Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Αλλ' αύτη ηγέρθη καλώς έχουσα και ήρξατο βαναύσως να υβρίζη και νεκρούς και ζώντας· απαρηγόρητος πλέον, διότι έθραυσε τον ωραίον καθρέπτην, παλαιόν της Βενετίας με κεχρυσωμένον πλαίσιον. Το δε μοιρολόγιον ηκούετο τώρα σπαρακτικώτατον· διεκρίνοντο και οι λυγμοί. — Το βλέπω ότι δεν ημπορούμεν να γιορτάσωμεν έτσι. Ημπορείς κοντά σε τέτοιο νεκροταφείο να χορεύης, να τραγουδήσης, να γελάσης;

Ωστόσο του νεκρού η φωτιά να λαμπαδιάσει αργούσε· 192 τότε άλλο σκέφτηκε ο γοργός γιος του Πηλιά να κάνει. Στα ξύλα στέκοντας μπροστά, στους διο περικαλιέται ανέμουςΖέφυρο, Βοριάκι' ώρια σφαχτά τους τάζει· 195 κι' όλο μ' από χρυσό σταλιές τους ξόρκιζε ποτήρι ναρθούν, που η φλόγα τους νεκρούς να πιάσει χέρι χέρι και να φουντώσουν σύντομα τα στοιβασμένα ξύλα.

Τώρα οι δούλοι φέρνουνε στον τάφο στολισμένο το σώμα της γυναίκας μου, με όσα στολίδια πρέπει. Σεις αποχαιρετίσατε την πεθαμμένη τώρα που ξεκινά για το υστερνό και αγύριστο ταξείδι. ΧΟΡΟΣ Να κι' ο πατέρας σου, Άδμητε, αργά αργά προβαίνει με βήμα που του έκαμε βαρύ η ηλικία. Οι δούλοι του στα χέρια τους τα δώρα του κρατούνε που συνηθίζουν στους νεκρούς να βάζουνε.

Κ' η Πηνελόπ' η φρόνιμηεκείνην αποκρίθη· 80 «Βυζάστρα μου, είναι δύσκολον, αν και πολλά γνωρίζεις, να πιάση ο νους σου ταις βουλαίς θεών των αιωνίων. αλλ' όμως ας πηγαίνουμε κει, 'που 'ναι το παιδί μου, και των μνηστήρων τους νεκρούς να ιδώ και τον φονέα».

Μετά τούτο οι Αθηναίοι έστησαν τρόπαιον και απέδοσαν τους νεκρούς εις τους Συρακουσίους διά συνθήκης· κατά δε την επομένην ημέραν κατέβησαν μέχρι των τειχών της πόλεως.

Οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοι ηττηθέντες εσύναξαν τους νεκρούς των διά συνθήκης, και οι Αθηναίοι έστησαν τρόπαιον, ότε ο Γύλιππος συνεκάλεσε τα στρατεύματά του και τοις είπεν ότι η αποτυχία των δεν προήλθε παρ' αυτών αλλά παρ' αυτού· διότι πυκνώσας τας τάξεις πολύ πλησίον των τειχών κατέστησεν ανωφελή την δύναμιν του ιππικού και των ακοντιστών και ότι τώρα αμέσως ήθελε να οδηγήση αυτά κατά του εχθρού.

Τότε εγώ επήρα θάρρος και έσκυψα, αφού εκρατήθηκα από έν εκ των πλησίον δένδρων διά να μη ζαλισθώ και πέσω εις το χάσμα• και είδα όλο το εσωτερικόν του Άδου, τον Πυριφλεγέθοντα, την λίμνην, τον Κέρβερον και τους νεκρούς, ούτως ώστε ανεγνώρισα μερικούς εξ αυτών τον πατέρα μου τουλάχιστον είδα καθαρά και εφορούσε τα ίδια ενδύματα με τα οποία τον εθάψαμεν.

Ανέμενον δε, ως πάντοτε μετά τοιαύτα θεάματα, φοβερόν όνειρον με νεκροκράββατα και νεκρούς και δαίμονας. Και είδον όνειρον τωόντι μετ' ολίγον. Νεκρωθείς από της συγχρόνου γενεάς, ανέζησα εις άλλους, παλαιούς χρόνους, χρόνους ποθεινούς, χρόνους γλυκείς, αλησμονήτους χρόνους, της παιδικής μου ηλικίας τους χρυσούς καιρούς. Και ήμην παιδίον. Εκεί επάνω εις ένα μικρό-μικρό νησάκι.

Αφίνομεν τους νεκρούς θάπτειν τους εαυτών νεκρούς, και παρερχόμεθα. Δεν λησμονούμεν όμως τους παλαιούς εκείνους και βαθυσόφους Σπαρτιάτας, οίτινες εμέθυσκον τους είλωτάς των και τους εξέθετον κατόπιν οινοβαρείς και παραπαίοντας εις τα όμματα των υιών των, εις σωτήριον αυτών παραδειγματισμόν.

O δε Καμβύσης είπεν ότι έχαιρε μεν διά την σωτηρίαν του, αλλ' ότι εκείνοι οίτινες ανέλαβον να τον σώσωσι δεν έπρεπε να μείνωσιν ατιμώρητοι και ότι θα θανατωθώσι. Τούτο και έπραξε. Πολλά λοιπόν τοιαύτα έπραττε κατά των Περσών και των συμμάχων ο μαινόμενος Καμβύσης. Ενόσω διέμενεν εις την Μέμφιν, ήνοιγεν αρχαίους τάφους και παρετήρει τους νεκρούς.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν