλ' η φωνή επέμενεν. — «Θα φωνάζω ως άρκτος, ως όναγρος, ως τίκτουσα γυνή.
Η κλίνη του συνέκειτο εξ υγρών βρύων και αλμυρίδων, παρά τους πόδας του έκειντο κογχύλαι και άλλα θαλάσσια προϊόντα. Ο αήρ ήτο ελαφρός και ευώδης, και η καρδία του ησθάνετο ευδαιμονίαν. Πού ήτο; Δεν ετόλμα να συμπεράνη. Τέλος στρέψας το βλέμμα προς τα δεξιά βλέπει.....την θαλασσίαν νύμφην καθημένην ενώπιον αυτού! Ο Αννίβας εξέπεμψε κραυγήν. Εκείνη τω ένευσε να σιωπήση.
Μα οι νέοι τα εσιάξανε μεταξύ τους, και η κόρη — π' ανάθεμά της! — αγάπησε τον Κιαμήλη τόσο πολύ, που ο γέρος αναγκάσθηκε να δαγκάση τα χείλη του και να σιωπήση, έτσι αψύς και υπερήφανος που ήταν. Γιατί άλλο παιδί από την Ναζιλέ δεν είχε και δεν ήθελε να την λυπήση. Έτσι εδώσανε σημάδι και αρραβωνιασθήκανε. Ποιος το ήξευρε να τους πανδρεύση τότε, και να τους φέρη στην Πόλι.
Μα με όλον που επροσπάθει να την παρηγορήση και να την καταπραΰνη, τόσον περισσότερον της άναπτε την ανησυχίαν της και το μίσος προς αυτόν, λέγοντάς του θυμωμένη, να σιωπήση αν θέλη· και με όλον που ήτον νύκτα ήθελε να πηγαίνη εις το Μουσουλπατάν. Αυτό το έκανεν αυτή, όχι μόνον διά να μην απεράση την νύκτα με τον γέροντα, αλλά και διά να ιδή τι έγινεν η αδελφή της.
Τας δε συναναστροφάς των κακών απόφευγε ανεπιστρεπτί. Και όταν κάμης αυτά, εάν μεν ελαφρύνεται η ασθένειά σου, καλά, ειδεμή, θεωρήσας καλλίτερον τον θάνατον, ελευθερώσου από την ζωήν. Εις αυτά τα προοίμια που ψάλλομεν ημείς διά τους συλλογιζομένους όσα είναι έργα ανόσια και πολιτοφθόρα, όταν μεν κανείς υπακούη, ο νόμος πρέπει να σιωπήση, όταν όμως δεν υπακούη, τότε πρέπει να του φωνάξη δυνατά.
Όταν ήλθεν η βροχή και μ' εμούσκευσε, και ο βορειάς μ' έκαμε να τρίζω τα 'δόντια, και ο κεραυνός δεν με υπήκουε να σιωπήση, τότε τους εμυρίσθηκα τι πράγματα ήσαν! Πηγαίνετε 'ς το καλό! Μου έλεγαν όλοι ψεύματα! Μου έλεγαν, ότι εγώ είμαι το παν. Ψεύματα! Ούτε τον παροξυσμόν δεν ημπορώ να νικήσω. ΓΛΟΣΤ. Την ενθυμούμαι την φωνήν. Την ήκουσα... Δεν είναι ο βασιλεύς;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν