United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σαν περνούσε από το μεγάλο περιβόλι, κοντοστάθηκε και κύτταξε τα ψηλά δένδρα. Τα πόδια του τρέμανε και δεν μπορούσε πια να περπατήση.

Και με κίνημα περιφρονητικό βγήκε από την τραπεζαρία και πήγε στο γραφείο του. Μα εκεί θυμήθηκε, τα σχέδια που έκανε με την Ελπίδα και γαλήνεψε αμέσως. Άναψε τη λάμπα του και κύτταξε περίγυρα. Τα προγονικά λείψανα ήταν όλα στη θέση τους. Πόδια, χέρια, κεφάλια, κορμιά κάθονταν απάνου στα βάθρα τους περήφανα, λες κ' είχαν νικημένο το Χάρο.

Κύτταξε, Θωμαή μου, πώς ανεμίζει η χρυσή καδένα του! Σαν φειδάκι, καλέ, ζωντανό! Το αυτό συνέβαινε πάντοτε, έλεγεν η γραία, οσάκις ο Λαλεμήτρος ήτο αδιάθετος ή ασθενής.

Την κύτταξε κατάματα και σύνωρα ο νους της σκάλιζε να μαντέψη ποιος ήταν αυτός ο αρρεβωνιαστικός, που τόσο ελεύθερα μπαινόβγαινε σπίτι της. Τόσον καιρό δε θυμότανε κανένα να μιλεί με την Ασημίνα. Ούτε σκαπανέα ούτε πολίτη. Έτρεξε στη σάλα με την απόφαση να γκρεμοτσακίση τον ακάλεστο γαμπρό. Τρομάρα του όποιος κι αν ήτανε!

Αλλά τι κάνω;! πολεμώ με την επιθυμία του Φοίβου, που μου φύλαξε της μάννας μου σημάδια; Πρέπει να κάμω τόλμημα. . . ναι. . . πρέπει να τανοίξω. δεν το απόφυγε κανείς ό,τ' ήτανε γραφτό του. Ώ σεις στεφάνια ιερά! Τι μου 'χετε φυλάξη τα πράματα μαζεύοντας τα τόσα αγαπημένα; Νά, κύτταξε το σκέπασμα του στρογγυλού κανίστρου, καινούργιο ακόμα έμεινε σαν από κάποιο θάμα.

Ούτε στα πούπουλα μέσα δε θάκανα τέτοιον ύπνο. Ο δυστυχισμένος! Μόνος του θέλει να δώση παρηγοριά στον εαυτό του, έλεγα μέσα μου. Με κύτταξε στα μάτια. — Ε! πάλι καλά! του είπα. Ο Θεός είνε μεγάλος, πολυεύσπλαχνος, κανένα δεν αφίνει. Ήσουνα καλός άνθρωπος, Καπετάν Γιάννη, άνθρωπο ποτέ σου δεν έβλαψες, θα σε συχωρέση ο Θεός. Έκανες το κακό στην κακή την ώρα, μετανόησες.

Αυτήν μεν λοιπόν την πραγματείαν και εκεί την ανεκοίνωσα, και εδώ έχω σκοπόν να την ανακοινώσω εντός τριών ημερών, μέσα εις το σχολείον του Φειδοστράτου, καθώς και άλλα πολλά αξιόλογα ζητήματα. Διότι μου το εζήτησε χάριν ο Εύδικος Απημάντου. Κύτταξε όμως και συ ο ίδιος να παρευρεθής και άλλους να φέρης μαζί σου, οι οποίοι είναι ικανοί να κρίνουν όσα θα ειπώ, αφού ακούσουν. Σωκράτης.

Κύτταξε το τμήμα σου, σε παρακαλώ, κραυγάζει ακούσας τον λαλούντα ισχνός νεανίας, στρέφων μετά κόπου πολλού τον μόλις φυόμενον μύστακά του· από το τέταρτο αύριο βράδυ θ' ακούσης τα νέα. — Ζήτω του δημάρχου! κραυγάζει αίφνης εισβάλλουσα εις την αίθουσαν εν ορμή και αταξία ομάς μεθύσων, μόλις συγκρατουμένων εν ισορροπία. Χαλέμ και άγιος ο Θεός!

Τώρα, αγαπητέ μου, ας εφαρμόσωμεν τούτο εις το πνεύμα. Κύτταξε τον άνθρωπον εις τον κύκλον του, πώς εντυπώσεις επενεργούν επ' αυτού, πώς ιδέαι στερεώνονται μέσα του, έως ότου τέλος έν αυξανόμενον πάθος του αφαιρεί όλη την ήσυχη ψυχική δύναμη, και τον φέρει εις όλεθρον. Μάταια ο απαθής, ο φρόνιμος άνθρωπος διαβλέπει την κατάστασιν του δυστυχούς, μάταια τον συμβουλεύει!

Ακόμη απ' τον ουρανόν τους αναστεναγμούς σου ο ήλιος δεν τους 'σκόρπισεν και αντηχεί ακόμητα αυτιά μου τα γεροντικά το αναφυλλητόν σου· Ιδού, ακόμηκύτταξε, — 'ς το μάγουλόν σου μένει ενός δακρύου παλαιού τ' ασκούπιστον σημάδι. Αν είσαι συ που μου 'μιλείς, κι’ ο πόθος σου 'δικός σου, τότε κι’ ο πόθος σου και συ της Ροζαλίνας είσθε!