Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Δυο τιναξιές τους έχει και τους ξεφεύγει. Χύνεται μέσα στο μύλο και πετρόνει γερά την πόρτα. Πετάει την αλευρωμένη σεγκούνα του, αδράχνει το καρυοφύλλι του, χύνει κάμποσο μολύβι και μπαρούτι στο σελάχι του, καβαλλάει ψηλά το δοκάρι της στέγης και τρυπόνει αποπίσω από τον φεγγίτη. Οι τούρκοι χύθηκαν να ρίξουν την πόρτα του μύλου. Βρήκαν στο περιβόλι ένα τσεκούρι και ρίχτηκαν.

Μου διηγήθηκε επίσης τις περιπέτειές του κ' έμαθα, πως τον είχε στείλει στο σουλτάνο του Μαρόκου μια χριστιανική Δύναμη για να κλείση μ' αυτόν το μονάρχη συνθήκη, με την οποίαν θα του προμηθεύανε μπαρούτι, κανόνια, καράβια κι' αυτός θα βοηθούσε στο ξεπάτωμα του εμπορίου των άλλων χριστιανών.

Ρώτηξε τον πιο τετραπέρατο συβουλάτορά σου αν έπιασε ποτέ σκλάβο που νάχη πιασμένη και τη ψυχή του, το νου του. Με τι λογής αλυσίδες να δέση το νου, την &ιδέα;& Αν η ιδέα έχη μέσα της φωτιά και μπαρούτι, το πολύ να το μυριστή ο φίλος και να κόψη το κεφάλι που τις γεννάει. Μα που να κόψη και την ιδέα!

Γιατί, αποκρίνεται, δυο μέρες πολεμήσατε και κεφάλι δεν είδα να σηκώσετε... Τότες θύμωσα κι εγώ και τούπα: Πες του, μωρέ, πως τα ρωμαίικα κεφάλια αξίζουν και δε πααίνουνε χαμένα μ' ένα δράμι μπαρούτι κι ένα βόλι. Να! που σας είπα για τον πόλεμο, μωρέ παιδιά.

Και ρίχνονταν ακράτητοι, σα κύματα αγριεμένα, Με δύναμη και με θυμό και με μεγάλην έχτρα, Σα να μην είχανε πιαστή, να μη είταν κουρασμένοι, Μπαρούτι απάνω στη φωτιά, μανία στη μανία, Καταστροφή και χαλασμός, βοριάς και τρικυμία.

Εκείνοι που φυλάγουνε το Μεσολόγγι τώρα Έχουνε τείχια γύρα τους και αίματην καρδιά τους. Αίμα καθάριο, ελληνικό, που δίνειτα ποδάρια Φτερά, τσιλίκιτην καρδιά, και σαν θεριά, λιοντάρια, Σπιθοβολάει θεόφοβη η φλογερή 'ματιά τους. Ένα δεν έχουν μοναχά, ένα στερεύοντ' όλοι, .... Ψωμί, μπαρούτι, βόλι. Τώρα τους σώθηκε η τροφή κ' έχουν ακέρηον μήνα, Όπου με πείνα πέρασαν.

Και δι' αυτήν την αιτίαν, επήγα εις την Γάζναν, και αγόρασα μπαρούτι, θειάφι, νίτρον, καμφορά, κα άλλα αναγκαία και εστάθηκα όλην την ημέραν εις τον λόγγον, και έκαμα μίαν μηχανικήν φωτιάν πολλά εξαίρετην.

— «Όχι, όχι», κράζει άξαφνα άλλη βαθύτερη φωνή παραπέρα, «όχι ακόμα! ακόμα να μην κατέβης! Πήγαινε στο χωράφι, πάρε το σκαλιστήρι, και σκάλιζε, σκάλιζε! Δεν είσουν εσύ γεννημένος για ξενιτειές· μήτε για τουφέκι δεν είσουν. Το δικό σου το μπαρούτι είναι μες στην καρδιά σου, και το βόλι στην άκρη της πέννας σου. Πήγαινε, κι άφηνέ μας εμάς μοναχούς ακόμα λιγάκι.

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν