United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' αφτό μήτ' ο πρωτόθρονος του Κρόνου γιος μήτ' άλλος 185 το ξέρει αθάνατος θεός απ' όσους κατοικούνε στο συχνοχιόνιστο Έλυμπο και γύρω στις ραχούλες

Φέρνε τους τη χαρά, να φεύγη ο πόνος σου. Αγάπησε τον κόσμο, νάχης αγάπη που ζούλια δεν ξέρει, που όλος ο κόσμος να την κλονίση δε σώνει. Εγώ είμαι η Αρετούλα σου, ναι. Μα δε με γέννησε Δέσπω εμένα. Ο αρραβωνιαστικός μου έμενα είνε απάνω, τόσο απάνω που μήτε τόνειρό σου δεν τονέ φτάνει. Είνε ταστέρι της καλωσύνης ο ουράνιος αυτός ο γαμπρός. Η αγάπη του όρια δεν έχει.

Κατά τ' Αγρίνι κάτω Βρίσκει του Πίνδου του Σουλίου τον κόσμο το φευγάτο· Βρίσκει τον Κώστα πούχ' εκεί τη φαμηλιά του φέρει Και παίρνει τη γυναίκα του και τα παιδιά του παίρνει. Να φύγη ο Κώστας δε 'μπορεί και πέφτει προσκυνάει. Τον ξέρει από τα Γιάννινα για πρώτοντο κυνήγι Και με τους άλλους σκλάβους του ο 'Μέρης δεν τον σμίγει, Μόνο να κυνηγάη Για το σουφρά του τον κρατεί και τον καλοταγίζει.

Αλλά κι εκείνη, κακό χρόνο να’ χει, σωπαίνει. Ξέρει να κάνει τη δουλειά της, η συφοριασμένη. Κάνει τάχα πως πιστεύει ότι η Έστερ έχει πραγματικά υπογράψει τη συναλλαγματική του Τζατσίντο και λέει πως ζητάει μόνο ό, τι της ανήκει.

Πρέπει, γι' ακόμη μεγαλύτερη ντροπή, εγώ να σας το πω; Ο κύριος μου πιστεύει ότι σας αγαπώ με ένοχο έρωτα. Ο Θεός το ξέρει μολαταύτα, κι' αν λέω ψέμματα, ας παιδέψη το κορμί μου, ποτέ δεν έδωσα την αγάπη μου σε κανέναν άνθρωπο εκτός σ' εκείνον που πρώτος με πήρε παρθένα στα χέρια του.

Οι παλληκαράδες δοκίμαζαν να σηκώσουν απάνου χοντρά χάλαρα, θεμέλια ποιος ξέρει τίνων σπιτιών, και πλάκες θεριωμένες, σκεπάσματα τις ξέρει ποιανών πεθαμένων.

Ο Χαγάνος εγνώρισε τη Ροδόπη και τον πήρανε τα δάκρυα. Τι σκοτωμός που έγινε ώσο να το πάρουν αυτό το βουνό! Μα τώρα φέγγει από τις τριανταφυλλιές! Μην είνε τάχα το αίμα των δικών του και στολίζει ακόμα την έρημη πλαγιά; — Διαολεμένος άνθρωπος, αλήθεια· εψιθύρισε αναστενάζοντας. — Δε φαντάζεσαι, αφέντη! Άμα βάλη κατιντί στο νου του δε μπορεί τίποτα να τον μποδίση. Από λόγια δεν ξέρει.

Κι αν τα ξέρει πρωτόκλιτα, θα πη πως τα τριτόκλιτα δε θα τα μάθη, και του κάκου. — «Να σου πάλε κ' οι φαντασίες του Ψυχάρη!» — Φαντασίες; Ορίστε, διαβάστε.

Λοιπόν άρχισε πρώτος και πες μου από πού σου ήλθε το όνειρον, από τας Ελεφαντίνας ή από τας Κερατίνας πύλας ; ΜΙΚ. Από καμμιά τέτοια, Πυθαγόρα. ΠΕΤ. Και όμως ο Όμηρος λέγει ότι υπάρχουν μόνον αυταί αι δύο πύλαι από τας οποίας έρχονται τα όνειρα. ΜΙΚ. Άφησε τον αυτόν τον ξεκουτιάρη που δεν ξέρει τίποτε για όνειρα.

Τι θα γείνω, είπεν, όταν μου μιλήση ο βασιληάς και καταλάβη από τα πρώτα μου λόγια ότι είμαι μια χωριάτισσα του βουνού που δεν ξέρει τίποτε από κόσμο; — Μη σε νοιάζει, αποκρίθηκε τ' αηδόνι. Αυτή η φιλενάδα μου η Κουρούνα, που βλέπεις κοντά μου, φωλιάζει από εκατόν είκοσι χρόνια εις την στέγη του παλατιού και ξεύρει όλα του τα φανερά και τα μυστικά. Την έφερα επίτηδες για να σε κατηχήση.