Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Ο αφέντης, είπα, έχει τόπο απέραντο· δε θα φτωχύνη με μια λουριδίτσα. Έπειτα, αφέντη μ' και το χτήμα μου δικός σου τόπος δεν είνε; Η καλωσύνη σου μου τόδωκε· μπορείς και να το πάρης πίσω σα θελήσης. — Ναι, σα θελήσω, ορέ! είπε φουσκώνοντας ο Χαγάνος. Και θα σ' το πάρω πίσω· να το ξέρης πως θα σ' το πάρω! Όχι· δε θα σας αφήσω να μου σηκώσετε κεφάλι.

Βρε! τι κάνετε σεις; . . . Θα σηκώσετε τον κόσμο στο ποδάρι . . . Μήγαρις μας αφήνετε, μπάρεμ, να πάρουμ' ένα ύπνο απ' της φωνές σας; Κανείς δεν απήντησεν εις τας διαμαρτυρίας του Κωνσταντή. Η σύζυγός του έκυπτε, πνίγουσα τους λυγμούς της, επί του λίκνου. Η πενθερά του εκάθητο συνάπτουσα τας χείρας, αινιγματώδης, σφίγγουσα τους οδόντας, με απλανές το βλέμμα.

Καλέ τι σας ήρθε; όλο τον κάμπο πήγατε να σηκώσετε! Νά, τόσα σώνουνε: λίγα κίτρινα κι απ’ αυτά εδώ τα κόκκινα, ναίσκε αυτά θα της αρέσουν της Κυρία-Ουρανίας, και μερικά από τάσπρα- πού να τα σέρνω!. . . Μάννα μου! τι όμορφα ετούτα τα μικρούλια, τα γαλανούλικα !. . . Έ ! σώνουν πια Αυτές εδώ είναι ανεμώνες-είπε σιγαλά η Λιόλια. . κ' είναι βγαλμένες με το χώμα.

Από τα ζητήματα τούτα σ' ένα δράμα, που είναι και το πρώτο σας έργο, δεν μπορείτε βέβαια να ψάξετε σχεδόν τίποτε. Μα πολύ σωστά, αρχίσατε από το πρώτο και σημαντικώτατο• από την ερωτική γνωριμία του άντρα με τη γυναίκα, από τη θέση της γυναίκας αγνάντια στον άντρα. Ο έρωτας, ο γάμος, θελήσατε κ' εσείς να σηκώσετε μια δίπλα από το μυριόδιπλο και βαρύτατο παραπέτασμα.

Κυρία, είπε ο Αγαθούλης, θ' απαντήσω, όπως σας αρέσει. — Το πάθος σας γι' αυτήν άρχισε, όταν εσηκώσατε από χάμου το μαντήλι της· επιθυμώ να μου σηκώσετε την καλτσοδέττα. — Μ' όλη μου την καρδιά, είπε ο Αγαθούλης. Και τήνε σήκωσε. — Αλλ' επιθυμώ να μου την ξαναβάλετε στην θέση της, είπε η κυρία. Κι' ο Αγαθούλης την ξανάβαλε. — Βλέπετε, είπε η κυρία, είστε ξένος!

Πετάξετε, ονείρατα των ποιητών τρελλά, απάνω 'στης φτερούγες σας σηκώσετε κι' εμένα, και φέρετέ με 'γρήγορα 'ψηλά, πολύ ψηλά, ως ότου να μη βλέπω γη και άνθρωπο κανένα. Ω! ας ιδώ αόρατα μυστηριώδη κάλλη, ας με θαμβώνουν άγνωστοι εκστάσεις κι' οπτασίαι, και έξαφνα ας χάνωνται η μια μετά την άλλη, καθώς των πολικών χωρών αι φαντασμαγορίαι.

Γιατί, αποκρίνεται, δυο μέρες πολεμήσατε και κεφάλι δεν είδα να σηκώσετε... Τότες θύμωσα κι εγώ και τούπα: Πες του, μωρέ, πως τα ρωμαίικα κεφάλια αξίζουν και δε πααίνουνε χαμένα μ' ένα δράμι μπαρούτι κι ένα βόλι. Να! που σας είπα για τον πόλεμο, μωρέ παιδιά.

Το κάλυμμα του φερέτρου δεν θα είναι καρφωμένον. θα το σηκώσετε ευκόλως και θα μεταφέρετε την ασθενή εις το φορείον μας, ενώ ημείς θα θέσωμεν εις το φέρετρον σάκκον άμμου. — Θα μεταφέρετε και άλλους νεκρούς από την φυλακήν; ηρώτησεν ο Πετρώνιος. — Απέθανον αυτήν την νύκτα περί τους είκοσι και προ της εσπέρας θα αποθάνουν και άλλοι, απήντητεν ο Ναζάριος.

Άσκημα, πολύ άσκημα τόπιασες το ζήτημα, και συ κ' οι φίλοι σου. Δεν έπρεπε να σηκώσετε πόλεμο. Έπρεπε ήσυχα ήσυχα να ξηγήσετε τα καθέκαστα στους δασκάλους. Τι βγαίνει από τις φωνές, τις χαστουκοχαστουκιές, τις τουφεκιές, τις βροντοκανονιές; — Τέτοια μας λένε μερικοί φίλοι της δημοτικής, μάλιστα πιο στενοί από τον κ. Σωτηριάδη. Έχουνε πολύ δίκιο.

ΕΔΓΑΡ Ποιος είν' ο δεσμοφύλαξ; Σημάδι ότι αναιρείς την προσταγήν σου δος μου! ΕΔΜ. Να το σπαθί μου, πάρε το και δος το. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Τρέξε, τρέξε! ΕΔΜ. Της γυναικός σου προσταγήν και ιδικήν μουν έχουν να πνίξουν μέσ' 'ς την φυλακήν εκεί την Κορδηλίαν, και να κηρύξουν έπειτα πως μόνη της επνίγη εις την απελπισίαν της. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Θεοί, φυλάξετέ την! Σηκώσετέ τον απ' εδώ. ΛΗΡ Βογκάτε!

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν