Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
Πρότερον, εν τη τυφλή λύσση των, είχον φαντασθή ότι ο τρόπος της σταυρώσεώς Του ήτο ύβρις σκοπουμένη κατά του Ιησού· αλλά τώρα, ότε τον είδον κρεμάμενον μεταξύ δύο ληστών, επί σταυρού υψηλοτέρου, αιφνιδίως επήλθεν εις αυτούς η ιδέα ότι ήτο δημοσία ύβρις εγκολαπτομένη κατ' αυτών.
Εκεί εστάθη μίαν στιγμήν κ' έτεινε το ους. Τίποτε δεν ήκουεν ειμή το λάλημα ενός πουλιού, το σύριγμα ενός νυκτερινού εντόμου, και το φύσημα της αύρας. Τότε της ήλθαν εις τον νουν τα κεράσια, τα οποία είχε διακρίνει αμυδρώς στύλβοντα εις ένα κρεμάμενον κλώνα, εξέχοντα ολίγον έξω του φράκτου του δημαρχικού περιβολιού, σιμά εκεί όπου είχε σκοντάψει, και είπεν·
Χάρις εις τον Ναύπλιον μας επετράπη η είσοδος και είδομεν κολαζομένους πολλούς βασιλείς και πολλούς κοινούς ανθρώπους, εκ των οποίων και μερικούς γνωστούς μας• είδαμεν δε και τον Κινύραν κρεμάμενον εκ των αιδοίων και καπνιζόμενον. Οι οδηγοί διηγούντο ποίος ήτο έκαστος και τας αιτίας διά τας οποίας εκολάζοντο.
Μετά ταύτα έτρεξε προς το εντός της αιθούσης κρεμάμενον κορδόνιον του κωδωνίσκου και ήρχισε να σύρη αυτό κατά διαστήματα και βιαίως. — Θέλει να μας ειπή, ηρμήνευσεν ο κύριός του, ότι ο πρώην αυθέντης του εδέχετο πολλάς επισκέψεις. Ο πίθηκος τότε ήρχισε να παρωδή τας κινήσεις δανειστού ζητούντος χρήματα παρά μη έχοντος και οργιζομένου ότι δεν τον πληρώνουν.
Τα αγκυλωτά κλαδία, άτινα εν τη λόχμη διηγκύλονον τας άκρας του στρατιωτικού του ιματίου και το όπισθεν κρεμάμενον βαρύ μέρος της εφθαρμένης πείρας, εξελάμβανεν ως τας σατανικάς χείρας των κακοποιών πνευμάτων, αίτινες απειροπληθείς, μακραί κ' αιχμηραί ημιλλώντο περί της συλλήψεώς του, η μία αφίνουσα αυτόν και η άλλη λαμβάνουσα ατελευτήτως κατά διαδοχήν κ' εθραύοντο κατά την αγωνιώδη διάβασιν τα ξηρά τσαρπάλια κ' εκρότουν αγρίως και τον κρότον εκείνον εξελάμβανεν ως την φοβεράν φωνήν των φαντασμάτων.
Ευθύς τότε τα δύο παιδία του Φραγκούλα και πέντε ή έξ άλλου μικροί μοσχομάγκαι ανερριχήθησαν επάνω εις την στέγην του ναού, άνωθεν της θύρας, και ήρχισαν να βαρούν τρελλά, αλύπητα, αχόρταστα, τον μικρόν μισορραγισμένον κώδωνα, τον κρεμάμενον από δύο διχαλών ξύλων, εκεί επάνω. Ο παππά-Νικόλας έβαλεν ευλογητόν, και ήρχισεν η ακολουθία της Αγρυπνίας.
Όταν δ' έφθασεν εκεί δεν εύρε παρά το μάλλινον σακκίδιον του βοσκού, κρεμάμενον από ενός στύλου κ' επί του πατώματος της σκιάδος το σιλάχι και την κατερρακωμένην φλοκάταν του. Η Σμάλτω εθυμώθη διότι δεν τον εύρεν εκεί, να του είπη μίαν ώραν αρχίτερα ό,τι έπρεπε να ελαφρυνθή επί τέλους.
Αλλ' ο Μανώλης, αντί να μεταβή εις το πατρικόν ή άλλο συγγενικόν σπίτι, ενεφανίσθη εις την πλατείαν της Αγίας Αικατερίνης, όπου οι νέοι έπαιζαν τον ποταμόν, ενώ τα παιδία έκρουαν μανιωδώς και αδιακόπως σήμαντρον κρεμάμενον εις τον κορμόν γηραιάς νερατζιάς. Ο ποταμός έκανε τον γύρον της εκκλησίας, ότε έξαφνα ηκούσθη η φωνάρα του Μανώλη: — Άντρες τα 'ρίζουν τα Σφακιά κι' άντρες τα πολεμούνε!
Πυργοειδές φρούριον, προς βράχον κρεμάμενον, Προς χωνοειδές όρος ή προς κυανούν ακρωτήριον Υπό δένδρων καλυπτόμενον. Ταύτα δε πάντα προς την γην Και απατώντα τους οφθαλμούς ημών δια τον αέρος. Έρως: Ναι, στρατηγέ. Αντώνιος: Εκείνο το οποίον τώρα φαίνεται ίππος, πριν ή προφθάσης, να το σκεφθής, Εξαφανίζεται υπό του αεροπορούντος νέφους και καθίσταται δυσδιάκριτον, Όπως το ύδωρ εν τω ύδατι.
Και τότε, το επάρατον δένδρον, με το ζων ανθρώπινον φορτίον του κρεμάμενον επ' αυτού εν ανηκούστω βασάνω, βραδέως ανυψώθη υπό βραχιόνων στιβαρών, και η βάσις τούτου ενεπάγη στερρώς εις οπήν βαθείαν εις το έδαφος εσκαμμένην. Οι πόδες μικρόν μόνον ανείχον από της γης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν