Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Η γυναίκα φώναξε, σηκόνοντας το δεξί χέρι της: — Άιντε στο καλό, και ν' ακούς και να τιμάς τον πατέρα σου!...... Ακούς; Αυτός είνε πατέρας σου από τα σήμερα.... άιντε!.... Στο καλό!... Τόρα η σούστα κυλύστηκε γοργή, σηκόνοντας πυκνό κουρνιαχτό πίσω της, τράβηξε, χάθηκε.
— Άιστε να μου το φέρετε, μορές, να το δω, έκραξε μια φορά, ξαναγεννημένος, άλλος άνθρωπος, νιος, παλληκάρι, ο κακόμοιρος πατέρας.
Εάν δεν υπήρχον κτίσται, ο πατέρας του δεν θα του έκτιζε σπίτι· και αφού δεν θα του έκτιζε σπίτι, δεν θα υπήρχε λόγος ναναβληθή ο γάμος του. Το μειδίαμα το οποίον μακρόθεν του έπεμπεν η Πηγή, διερχομένη ή πλύνουσα εις τον ποταμόν, ήτο ισχνή τροφή διά την γενναίαν όρεξιν του Μανώλη.
Την ερχομένην ημέραν, εκεί που η βασιλοπούλα Φαρουχνάζη ετοιμάζετο διά να υπάγη κατά την συνήθειάν της εις το λουτρόν, της έρχονται είδησες ότι ο αδελφός της ο Φαρκούζης έπεσεν άρρωστος με ασθένειαν βαρυτάτην, ο δε βασιλεύς Τογρούλμπεης, ο πατέρας του που τον αγαπούσεν υπερβολικά, έκαμεν ευθύς να κράξουν τους πλέον εμπείρους ιατρούς της βασιλείας του, οι οποίοι ερχόμενοι και βλέποντες την βαρυτάτην του ασθένειαν, κανείς δεν ημπόρεσε να υποσχεθή να τον ιατρεύση.
Τοιούτον, Σωκράτη, μύθον και τοιαύτην απόδειξιν λέγω εις σε, διά να σου αποδείξω ότι η αρετή ημπορεί να διδαχθή και ότι τούτο φρονούν και οι Αθηναίοι, ότι προς τούτοις δεν είναι διόλου παράξενον από καλούς πατέρας να γίνωνται κακά παιδιά, και από κακούς καλά, επειδή και τα παιδιά του Πολυκλείτου, της αυτής ηλικίας με τον Πάραλον και με τον Ξάνθιππον, παραβαλλόμενα με τον πατέρα των είναι τίποτε· έτσι και τα παιδιά διαφόρων άλλων τεχνιτών.
Είπε βροντερά κι άφοβα το δεκαοχτώχρονο παλληκάρι, κ' εμπήκε μ' ορμή μες το σπίτι. Έρριξ' εδώ καταγής τ' άρματα κ' έπεσε ξάπλα σ' ένα προσκέφαλο απάνου σφουγγίζοντας τον ίδρω του. Ο πατέρας κ' η μάνα του, αμίλητοι, σα βουβοί, τον ακολούθησαν ως μέσα, κ' εδώ στάθηκαν ολόρθοι και τον τηρούσαν μοναχά ξαφνιασμένοι κι αναίσθητοι. — Τι με τηράτε; Σκότωσα σας λέω το Μπεϊλούλαγα, σκωθήτε να φύγουμε!
Κύριος, ξεκύριος, ήταν ένας μεγάλος μπελάς και μια μεγάλη πληγή ο Νικολάκης ο Γλωσσώτης, ένας μπελάς κληρονομικός. Ο Μακαρίτης ο πατέρας μου, αφού τράβηξε για πολλά χρόνια το διάβολό του από τον καλό του πατριώτη, μου τον άφηκε κληρονομιά μαζί με μερικά χρέη και μερικές δίκες. Τα χρέη πληρώθηκαν, οι δίκες ξεμπέρδεψαν, μα ο Νικολάκης έμεινε και μένει. Ο μακαρίτης ο πατέρας μου τον είχε τσιμπούρι.
Τον Έδγαρ ο πατέρας μου γυρεύει να τον πιάση κ' εμένα κάτι δύσκολον μου μένει να του παίξω. Εμπρός, λοιπόν. Ας μην αργώ. Βοήθησέ με, Τύχη! — Δυο λόγια έχω να σου 'πω. Καταίβα, αδελφέ μου. Εισέρχεται ο ΕΔΓΑΡ. Ω Έδγαρ, ο πατέρας μου σε κυνηγά. Να φύγης| Πού κρύπτεσαι το έμαθε. Θα σ' εύρη.
Εδώ κάνω κατάγραμμο της δυστυχισμένης φαμίλιας μας που καταγώμαστε σκλιτάδα και σκλιτάδα από τη Ρούμελη και ήρθαμε σε τούτο το νησί της Ζακύνθου από κατατρεμμό και όχι από άλλο. Ο πατέρας μας, που ν' αγιάσουν τα κόκκαλά του, ελέγονταν Γιάννης και ήτον από την χώραν Αγιθυμιά, και η μάνα μας, που ο θεός να τη σχωράη, Σαλονίτισα, και ελέγονταν Βιολέτα. Γεννηθήκαμε τέσσαρα αδέρφια.
— Αλλά, την διέκοψεν ο πατέρας, είπες ότι θα εύρισκες ένα ολόχρυσο φόρεμα; — Πώς χαίρομαι, πατέρα μου, διότι δεν το ηύρα. Με βάρκα είχα επιθυμήσει να σ' εύρω. Αλλ' ο πατέρας εβγήκε πάλιν έξω και εζήτησε κατά γης. — Εδώ είνε και το φόρεμα, εφώναξε, να το· και εσήκωσεν υψηλά ένα κασσελάκι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν