United States or Mozambique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σαρανταεφτά ελεεινές κατηγορίες έφερεν εναντίο του ένας Επίσκοπος κ' ένας Διάκος. Ο Χρυσόστομος όμως μήτε να παρουσιαστή δεν καταδέχτηκε. Τον καταδικάζουνε λοιπόν όπως όπως, επικυρώνει ο Αρκάδιος την απόφαση, και πηγαίνει νύχτα ένας αξιωματικός της Αυλής, πιάνει τον Ιεράρχη, και τονέ φέρνει σε κάποιο ακρογιάλι της Μαύρης Θάλασσας. Μόλις έμαθε ο κόσμος ταποταχύ τα γενάμενα, και γίνεται ανάστατος.

Μεταχειρίζεται δε βεβαίως την λογικήν της ενέργειαν κάλλιστα, εξηκολούθησεν ο Σωκράτης, τότε όταν κανέν από αυτά δεν την ενοχλή, μήτε η ακοή, μήτε η όρασις, μήτε ο πόνος, μήτε η ευχαρίστησις, αλλ' ευρίσκηται όσον το δυνατόν περισσότερον μόνη της, αφίνουσα το σώμα κατά μέρος, και, όταν, καθόσον ημπορεί, μη συγκοινωνούσα με αυτό μήτε εγγίζουσα αυτό ορέγηται την πραγματικήν αλήθειαν.

Εάν όμως δεν ανασώσετε την αρχήν, μήτε επιχειρήσετε να ανασώσητε αυτήν, σας καταρώμαι να συμβώσιν εις υμάς τα εναντία τούτων, και προσέτι το τέλος εκάστου Πέρσου να ήναι τοιούτο οίον το ιδικόν μουΤαύτα είπεν ο Καμβύσης και έκλαιε τας δυστυχίας του. Ιδόντες οι Πέρσαι τον βασιλέα των να κλαίη έσχισαν τα ιμάτιά των και εθρήνουν μεγαλοφώνως.

Όσο για τα κατόπι τα χρόνια, μπορείς και να τα μαντέψης ως ένα βαθμό. Το παιδί θα σου δείξη τον άντρα. Δε γνώρισα, και πιστεύω μήτε του λόγου σου δε γνώρισες άνθρωπο που του άλλαξε τα καύκαλα ο καιρός. Γεννήθηκα στο σπίτι της Μάννας Μου, σε νησί της Τουρκίας. Είταν αυγή, πρώτο λάλημα πετεινού. Το δικό μου είταν το δεύτερο λάλημα την αυγή εκείνη.

Όταν οι Κυμαίοι ήκουσαν παρά των απεσταλμένων την απόκρισιν ταύτην, δεν ηθέλησαν μήτε να καταστρέψωσι τον Πακτύην παραδίδοντες αυτόν, μήτε να εκτεθώσιν εις κίνδυνον πολιορκίας φυλάττοντες αυτόν εις την πόλιν των. Τον έστειλαν λοιπόν εις την Μιτυλήνην.

Τη Χλόη τούτη μήτε την έκαμα, μήτε την ανάθρεψα, παρά την εγέννησαν άλλοι· κι αφισμένη μέσα σε σπηλιά Νυμφών την ανάθρεψε μια προβατίνα. Το είδα ο ίδιος· κι όταν το είδα εθαύμασα· κι αφού εθαύμασα την ανάθρεψα· το μολογάει κ' η ομορφιά της, επειδή δε μας μοιάζει καθόλου· το μολογάνε και τα σημάδια, επειδή είναι τόσο πλούσια, που δε μπορεί να τάχη ένας βοσκός.

Μα κ' η καθαυτό Ελλάδα είταν ασφαλισμένη με παρόμοια χτισίματα, και τέλος δεν αμελήθηκε μήτε η Πελοπόννησο, επειδή ξαναχτίστηκαν του Ιστμού τα τειχίσματα, με πύργους κι αυτά. Τα ίδια και στην Ασία. Η Αντιόχεια μάλιστα, αφανισμένη καθώς είταν από σεισμούς κι από τον πόλεμο του Χοσρόη, ξανακαινουριώθηκε όλη κ' έγινε, λέγουνε, λαμπρή καθώς άλλοτες.

Ημέρα νύχτα δεν μπορώ, Ποτέ ανάπαψι να βρω· Θρηνώ παντοτεινά μου Τα θλιβερά γραφτά μου. Ίσκιος στον κόσμο περπατώ, Και μήτε ξέρω που πατώ. Καθένας που με βλέπει Να με λυπιέται, πρέπει. Λύπης εγίνηκα πηγή· Και η βαθιά μου συλλογή, Μαζί μου πάντα μένει, Ποτέ δεν ξεμακραίνει. Νου δεν ποτάζω παντελώς· Παραλαλώ σαν ο τρελός. Ξεχωριστά παθαίνω, Και πάλι δεν πεθαίνω.

Σ' ακατάπαυη θεωρητικότητα βυθισμένος, δεν μπορούμε καλά καλά να πούμε μήτε μισόν αιώνα πως κάθισε να νοιαστή και τα μελλούμενα του, και να συστήση κάποιον πολιτικό και στρατιωτικόν οργανισμό, για να διαφεντευτή μια μέρα από τον αχάριστο κόσμο.

Τούτο μας αναγκάζει τα μεν να αποκρούσωμεν, τα δε να εξελέγξωμεν, διά να μη ωφεληθούν μήτε από την κακίαν ημών μήτε από την ιδικήν των δόξαν και διά να δικάσετε, αφού ακούσετε τα αληθή περί αμφοτέρων.