United States or Micronesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καράβια κάθε λογίς εκατέβαιναν με ολοφούσκωτα πανιά βαρυφορτωμένα· ανέβαιναν άλλα αδειανά από τα Μπουγάζια· και βαπόρια με τον μαύρο τους καπνό και τις βροντερές σφυριγματιές ανεβοκατέβαιναν. Απάνω από το κεφάλι μας επετούσαν σύγνεφα πουλιά, του ανέμου ταξειδιώτες πλέον ευτυχισμένοι και ανάσταιναν τον αέρα με χαρούμενο κελάδημα.

Τα νυκτοπούλια αισθανθέντα τον κρύον αέρα της αυγής έπαυσαν τον θλιβερόν και μονότονον κρωγμόν των, αφήσαντα ελεύθερον το στάδιον εις τα ποικιλόστομα πρωινά πουλιά, ων το γλυκύ κελάδημα διέτρεχε χαρμοσύνως το κενόν ως χαιρετισμός προς την αφυπνιζομένην πολίχνην.

Ω χήρα μου, της έλεγα, μη φαίνεσαι σκληρά, για κύτταξε πώς μας γελούν του ουρανού οι θόλοι, για κύτταξε του ποταμού τακίνητα νερά.. . 'μπορείς, αν θέλης, ν' αγαπάς κι' εμέ και τον Μανώλη. Για έλα να καθίσουμε 'στην άκρη του γιαλού, το πρώτο γλυκοχάραγμα να 'δούμε της ημέρας, ν' ακούσωμε κελάδημα γλυκό κορυδαλού, και να ιππεύσωμεν μαζί, τους γαλανούς αιθέρας.

Μα αποφάσισαν να υπακούσουνε στους θεούς για κείνους που σώθηκαν με τη φροντίδα των θεών. Άνοιξης ήταν αρχή κι' όλα τ' άνθη λουλούδιζαν στα δάση, στα λειβάδια, στα βουνά. Τώρα άρχιζε το βουητό της μέλισσας, των πουλιών το κελάδημα, τα χοροπηδήματα των νιογέννητων κοπαδιών· τ' αρνιά χοροπηδούσαν στα βουνά· βούηζαν στα λειβάδια οι μέλισσες· τα πουλιά γέμιζαν με τραγούδια τα χαμόδενδρα.

Έλα, ω θάνατε, λοιπόν! το θέλει η Ιουλιέτα. Ψυχή μου, έλαλέγε μου. Δεν είν' ακόμη 'μέρα. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ω! είναι 'μέρα! μην αργής· φύγ' απ' εδώ αμέσως. Κορυδαλός είναι αυτός οπού βραχνά φωνάζει και μ' άγριον κελάδημα ξεσχίζει τον αέρα! Το λάλημά του διατί αρμονικόν το λέγουν; Αφού μας φέρνει χωρισμόν, αρμονικόν δεν είναι.

Συνδυάζοντας της πολύ αόριστες συνήθως ενδείξεις των Γάλλων ιστορητών, κατορθώνει κανείς να ιδή τι θα ήταν στους Κέλτες το άγριο αυτό ποίημα, νανουρισμένο ολόκληρο από τη θάλασσα και σκεπασμένο από το δάσος, που ο ήρωας του ημίθεος μάλλον παρά άνθρωπος, παρουσιαζότανε κάτοχος ή μάλιστα εφευρέτης όλων των βαρβάρων τεχνών, εσκότωνε ελάφια και αγριογούρουνα, ετεμάχιζε σοφά το κυνήγι, ήταν παλαιστής και άλτης ασύγκριτος, θαλασσοπόρος τολμηρός, ικανός μέσα σ' όλους να δίνη παλμούς στην άρπα, ήξερε να μιμήται εξαίσια το κελάδημα όλων των πουλιών, και μαζύ μ' αυτά, ήταν φυσικά ανίκητος στης μάχες, δαμαστής θηρίων, προστάτης των πιστών του, αλύπητος στους εχθρούς του, ζώντας μια ζωή σχεδόν υπεράνθρωπη, παντοτινό αντικείμενο θαυμασμού, αφοσιώσεως και φθόνου.

Τι λέγουν, ο κορυδαλός αλλάζει με τον φρύνον τα μάτια του; . Και την φωνήν ας είχεν αλλαγμένην, αφού σε διώχνει απ' εδώ με το κελάδημα του, σαν ξυπνητήρι θλιβερόν και παραπονεμένον. Ω! φύγε, φύγε, και το φως αυξάνει και πληθαίνει . ΡΩΜΑΙΟΣ Λάμπει το φως, κ' η Μοίρα μας θολόνει και μαυρίζει. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Κυρία! ΙΟΥΛΙΕΤΑ Παραμάνα μου. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Η μάνα σου θα έλθη. 'Ξημέρωσε. Προσέχετε.

Ο ύπνος φεύγει• το γήρας μου και οι οφθαλμοί μου βλέπουσι καλώς. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ποίον άραγε να ήναι το άστρον εκείνο ; ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Είναι ο Σείριος, όστις περά πλησίον της επταστέρου Πλειάδος, εις το μέσον τουρανού. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ούτε πτηνών κελάδημα ούτε φλοίσβος της θαλάσσης ακούεται. Σιγή τελείας νηνεμίας κατέχει τον Εύριπον.