Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Μόλις εγνώρισε το αέρισμα και το λιομάζωμα και τούτο μετά μεγάλων προφυλάξεων της αβράς λευκότητος του προσώπου και των χειρών της. Το περισσότερον του καιρού της διήρχετο εις την σκιάν, ράπτουσα και υφαίνουσα, και ήτον υφάντρια μοναδική, τα δ' εργόχειρά της ήσαν εξακουστά.
— Μας είπες χθες πως πηγαίνεις εις την πρωτεύουσα να κυνηγήσης την τύχη, και σήμερις το πρωί εμάθαμεν από μίαν Κίσσαν, ότι παρουσιάζεται μία ευκαιρία μοναδική να την πιάσης από τα γένεια. Ο Βασιληάς, αφού εχήρεψε πρόπερσι, εβαρέθηκε τα μεγαλεία, ταις δόξαις, τα πλούτη και όσα άλλα του ζηλεύει ο κόσμος.
Και να δης που είναι η βαρβαρωσύνη αυτή χερώτερη κι από του άγριου Αφρικανού. Να είσαι από γεννήσιο φτωχός κακό πράμα, μα όχι και τόσο κακό καθώς όταν είσαι πλούσιος και ξαναπέφτης ατή φτώχεια. Ηθική φτώχεια η δική μας. Χέρσο χωράφι που αιώνες δουλευτής δεν το πάτησε. Ας έρθουμε τώρα και στα καλά μας. Και πρώτο πρώτο, η μοναδική μας ξυπνάδα. Τίποτις, φίλε μου. Εμείς κι όχι άλλοι.
Εγώ έχασα το θησαβρό μου και δε θα τον ξαναβρώ. Δεν μπορώ πια μήτε να τον κρύφτω μήτε να ζουλέβω. Ναι! θέλησα και γω αγάπη παντοτεινή, μοναδική και γεμάτη. Ξέρω όμως, έμαθα τώρα πως δεν είτανε για μένα. Δε με γέλασε, δε μου είπε, εκείνη τη βραδειά, πως μ' αγαπούσε. Τι να φοβηθώ; Για να φοβάσαι, πρέπει ή να σ' αγαπά ή τουλάχιστο να στο λέη.
Νόμιζαν πως ζαλίστηκε, γιατί είταν ήλιος εκεί που πολεμούσε με το κύμα, κ' έλεγαν πως θαμπώθηκε από το φως και δεν έβλεπε, να γλυτώση. Εγώ θαρρώ πως ο θάνατος έχει μια γλύκα μοναδική που τραβά τους βαριοπονεμένους, και πως δεν το βάσταξε του Πάλμου η καρδιά να πη σύρε του Χάρου, όταν έρχουνταν ο Χάρος να τον πάρη στην αγκαλιά του.
Εάν είχον εις την διάθεσίν των πεντήκοντα δούλους περίπου, θα ηδύναντο να φρουρήσουν την θύραν, ήτις εφαίνετο ότι ήτο η μοναδική έξοδος, και να ερευνήσουν όλα τα δωμάτια· αλλά τώρα έπρεπε να διευθυνθώσι κατ' ευθείαν εις το δωμάτιον της Λιγείας, εκτός εάν οι Χριστιανοί, οίτινες δεν θα έλειπον εκ της οικίας εκείνης, έδιδον το σύνθημα της εξεγέρσεως.
Σήκωσαν τα ποτήρια τους και τάφεραν στα χείλια μ' ένα σιγαλό χαιρετισμό, χωρίς να τσουγκρίσουν τα ποτήρια. Όλ' αυτά έγιναν με μια ησυχία μοναδική, χωρίς ήχον ή λόγο.
Έπειτα με πλησίασε και με φίλησε και παρατήρησα πως τα μάτια της είταν υγρά, εκεί που αιστανόμουνα όλο το σώμα της γυρμένο στο δικό μου με μια μοναδική μεγάλη τρυφερότητα. — Τότε ας γεράση κι ας γίνη συνηθισμένο, είπε. Το λαχταρώ να γίνη. Δεν είπαμε ούτε λέξη πια. Είδα όμως πως όλη την ημέρα είτανε γεμάτη ήσυχη, σιωπηλή χαρά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν