Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Αλλά δεν τον εξαπατά εισέτι η φαντασία του και γνωρίζει ότι το όραμα εκείνο είναι της εξημμένης κεφαλής του πλάσμα. Βαθμηδόν όμως οι ρεμβασμοί του μεταβάλλονται εις παράνοιαν, η δε θλίψις του εις παραφροσύνην, και τότε είναι ώριμος διά πλήρη φρεναπάτην.

Αίφνης, της έσφιξε την χείρα και εψιθύρισε με χείλη τρέμοντα: — Σε αγαπώ, Γαλλίνα! . . . Σε αγαπώ . . . — Άφησέ με, Μάρκε, είπεν η Λίγεια. Αλλ' εκείνος, με οφθαλμούς λάμποντας: — Θείον πλάσμα, αγάπα με, αγάπα με! — Ο Καίσαρ σας βλέπει και τους δύο, είπεν η Ακτή. Ο Βινίκιος κατελήφθη από αιφνιδίαν οργήν εναντίον του Νέρωνος και της Ακτής.

Αλλ' ήτο πεπρωμένον εις το αγαθόν τούτο πλάσμα να χάνη τα πάντα και μηδέν να κερδίζη εις τον πλάνον τούτον κόσμον. Η δανεισθείσα και ανάρπαστος γενομένη φλοκάτα δεν ήτο το μόνον, όπερ ποτέ απώλεσε.

Ύπαγε να ετοιμασθής· αι επιστολαί μου είναι έτοιμοι. ΧΑΡΜΙΟΝ. Άξιος άνθρωπος. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Πραγματικώς. Μετανοώ πολύ, διότι τον εκακομεταχειρίσθην. Εξ όσων είπε, βλέπω ότι το πλάσμα αυτό δεν είναι μεγάλο πράγμα. ΧΑΡΜΙΟΝ. Δεν είναι τίποτε, κυρία. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ο άνθρωπος ούτος θα είδε βεβαίως και θα γνωρίζη τι εστί μεγαλείον. ΧΑΡΜΙΟΝ. Αν είδε μεγαλείον!

Και πριν η Μάρω σκεφθή να τον εμποδίση, ώρμησεν, ως ο Τάνταλος κ' εκόλλησε τα χείλη του εις μικρόν λάκκον, φέροντα τον τύπον αρνοπατήματος. . . Η Μάρω είχεν ήδη αναλάβει μόνη της τον αγώνα. Πλάσμα αδύνατον, μεμονωμένον εντελώς, εξηκολούθει εν τούτοις πορευομένη προς τα εμπρός, όπερ ήτο εξ αρχής το σύνθημά των, όπου έτεινον ακράτητοι αι ψυχαί των, σύρουσα όπισθεν τον αδελφόν της.

Ο καϋμένος ο Σάπερλι ήτο ακριβώς εις του θείου, όταν έφθασεν ο Ρούντυ. Ο θείος ήτο ακόμη δεινός κυνηγός και ήτο και βαρελοποιός· η σύζυγός του ήτο μικρόν ζωηρόν πλάσμα με πρόσωπον πουλιού, 'μάτια 'σάν του αετού και μακρόν λαιμόν σκεπασμένον έως επάνω κι' επάνω με χνούδι.

Τέλος η κόρη του η Ρηνούλα, τελεία αντιπρόσωπος της νέας γενεάς, κεντήτρια, ζωγραφίνα και θεατρίνα. Πλην όμως και αυτή αφελής και απλή εις το πρόσωπον και τους τρόπους. Είχε μίαν παιδίσκην επτά ετών, την Μαρίαν, πάντοτε μειδιώσαν και ανοικτόκαρδον, και έν χαριτωμένον ξενικόν πλάσμα, την Τοτώ, ξανθήν, γαλανόμορφον και αγγελοθωρούσαν.

Ησθάνθην ότι προσεκολλάτο το πλάσμα επάνω μου· ήθελε την ζωήν της· ω! ας έζη, και ας ήτον ευτυχής. Κανείς ιδιοτελής λογισμός δεν υπήρχε την στιγμήν εκείνην εις το πνεύμα μου. Η καρδία μου ήτο πλήρης αυτοθυσίας και αφιλοκερδείας. Ποτέ δεν θα εζήτουν αμοιβήν!

Ώθησεν αυτήν, και εξεπλάγη ιδούσα ότι ήτο ανοικτή. Στενή κλίμαξ ήτο ενώπιόν της άγουσα προς το δώμα, όπου έπρεπε να κατοική η ξένη, αν υπήρχε τοιαύτη και δεν ήτο πλάσμα της φαντασίας. Η Βεάτη έθηκεν αποφασιστικώς τον πόδα επί της πρώτης βαθμίδος, και αι σεσαθρωμέναι σανίδες έτρεμον υπό τα γόνατά της. Ευρώς και υγρασία διέπνεε διά των χωρισμάτων τούτων.

Μάτι αυλικού, γλώσσα σοφού, στρατιώτου ξίφος, η απαντοχή, το ρόδο της λαμπρής πατρίδος, ο τύπος της μορφής, των τρόπων ο καθρέφτης, ο ζηλευτός, ο θαυμαστός, χάμω πεσμένος! κ' έρμη εγώ δυστυχής όσο καμμιά κυρία, 'πού των γλυκών του όρκων βύζαξα το μέλι, το εξαίσιον βλέπω, το ευγενές εκείνο πνεύμα ωσάν γλυκόφωνο κουδούνι ραϊσμένο, παράτονο, βραχνό· το αμίμητον εκείνο της νεότητος πλάσμα, ως άνθος, πυρωμένο απ' την παραφροσύνην· αχ! αφανισμός μου, 'πού είδα ό,τ' είδα και οπού βλέπω τούτο εμπρός μου.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν