Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Ο Ούρσος απέθηκε την Λίγειαν επί μαρμαρίνου βάθρου. Η δε Ακτή ήρχισε να συμβουλεύη την κόρην, όπως ησυχάση και αναπαυθή, βεβαιούσα αυτήν ότι ουδείς κίνδυνος την ηπείλει, επειδή οι συνδαιτυμόνες θα εκοιμώντο μέχρι της εσπέρας. Επί πολύ η Λίγεια δεν ηδυνήθη να καταπραϋνθή. Έθλιβε τους κροτάφους με τας χείρας της και επανελάμβανεν ως παιδίον: — Στο σπίτι! Στο σπίτι! Στου Αούλου.

Αφού δε τας εξετέλεσεν ακριβώς και το παιδίον απέθανεν, έπεμψα τους πιστοτάτους των ευνούχων μου, εβεβαιώθην δι' αυτών περί του πράγματος, και έθαψα το σώμα. Ταύτα είναι, ω βασιλεύ, τα της υποθέσεως ταύτης και τοιούτον θάνατον έλαβε το παιδίον

Τελειόνων τας λέξεις ταύτας ο βουκόλος απεκάλυψε και έδειξε το παιδίον εις την γυναίκα· αύτη δε, επειδή είδεν ότι ήτο ευτραφές και ωραίον, ήρχισε να κλαίη, και περιπτυχθείσα τα γόνατα του ανδρός της, τον παρεκάλεσε να μη το εκθέση κατ' ουδένα τρόπον.

Αφού αποδοθής εις την οικογένειαν και τους φίλους σου, απομένεις επί ικανόν ακόμη καιρόν χλωμός, πράος, γλυκύς, άκακος ως παιδίον, ευπροσήγορος, ενδιαφέρων· όλους τους αγαπάς και όλοι σε αγαπούν, χάρις εις την ευλογημένην αρρώστειαν, ήτις σε απήλλαξε πάσης περισσείας χολής και σε κατέστησε σχεδόν ανεπίδεκτον οργής, δυστροπίας και ερεθισμού.

Επότιζε τους ανθώνας. Και τα γόνατά μου, μα την ασπίδα του Ηρακλέους, σου λέγω, δεν έτρεμον όταν στίφη Πάρθων ολολύζοντα μας περιεκύκλουν, έτρεμον όμως πλησίον της δεξαμενής εκείνης. Τεταραγμένος ως παιδίον, επί πολλήν ώραν δεν ηδυνήθην να προφέρω λέξιν μόνον οι οφθαλμοί μου την εκύτταζον ικετευτικώς. Ο Πετρώνιος τον παρετήρει με κάποιον φθόνον.

Όταν παιδίον διηρχόμην εκεί πλησίον, επί οναρίου οχούμενος, διά να υπάγω να απολαύσω τας αγροτικάς μας πανηγύρεις, των ημερών του Πάσχα, του Αγίου Γεωργίου και της Πρωτομαγιάς, ερρέμβαζον γλυκά μη χορταίνων να θαυμάζω περικαλλές δένδρον, μεμονωμένον, πελώριον, μίαν βασιλικήν δρυν. Οποίον μεγαλείον είχεν!

Μόνος αυτός έπρεπε να επιστρέψη οπίσω, εις την εποχήν του από της οποίας απεμακρύνθη τόσον. Τ' είχε να κάμη εις τον νέον αυτόν κόσμον, τον ξένον εις τους οφθαλμούς και τας αισθήσεις του όλας; Πώς να ζήση με τον Παπαθεοδωρακόπουλον αυτός ο οποίος έζησε πριν με τον Δράκον;. . . — Ε, θα μου πάρης παππού; επέμενεν εν παρακλητικώ και θρηνώδει τόνω το παιδίον.

Όταν ήτο ακόμη παιδίον εις την εξοχήν του Αούλου, εν Σικελία, παρεκάλει μίαν γραίαν δούλην εξ Αιγύπτου να της διηγήται ιστορίας με δράκοντας κατοικούντας εις σπήλαια. Της εφάνη ότι ο γλαυκός οφθαλμός ενός εκ των τεράτων εκείνων την παρετήρει ασκαδραμυκτί.

Με τα άλση του, με τα ποταμάκια του, με τας λίμνας του, με της βρυσίτσαις του, με τα λιμανάκια του, με της αμμουδιαίς του. Και καταμεσής, μέσα εις μίαν γραφικήν, εύμορφον φάραγγα, το δένδρον του γινώσκειν καλόν και πονηρόν. Ένα ωραίο Μοναστηράκι. Ούτε εφημερίδας εδιάβαζα. Ούτε ψήφον είχα. Ούτε από μεταρρυθμίσεις εννοούσα τίποτε, ούτε από ανακαινίσεις. Ήμουν παιδίον.

Εάν η μικρά αναρρώση, θα λησμονήσουν· αν όχι, η Ποππέα πρώτη θα κατηγορήση την Λίγειαν επί μαγεία, και τότε, όταν την ανεύρουν, δεν θα υπάρχη πλέον σωτηρία δι' αυτήν. Επηκολούθησε μικρά σιγή· είτα ο Βινίκιος είπε: — Πιθανόν να εμάγευσε την μικράν . . . όπως και εμέ επίσης. — Η Λίλιθ επαναλαμβάνει, ότι το παιδίον ήρχισε να κλαίη άμα η Λίγεια μας αντιπαρήλθεν.

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν