Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Βγήκα στερνός από τη χαμηλή σιδερόπορτα του ξώτοιχου, σέρνοντας από το καπίστρι το μουλάρι μου κι ακολουθάμενος από ψηλόν ήμερο σκύλλαρο με οκνά μάτια και μαλλιά μακρύτατα παρδαλά. Όξω από το περιαύλι, που κατηφορνούσε χορταριασμένο το σιάδι κατά τη λαγκαδιά, ξάνοιξα μες το θαμπό φως της αυγούλας την καμπάνα του μοναστηριού, κρεμασμένη απάνου σ' ένα χιλιόχρονο πουρνάρι.

Δε μπορώ να ξεχάσω την ακράταγη αισιοδοξία που μας είχε παλαβώσει όλους μας, την παιδιάτικη ξιπασμάρα μας όλων που είχαμε πιστέψει πως την αναστήσαμε εμείς την αρχαία ομορφιά, και πως η Ευρώπη τελειωτικά πια κρεμασμένη από τα πόδια του Λούη, που προφητικά τα χαιρέτισε ο Καρκαβίτσας, δε θα έκανε πια τίποτ' άλλο, παρά να χάσκη μπροστά μας και να μας προσκυνά. Αφέλειες ανίδεων λαών και ξεπεσμένων.

Όσο ανέβαινε προς το Νούορο άκουγε κάποιους χτύπους, λες και μια μεγάλη καρδιά, κρεμασμένη πάνω από την κοιλάδα, να χτυπούσε δυνατά, όλο και πιο δυνατά. «Είναι ο Μύλος και ο Τζατσίντο βρίσκεται εκεί», σκέφτηκε με χαρά.

Ξανατράβηξε το σκούφο από το κεφάλι του και άρχισε να τον χτυπάει στο πρόσωπό της, τρελός από απελπισία. «Α, καταραμένη να ’σαι….. α, που να σε δω κρεμασμένη…. α, τι έκανες

Αλλά πρέπει να δεχθώμεν δύο αιτίας αυτών και πολύ μάλιστα, δικαιολογημένας. Ποίας; Η μία είναι ότι η μανία προς τον πλούτον δεν τους αφήνει καιρόν διά να ασχοληθούν εις άλλα εκτός των κτημάτων των. Όταν δε ολόκληρος η ψυχή όλων των πολιτών είναι κρεμασμένη από αυτά, δεν είναι δυνατόν να λάβη φροντίδα δι' άλλα εκτός του καθημερινού κέρδους.

Σήκωσε τα χέρια του και μούντζωσε πέρα, κατά το τρισέκι που είχε χαθή ο γέρος με τη μαγκούρα κρεμασμένη από το ένα χέρι, με το κόκκινο μαντήλι στο άλλο. — Ανάθεμά τον που βασιλεύει μέσα στα ρημάδια!... — Αφέντη, σε γυρεύουν, Σηκώθηκα και άνοιξα. — Ποιος; — Ένας κύριος και καλά θέλει να σε ιδή. Άρχισα να ντύνομαι βιαστικά.

Έτσι καθόμαστε τώρα και μεις κ' ενώ δεν μπορούσαμε να νοιώσουμε τι σημασία είχε που η αναπνοή της έγινε αλαφρότερη και περιμέναμε το τέλος, παρατηρήσαμε πως τα μάτια της κάμανε νανοίξουνε κ' είδαμε πως γύρισε προς το μέρος, όπου είτανε κρεμασμένη στον τοίχο η εικόνα του Σβεν, και την ακούσαμε να πη: — Νέννε. Σιγαλά κι αδύνατα πρόφερε την μικρή λέξη, ωστόσο μίλησε.

Το βέβαιο είναι όμως πως ο μικρός Σβεν ανακάλυψε μια μέρα μιαν εικόνα κρεμασμένη στην κάμαρα της μαμάς κι αφού την κοίταξε μερικές στιγμές, την κατέβασε και την παρατηρούσε σιωπηλός, σα να έβλεπε εκεί κάτι νέο, που το λογικό του δεν το ένοιωθε. Δεν είτανε καμιά εικόνα σύμφωνη με το σημερινό αίστημα. Έχει πολύ λίγη τέχνη και διηγείται μιαν ιστορία.

Λέξη Της Ημέρας

χοντροπελέκητο

Άλλοι Ψάχνουν