Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Ο Πολιάνος πήγε να βρη τη χαμένη μούλα του, που καβαλίκευε ο ξάδερφός μου, ο Γκιτρίμης πήρε τον ανήφορο να ξεθάψη από την αρίνα την καβάλα μου, ο Μπαρμπούτας ετσόλιαζε τα φορτωμένα πράμματα, κι ο Γιάννης ο Αρβανίτης σκαρφάλωσε από χαρακιά σε χαρακιά του τοίχου με τα ζόρκα ποδάρια του 'ςτό παραθύρι του χανιού, τάνοιξε μ' ένα γερό γρόθο, πήδησε μέσα και μας άνοιξε από μέσα την πόρτα.

Ο Πολιάνος πήγε να βρη τη χαμένη μούλα του, που καβαλίκευε ο ξάδερφός μου, ο Γκιτρίμης πήρε τον ανήφορο να ξεθάψη από την αρίνα την καβάλα μου, ο Μπαρμπούτας ετσόλιαζε τα φορτωμένα τα πράμματα, κι ο Γιάννης ο Αρβανίτης σκαρφάλωσε από χαρακιά σε χαρακιά του τοίχου με τα ποδάρια του 'ςτο παραθύρι του χανιού, τάνοιξε μ' ένα γερό γρόθο, πήδησε μέσα και μας άνοιξε από μέσα την πόρτα.

Ετάφη όχι εις υπόγειον, αλλ' εις ένα συνήθη τάφον, εις το κοιμητήριον του γενεθλίου της τόπου. Κυριευμένος από την απελπισίαν, και πάντοτε φλεγόμενος από την ανάμνησιν της βαθείας συμπαθείας του, ο νέος ερωμένος εγκαταλείπει την πρωτεύουσαν διά την μακρυνήν επαρχίαν, όπου ήτο το χωρίον αυτό, με το ρωμαντικόν σχέδιον να ξεθάψη την νεκράν και να πάρη αυτός ο ίδιος την πλουσίαν κόμην της.

Όχι, δεν κάθουμε! είπεν η μικρά, κτυπούσα τους πόδας της με πείσμα. Βλέπουσα δε μετά τρυφερότητος μικρόν σαλίγκαρον τον οποίον είχε ξεθάψη από μιας ρωγμής του λόφου, ήρχισε να του ψάλλη με φωνήν καθαράν και γλυκείαν, ως το ψιθύρισμα της πλησίον πηγής: — Σαλίγκαρε, μαλίγκαρε, βγάλ' τα κέρατά σου, γιατ' έρχετ' η κυρά σου με τα πρόβατά σου!

Τη δουλειά του ; τον έκοψε ο Πέτρος τάχα φουρκισμένος. Τη δουλειά του κυττάει; Τι λες αφέντη! Δε ρίχνεις μια ματιά στο χτήμα του να ιδής; — Το ξέρω· κάνει ανασκαφές. — Ανασκαφές! κάνει ανασκαφές! Και το λες τόσο ήσυχα! Δε ρωτάς λοιπόν να μάθης γιατί τις κάνει τις ανασκαφές ; — Να ξεθάψη τα χτίρια των παππούδων του· τι μ' αυτό; — Και να θαμπώση τον κόσμο· επρόσθεσε βιαστικά ο χωριάτης.

Και αν δώση ο πανάγαθος και πανοικτήρμονας Θεός και καπιτάρει να ελευθερωθή το δυστυχισμένο γένος μας από τον τρομερό και αντίχριστο και ανελεήμονα αγαρηνόν, να ξεθάψη τα κόκκαλά μου, και τα κόκκαλα του μακαρίτου αδερφού μου Φιλόθεου που τα έχω κρυμμένα σε μια σακκούλα στην σπηλιάν που εγνωρίζει και να τα θάψη μαζή και κοντά στα κόκκαλα των γονηών μας εις την εκκλησιά της πατρίδος μας· μα, το ξαναλέγω, σαν ελευθερωθή και όχι τώρα που είμαστε σκλάβοι . Και αν κάμη έτζι νάχη την ευχή του Φιλόθεου και εμένα, αλλέως τη κατάρα μας· γιατί έτζι με ώρκησε στο Ευαγγέλιο ο μακαρίτης Φιλόθεος ωσάν εξεψύχου .

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν