Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Οπόταν έφθασα εδώ, τους δούλους του εχθρού σου μαζή με τους ανθρώπους σου τους ηύρα εις τα χέρια. Αμέσως εξεσπάθωσα διά να τους χωρίσω· αλλ' ο Τυβάλτης έξαφνα προβάλλει κορωμένος, με το σπαθί ολόγυμνον, και μου τρυπά τ' αυτιά μου με λόγια ερεθιστικά, και σείει το σπαθί του επάν' απ' το κεφάλι του, και κόπτει τον αέρα, και ο αέρας, άκοπος, σφυρίζει περιγέλιον.
Και με όλον που το φαγί ήτο αρκετόν διά να χορτάση έξ ανθρώπους, αυτός εις μίαν στιγμήν το εκατάπιεν όλον· και οπόταν έφαγεν όλον εκείνο, που του έφεραν έμπροσθέν του, μας είπε προστακτικώς, ότι να του φέρωμεν και άλλο φαγί, διότι δεν είχε χορτάσει.
Δεν επέρασε πολύς καιρός και απέθανε, και έμεινα εγώ με την μητέρα μου, η οποία ευθύς που απόθαψε τον πατέρα μου άφησε το ό,τι και αν είχε, και ανταμώθη με ένα που αγαπούσε, και εμίσευσε διά τας Ινδίας με ένα καράβι πραγματευτάδικο· μα πριν μισεύση αυτή η κακής διαθέσεως γυναίκα, με όλον που ήτον μητέρα μου, με επούλησεν εις ένα πραγματευτήν από σκλάβες, ο οποίος με έφερεν εδώ μαζί με άλλες πολλές, που είχεν αγοράσει διά να τες φέρη εις το σαράγι τούτου του βασιλέως· οπόταν δε είδε τον καιρόν αρμόδιον διά να μας παρουσιάση εις τον βασιλέα, μας εστόλισε με διάφορα στολίδια και φορέματα, και μας έφερεν εις το βασιλικόν σαράγι.
Τότες εγώ βλέποντάς με μοναχόν εις εκείνο το βαθύτατον σκότος και έχοντάς την τέχνην της λεκανομαντείας, άρχισα να εξορκίζω τα πνεύματα, που είχαν την επιστασίαν εκείνης της θαυμαστής βιβλιοθήκης, και οπόταν με την δύναμιν των εξορκισμών μου τα έκαμα να με υπακούσουν, τα επρόσταξα να δώσουν φως εις το σπήλαιον, και να λάβουν την επιμέλειαν να το κρατήσουν πάντα φωτεινόν.
Εγώ της επλήρωσα με προθυμίαν την περιέργειάν της μα οπόταν της είπα πως έχω να μισεύσω την αύριον διά την πατρίδα μου, αυτή με αντέκοψε δείχνοντας πως δεν έχει ευχαρίστησιν εις τούτο.
Οπόταν εκείνος ο άνθρωπος, τόσον θηριώδης καθώς σας τον επερίγραψα, επαρουσιάσθη έμπροσθεν του καραβοκύρη, και του είπε· Αφέντη, εγώ σου είμαι χρεώστης διά την ζωήν μου, έστεκα εις την ακμήν διά να χαθώ, αν δεν με εσύντρεχες. Κατά αλήθειαν, του απεκρίθη ο καραβοκύρης, ευρίσκεσο εις τα ολοίσθια να καταποντισθής εις τα κύματα αν η τύχη σου δεν ήθελε μας συναντήσει.
Εγώ τότε του εζήτησα θέλημα και εμίσευσα, και υπήγα εις το κονάκι, και την εσήκωσα και την έφερα μέσα εις ένα κοτζί, που ο πατέρας της επιταυτού το έστειλε. Δεν ημπορώ να περιγράψω την μεγαλωτάτην αγαλλίασιν και ευφροσύνην, που αμοιβαίως έδειξαν οπόταν ανταμώθηκαν ο βασιλεύς με την θυγατέρα του.
Ο Καλίφης αφού έπιεν, ηθέλησε να επιστρέψη το ποτήρι, μα έμεινεν εκστατικός οπόταν το είδε πάλιν γεμάτο από κρασί πριν το δώση. Αυτός το ξαναπίνει έως την ύστερη σταλαγματιά, και εκεί που ήθελε να το επιστρέψη το βλέπει πάλιν γεμάτο ωσάν το πρώτο, χωρίς κανείς να το γεμίση.
Η ευχαρίστησις ετούτης της ελευθέρας ζωής με έκαμε να δοθώ εις κάθε κραιπάλην, τόσον που με έκαμε να λησμονήσω τον πόνον της Τζελίκας, μα κάποτε δεν έλειπα που να μην εβγάζω από κανένα αναστεναγμόν δι' αυτήν, οπόταν την ενθυμούμουν.
Και αφού μου έκαμε και άλλα χάδια, με έβαλεν εις ένα χρυσόν κλουβί, και το εκρέμασεν εις τον χοντζερέ της. Κάθε ημέραν οπόταν αυτή εξυπνούσεν, εγώ ελαλούσα με πολλήν νοστιμάδα, και οπόταν ήρχονταν να μου δώση τίποτε να φάγω, αντί να φαίνομαι αγριωμένον, άπλωνα τες φτερούγες μου, και επλησίαζα φέροντας την μύτην μου διά να λάβω το φαγί.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν