Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
Η Μαλτούλα και η κυρά της έδωκαν πίστιν εις τον μύθον μου· αυτές με επίστευσαν διά Μωάμεθ, και εγώ απόλαυσα το ποθούμενον από τον πιστευμόν τους· και απέρασα το καλύτερον μέρος της νυκτός με την βασιλοπούλαν της Γάζνας.
Όταν δε εισερχώμεθα εις την πόλιν, δεξιά είνε το Νυκτώον, δήλα δή ναός της Νυκτός, διότι εξ όλων των θεών αυτή και ο Αλεκτρυών λατρεύονται κυρίως εις αυτήν την πόλιν. Του δε Αλεκτρυόνος ο ναός ευρίσκεται, ως είπα, πλησίον του λιμένος.
Ωφελήσου από το σκότος της νυκτός και φύγε! — Μήπως είπες ποτέ σου τίποτε κακόν κατά του Κορνουάλη; Εδώ απόψ' εξαφνικά προσμένεται ο δούκας, μαζί του και η δούκισσα. Θυμήσου, μήπως είπες κανένα λόγον κατ' αυτού; Εφάνηκες να παίρνης το μέρος του συγγάμβρου του; ΕΔΓΑΡ Ποτέ μου. Ούτε λέξιν! ΕΔΜ. Ακούω τον πατέρα μου. Θα σ' εύρη! Αδελφέ μου, θα καμωθώ επίτηδες πως τάχα ξεσπαθώνω.
ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Του βασιλέως δεν ομοιάζει; Κύττα, Οράτιε. ΟΡΑΤΙΟΣ Πολύ, πολύ· με πιάνει θαυμασμός και φόβος. ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Να του ομιλήσουν θέλει . ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Ομίλησέ του, Οράτιε. ΟΡΑΤΙΟΣ Ποιος είσαι συ, 'πού αρπάζεις της νυκτός την ώραν τούτην και το καλό και ανδρειωμένο σχήμα, οπού 'χε ως πολέμαρχος η μεγαλειότης του θαμμένου Δανού; 'Σ το όνομα του Υψίστου, ομίλησε. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Επειράχθη.
Ως τόσον ενύκτωσε και το άλογόν μου εκινδύνευε να ψοφήση από την πληγήν και τον κόπον και στοχαζόμενος να φυλάξω την ζωήν μου έφυγα πεζός μέσα εις το δάσος αρκετόν διάστημα διά νυκτός με το φως των αστέρων. Αλλ' όταν κουράσθην μη δυνάμενος πλέον να περιπατήσω, εστοχάσθηκα να αναπαυθώ ολίγον, αλλ' επειδή εφοβούμουν τα θηρία ανέβηκα επάνω εις ένα δένδρον και εκεί εξενύκτησα.
Σώστου, αναμένων επί άδηλον διάστημα χρόνου την εμφάνισιν εις τον ορίζοντα του «Όθωνος», της «Ύδρας» ή της «Βασιλίσσης». Τοιούτο τι, δυστυχώς, επεφύλαττεν εις εμέ και τους συμπλωτήρας μου η κακή Μοίρα. Αναχωρήσαντες εκ Μεσολογγίου την τετάρτην μετά το μεσονύκτιον φθινοπωρινής νυκτός βροχεράς και παγετώδους, επεσκοπήσαμεν μετά τρίωρον πλουν έρημον το πέλαγος περί τον Άγ.
Πόσον δ' υπέφερε κατά το διάστημα τούτο, μόνον αυτή εγνώριζε κ' αι άγιαι εικόνες, προς τας οποίας εσύρετο γονυκλινής όλας τας ώρας της ημέρας και της νυκτός, ζητούσα συγχώρησιν, και τα συζυγικά στέφανα, τα οποία έβρεχε διά των δακρύων της, επικαλουμένη το έλεός των.
Αφού λοιπόν επέρασεν αρκετή ώρα της νυκτός μετά το δείπνον τούτοι όλοι οι νέοι εκάθησαν ολόγυρα και ο γέρων εις την μέσην· έπειτα άλειψαν τα πρόσωπά των με καπνιάν και ενδυθέντες μελανά, εφαίνοντο ωσάν φοβεροί Αράπηδες και ύστερον τύπτοντες την κεφαλήν και το στήθος, έκλαιον απαρηγόρητα, λέγοντες· ιδού ο καρπός της οκνηρίας, της ατάκτου ακρασίας και ασελγείας μας· και ούτως εξηκολούθουν όλην την νύκτα κράζοντες, είδαμεν, εγεύθημεν, επάθαμεν και ύστερα μετενοήσαμεν.
Απ’ εκεί δε εν καιρώ νυκτός σκοτεινής εξηκολούθησαν τον παράπλουν και έφθασαν εις Αρματούντα της ηπείρου, καταντικρύ της Μηθύμνης.
Και πρώτον ως φιλόσοφος τι σύστημα πρεσβεύει και πότε σοβαρεύεται και πότε χωρατεύει κανείς καλά δεν εννοεί... Μειλίχιος φιλόσοφος, αλλ' όμως και φρικτός, το σύστημά του ήλιος και ζόφος της νυκτός, αγγέλων κι' όφεων πνοή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν